Ένας διάλογος για την ποίηση

0 out of 5

7.94

Διαθεσιμότητα: Εξαντλημένο

Συγγραφέας: Σεφέρης Γιώργος, Τσάτσος Κωνσταντίνος

Εκδότης: Βιβλιοπωλείον της Εστίας

Ημερ. Έκδοσης: 01/11/1988

Σειρές: Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη

Υποσειρές: Στοχαστική Πεζογραφία

Επιμέλεια: Κούσουλας Λουκάς
Σειρές: Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη
Υποσειρές: Στοχαστική Πεζογραφία
ISBN:

Πρώτη Έκδοση : 01/11/1988

Αριθμός Σελίδων : 208

Διαστάσεις : 17 x 12 cm

Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο

Τόπος Έκδοσης : Αθήνα

Σεφέρης Γιώργος

Ο Γιώργος Σεφέρης (πραγματικό όνομα Γιώργος Σεφεριάδης, 1900-1971) γεννήθηκε στις 29 Φεβρουαρίου ή στις 13 Μαρτίου του 1900 στην Σμύρνη της Μικράς Ασίας και ήταν γιος του Στυλιανού και της Δέσπως Σεφεριάδη (το γένος Τενεκίδη). Ο Στυλιανός Σεφεριάδης υπήρξε διακεκριμένος ακαδημαϊκός και καθηγητής του Διεθνούς Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, συγγραφέας (με πλουσιότατο επιστημονικό έργο) και διπλωμάτης. Την αγάπη του για τη λογοτεχνία θα την μεταδώσει και στα τρία του παιδιά, Γιώργο, Άγγελο και Ιωάννα (μετέπειτα σύζυγο του Κωνσταντίνου Τσάτσου), τα οποία και θα ασχοληθούν με αυτήν. Το 1914, με την αρχή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου η οικογένεια Σεφεριάδη μετακομίζει στην Αθήνα όπου ο Σεφέρης τελειώνει το Γυμνάσιο το 1917. Κατόπιν θα μεταβεί στο Παρίσι όπου και θα σπουδάσει Νομικά ως το 1924. Ήδη όμως από το 1918 θα εκδηλωθεί η αγάπη του για την ποίηση και θα αρχίσει να γράφει στίχους. Στα χρόνια των σπουδών του, όντας στο εξωτερικό, έχει την ευκαιρία να έρθει σε άμεση επαφή με τα λογοτεχνικά ρεύματα της εποχής. Στο Παρίσι θα τον βρει και η Μικρασιατική Καταστροφή, η οποία θα τον επηρεάσει βαθύτατα και θα παραμείνει χαραγμένη στη μνήμη του. Το 1926 ο Γιώργος Σεφέρης θα αρχίσει την διπλωματική του σταδιοδρομία, διοριζόμενος στο Υπουργείο Εξωτερικών ως ακόλουθος. Μέχρι το 1962 που συνταξιοδοτείται θα υπηρετήσει ως υποπρόξενος και πρόξενος στο Λονδίνο (1931-1934), στην Κορυτσά της Αλβανίας (1936-1938), ως σύμβουλος τύπου στο Υπουργείο Εξωτερικών. Μετά την κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου θα ακολουθήσει την ελληνική Κυβέρνηση στην Κρήτη, την Αίγυπτο, την Νότια Αφρική και την νότια Ιταλία, και μετά την απελευθέρωση στην Αθήνα όπου και μένει μέχρι το 1948. Κατόπιν διορίζεται σύμβουλος στις ελληνικές πρεσβείες στην Άγκυρα και το Λονδίνο, αργότερα πρέσβης στο Λίβανο, τη Συρία, την Ιορδανία και το Ιράκ, και τελικά στο Λονδίνο (1957-1962). Το 1963 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Αφότου αποσύρεται από τη διπλωματική του σταδιοδρομία, αφοσιώνεται ολοκληρωτικά στο λογοτεχνικό του έργο, μέχρι το θάνατό του, το 1971. Η κηδεία του, εν μέσω της δικτατορίας και κατόπιν της Δήλωσής του το 1969, προσέλαβε τον χαρακτήρα εκδήλωσης εναντίον του καθεστώτος των συνταγματαρχών. Το πρώτο έργο του Γιώργου Σεφέρη είναι η συλλογή "Στροφή" που δημοσιεύτηκε το 1931. Η συλλογή του αυτή δημιούργησε ποικίλες αντιδράσεις, καθώς έφερνε έναν αέρα ανανέωσης στην ελληνική ποίηση. Ακολούθησαν η "Στέρνα" (1932) και το "Μυθιστόρημα" (1935). Ένα χρόνο μετά γράφει την "Γυμνοπαιδία", και το 1938 απαντώντας στο δοκίμιο του Κωνσταντίνου Τσάτσου δημοσιεύει το "Διάλογος πάνω στην ποίηση". Το 1940 δημοσιεύονται το "Τετράδιο Γυμνασμάτων 1928-1937", και το "Ημερολόγιο Καταστρώματος Α΄" τα οποία περιέχουν σημαντικά ποιήματα, όπως τα ποιήματα "του κ. Στράτη θαλασσινού" και "Ο Βασιλιάς της Ασίνης" καθώς επίσης και μία συλλογή των ως τότε δημοσιευμένων έργων του με τίτλο "Ποιήματα". Το 1944 δημοσιεύεται το "Ημερολόγιο Καταστρώματος Β΄" το οποίο γράφτηκε στην Αίγυπτο και την Νότια Αφρική, όπου ο Σεφέρης ακολούθησε την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση. Το "Ημερολόγιο Καταστρώματος Β΄" ακολουθούν η τριμερής "Κίχλη", (1947) που από πολλούς θεωρείται ως ένα από τα σημαντικότερα έργα του Γιώργου Σεφέρη, και η συλλογή "..