Huysmans Joris-Karl

Ο Γιορίς-Καρλ Υισμάνς (1848-1907) ήταν Γάλλος μυθιστοριογράφος Ολλανδικής καταγωγής που γεννήθηκε και πέθανε στο Παρίσι. Ο πατέρας του, Godfried Huysmans, ήταν λιθογράφος που πέθανε όταν ο Γιορίς-Καρλ ήταν οκτώ ετών και η μητέρα του, Μαλβίνα, ξαναπαντρεύτηκε γρήγορα. Μετά τα δύσκολα παιδικά και γυμνασιακά του χρόνια ο Υισμάνς προσλήφθηκε στο γαλλικό Υπουργείο Εσωτερικών όπου εργάστηκε ως υπάλληλος επί τριανταδύο χρόνια, εργασία που θεώρησε αφόρητα πληκτική. Εμφανίστηκε στα γράμματα με τη συλλογή πεζοποιημάτων "Le Drageoir a epices" (1874), που φανερώνουν την επιρροή του Μπωντλαίρ. Ακολούθησε η νουβέλα "Μarthe, Histoire d'une fille" (1876), με θέμα την ιστορία μιας νεαρής πόρνης, επηρεασμένη από τον νατουραλισμό, που τράβηξε την προσοχή του Ζολά. Τα επόμενα έργα του, επίσης επηρεασμένα από τον νατουραλισμό, υπήρξαν ρεαλιστικά, "σκοτεινά" και γεμάτα με λεπτομερείς περιγραφές του Παρισιού: "Les Soeurs Vatard" (1879), με θέμα τις γυναίκες που εργάζονται σ' ένα βιβλιοδετείο, "En menage" (1881), απολογισμός του αποτυχημένου γάμου ενός συγγραφέα, "A vau-l'eau" (1882), ιστορία ενός υπαλλήλου και της ηρωικής μα ανώφελης αναζήτησής του για ένα καλό γεύμα. Με το μυθιστόρημά του που τον έκανε ευρύτερα γνωστό, το "Ανάστροφα" ("A rebours", 1884), ο Υισμάνς απομακρύνεται από τον νατουραλισμό, προσχωρεί στον συμβολισμό και γίνεται χαρακτηριστικός εκπρόσωπος της λεγόμενης "παρακμιακής" λογοτεχνίας της εποχής. Το μυθιστόρημα χρησιμοποιήθηκε ως έκθεμα υπεράσπισης στις δίκες του Όσκαρ Ουάιλντ, το 1895, άρεσε στον Εμίλ Ζολά και θεωρήθηκε ότι κατάφερε ένα οριστικό χτύπημα στον νατουραλισμό. Το επόμενο μυθιστόρημά του, "En rade" (1887), απολογισμός ενός καλοκαιριού που ξοδεύτηκε στη εξοχή, πέρασε σχετικά απαρατήρητο. Το 1891 εξέδωσε το δεύτερο πιο γνωστό μυθιστόρημά του, το "Εκεί κάτω" ("La-Bas"), στο οποίο εισάγει τον χαρακτήρα του Ντιρτάλ, ένα ελαφρώς παραλλαγμένο πορτρέτο του συγγραφέα, και ασχολείται με την επιβίωση του σατανισμού στους κύκλους του σύγχρονου Παρισιού. Τα επόμενα μυθιστορήματά του με ήρωα τον Ντιρτάλ, "En Route" (1895), "La Cathedrale" (1898) και "L'Oblat" (1903), περιγράφουν τη μεταστροφή του ήρωα προς τον ρωμαιοκαθολικισμό (στο τελευταίο μυθιστόρημα γίνεται βενεδικτίνος μοναχός, φθάνοντας τελικά στην αποδοχή του πόνου στον κόσμο). Ο Υισμάνς υπήρξε επίσης σημαντικός κριτικός τέχνης, με τα βιβλία του "L'Art moderne" (1883) και "Certains" (1889), υποστηρικτής του ιμπρεσιονισμού και θαυμαστής καλλιτεχνών όπως οι Gustave Moreau και Odilon Redon. Υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη της Ακαδημίας Γκονκούρ. Το 1905 τιμήθηκε με τη διάκριση Officier de La Legion d'honneur. Πέθανε από καρκίνο του στόματος στις 12 Μαΐου 1907, σε ηλικία 59 ετών, και τάφηκε στο νεκροταφείο του Μονπαρνάς στο Παρίσι.

Filter