Κύπρον, ου μ' εθέσπισεν" η οποία κυκλοφόρησε το 1955, εν μέσω του Κυπριακού Αγώνα, και αργότερα μετονομάστηκε σε "Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ΄". Το 1950 δημοσιεύτηκε η συλλογή "Ποιήματα 1924-1946", που είναι μια εμπλουτισμένη έκδοση της πρώτης συλλογής των έργων του ("Ποιήματα Ι"). Η τελευταία συλλογή που τύπωσε ο Γιώργος Σεφέρης όσο ζούσε και η οποία δημοσιεύτηκε 11 χρόνια μετά το "Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ΄" είναι τα "Τρία Κρυφά Ποιήματα" (1966). Το κύκνειο άσμα του ποιητή είναι το "Τετράδιο Γυμνασμάτων Β΄", το οποίο εκδόθηκε το 1976, με επιμέλεια του Γ.Π. Σαββίδη, ο οποίος έχει επιμεληθεί και τις περισσότερες εκδόσεις έργων του ποιητή. Εκτός από το ποιητικό έργο, ο Σεφέρης έχει κάνει αξιολογότατες μεταφράσεις, όπως την "Έρημη Χώρα" (1936) και το "Φονικό στην Εκκλησιά" (1963) του Τ.Σ. Έλλιοτ, το "Άσμα Ασμάτων" (1965), την "Αποκάλυψη του Ιωάννη" (1966), τις "Αντιγραφές" (1965, περιέχει έργα Ευρωπαίων και Αμερικανών ποιητών όπως Ezra Pound, Andre Gide, Paul Eluard, Pierre-Jean Jouve), και τις "Μεταγραφές" (1980, περιέχει κείμενα της αρχαίας γραμματείας). Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για τα δοκίμια του Σεφέρη, στα οποία ανέπτυσσε τις απόψεις του για τα σύγχρονά του προβλήματα της γλώσσας και λογοτεχνίας. Έγραψε για τον Κάλβο, τον Δάντη, τον Παλαμά, τον Σικελιανό, τον Μακρυγιάννη, τον Καβάφη, τον Έλιοτ. Εκδόθηκαν με τον τίτλο "Δοκιμές" (1944, έκδοση σε δύο τόμους το 1974 από τον Ίκαρο, σε επιμέλεια Γ.Π. Σαββίδη· ο τρίτος τόμος επίσης από τον Ίκαρο εκδόθηκε το 1992 με επιμέλεια Δημ. Δασκαλόπουλου.) Επίσης, υπάρχει το προσωπικό ημερολόγιο του ποιητή, με γενικό τίτλο "Μέρες" το οποίο άρχισε να εκδίδεται το 1975, τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατό του (Α΄-Ζ΄, 1925-1960· το 2001 εκδόθηκε από τις εκδόσεις Ίκαρος, ο τελευταίος τόμος του ημερολογίου, "Μέρες Η΄", ο οποίος καλύπτει την τελευταία δεκαετία της ζωής του, με επιμέλεια της Κατερίνας Κρίκου-Davis), από το οποίο μπορεί κανείς να αντλήσει εξαιρετικά ενδιαφέροντα στοιχεία τόσο για τον ίδιο και το έργο του, όσο και για τις πολιτικές και διπλωματικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Μετά τον θάνατό του εκδόθηκαν ακόμη οι δύο πρώτοι τόμοι του "Πολιτικού ημερολογίου" (εκδόσεις Ίκαρος, 1979 και 1985 αντίστοιχα) σε επιμέλεια Αλέξανδρου Ξύδη. Εκτός από τα παραπάνω ο Σεφέρης έγραψε και το "Χειρόγραφο Σεπτέμβρη '41", και το μυθιστόρημα "Έξι νύχτες στην Ακρόπολη" που μολονότι άρχισε να γράφεται το 1926-1928 εκδόθηκε το 1974. Το τελευταίο τμήμα των γραπτών του Σεφέρη αποτελούν οι αλληλογραφίες του, με πρώτη εκδοθείσα αυτήν με τον Γιώργο Θεοτοκά (1930-1966). Ακολουθούν (διαδοχικά) οι αλληλογραφίες με τον Αδαμάντιο Διαμαντή (Κύπριο ζωγράφο, 1953-1971), με τον Ανδρέα Καραντώνη (1931-1960), με τη σύζυγό του Μαρώ Σεφέρη (Α΄τόμος, 1936-1940), με τον Ζήσιμο Λορεντζάτο (1948-1968) και με τον Edmund Keeley (1951-1971).

Τσάτσος Κωνσταντίνος

Κωνσταντίνος Τσάτσος (1899-1987). Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος γεννήθηκε στην Αθήνα, πρωτότοκος γιος του δικηγόρου και πολιτικού Δημητρίου Τσάτσου και της Θεοδώρας το γένος Ευστρατιάδη με καταγωγή από την Τεργέστη. Είχε έναν μικρότερο αδερφό τον Θεμιστοκλή. Μαθήτευσε στο σχολαρχείο Μακρή, το β΄ γυμνάσιο Νεαπόλεως και το Διδασκαλείο Μέσης Εκπαιδεύσεως. Παράλληλα έκανε μαθήματα στο σπίτι του με τον Jules Basset, ο οποίος τον έστρεψε προς τη λογοτεχνία και φίλος από τα παιδικά του χρόνια με τον ποιητή Αλέξανδρο Εμπειρίκο. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1914-1918). Μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε στο Παρίσι στην ελληνική αποστολή στο Συνέδριο Ειρήνης υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας (1920-1923) συνδέθηκε φιλικά με τον Κωστή Παλαμά. Το 1924 παντρεύτηκε τη Λιλή Ζαρίνη · ο γάμος τους δεν κράτησε πολύ. Από το 1924 ως το 1928 σπούδασε φιλοσοφία και φιλοσοφία του δικαίου στη Χαϊδελβέργη και επηρεάστηκε κυρίως από τον καθηγητή του Heinrich Rickert. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα ανέλαβε το δικηγορικό γραφείο του πατέρα του και το 1929 αναγορεύτηκε διδάκτωρ της Νομικής Σχολής με θέμα της διδακτορικής του διατριβής Η Νομική ως τεχνική και επιστήμη και πήρε μέρος στην ίδρυση του περιοδικού - οργάνου της ιδεαλιστικής φιλοσοφίας "Αρχείον Φιλοσοφίας και Θεωρίας Επιστημών" από κοινού με τους Παναγιώτη Κανελλόπουλο, Ιωάννη Θεοδωρακόπουλο (η μακρόχρονη φιλία του Τσάτσου με τους οποίους είχε ξεκινήσει στη Χαϊδελβέργη) και Μιχάλη Τσαμαδό. Το 1930 παντρεύτηκε την Ιωάννα Σεφεριάδη, με την οποία απέκτησε δυο κόρες τη Δέσποινα και τη Θεοδώρα. Την ίδια χρονιά εκλέχτηκε υφηγητής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών με θέμα της υφηγεσίας του Φιλοσοφία και επιστήμη του Δικαίου. Δυο χρόνια αργότερα διορίστηκε έκτακτος καθηγητής στη νεοϊδρυθείσα τότε έδρα Εισαγωγής στην Επιστήμη του Δικαίου και της Φιλοσοφίας του Δικαίου και εξέδωσε το σύγγραμμα "Το πρόβλημα της ερμηνείας του Δικαίου". Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά απορρίφτηκε πρόταση για εκλογή του σε τακτικό καθηγητή και ο Τσάτσος εξορίστηκε στη Σκύρο (1939) και τις Σπέτσες (1940). Μετά την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου το καθεστώς αρνείται να δεχτεί το αίτημά του να καταταγεί εθελοντικά και τον τοποθετεί (μαζί με τους Ι.Κακριδή και Ι. Θεοδωρακόπουλο) στην Πνευματική Επιστράτευση του Πολέμου. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής πήρε μέρος σε ομάδα φυγάδευσης ελλήνων και άγγλων αξιωματικών και στις οργανώσεις ΕΟΧΑ, ΕΚΚΑ και Σοσιαλιστική Ένωση (βραχύβια πολιτική οργάνωση με αντιβασιλικό και αντικομουνιστικό προσανατολισμό). Παύτηκε από τη θέση του στο πανεπιστήμιο και διώχτηκε όταν την παραμονή της 28ης Οκτωβρίου 1941 μέσα στο αμφιθέατρο κήρυξε την επομένη ημέρα εθνική επέτειο ελευθερίας. Από το 1944 ως το 1945 διέφυγε στη Μέση Ανατολή, όπου διορίστηκε τεχνικός σύμβουλος της εξόριστης κυβέρνησης Τσουδερού. Στην Ελλάδα επέστρεψε μετά την απελευθέρωση και το 1946 παραιτήθηκε από το πανεπιστήμιο. Διετέλεσε υπουργός Εσωτερικών και Προνοίας (1945), βουλευτής Αθηνών (1946), υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (1949-50), υφυπουργός Συντονισμού (1950-1951), υπουργός Προεδρίας (1956-1961), υπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας (1962-1963), υπουργός Δικαιοσύνης (1967), υπουργός Πολιτισμού (1974), πρώτος Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας (1975). Το 1953 ταξίδεψε στις Η.Π.Α., όπου δίδαξε για δυο χρόνια στο ελεύθερο πανεπιστήμιο του Ευάγγελου Παπανούτσου Αθήναιον. Υπήρξε συνιδρυτής της ΕΡΕ. Το 1961 εκλέχτηκε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και το 1965 πρόεδρός της. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου συμμετείχε στην έκδοση της "Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους" της Εκδοτικής Αθηνών. Το 1975 από τη θέση του Προέδρου Επιτροπής του Συντάγματος διέταξε το κάψιμο των φακέλων πολιτικών φρονημάτων των υπαλλήλων του Υπουργείου Πολιτισμού που είχε συντάξει το δικτατορικό καθεστώς. Υπήρξε επίτιμος διδάκτορας του πανεπιστημίου της Σορβόννης, ξένος εταίρος της Ακαδημίας Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού (1979), ξένος εταίρος της Βασιλικής Ακαδημίας του Μαρόκκου και της Ακαδημίας της Ρουμανίας (1980), μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών Τέχνης και Γραμμάτων. Για την προώθηση της ιδέας της Ενωμένης Ευρώπης τιμήθηκε με το βραβείο του Ιδρύματος Κουντεχόβε-Καλλέργη. Πέθανε το 1987 στην τελευταία κατοικία του στην Κηφισιά. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Κωνσταντίνου Τσάτσου βλ. Τσιρόπουλος Κώστας Ε., "Τσάτσος Κωνσταντίνος", Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 9β. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988, Μυλωνά Δέσποινα, "Χρονολόγιο Κωνσταντίνου Τσάτσου", Επτά Ημέρες Καθημερινής, 19/10/1997, σ.3-7 και Μυλωνά-Τσάτσου Δέσποινα, "Βιοχρονολόγιο Κωνσταντίνου Δημ. Τσάτσου", Νέα Εστία 142, Χριστούγεννα 1997, αρ.1690, σ.3-10. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΙΣ

Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.


Μόνο συνδεδεμένοι πελάτες που έχουν αγοράσει αυτό το προϊόν μπορούν να αφήσουν μία αξιολόγηση.