Η κριτική για τον Πέτρο Χάρη

0 out of 5

25.26

Κωδικός Προϊόντος: 9789607316387
Προβολη καλαθιου

Συγγραφέας: Συλλογικό Έργο

Εκδότης: Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη

Ημερ. Έκδοσης: 01/12/2009

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Όσο κι αν ψάξει κανείς είναι μάλλον αδύνατον ν’ ανακαλύψει πότε δημοσιεύεται για πρώτη φορά κείμενο του Πέτρου Χάρη. Και αν, επιπλέον, το κείμενο αυτό είναι σχόλιο, μελέτημα, κριτική, δοκίμιο ή διήγημα. Αν υπάρχει ακόμα έστω κι ένα κείμενό του δημοσιευμένο με το πραγματικό του όνομα που ήταν Γιάννης Μαρμαριάδης. […]
Όπως γίνεται αντιληπτό και από την μακριά σειρά των κριτικών κειμένων που ακολουθούν, για τα βιβλία του Πέτρου Χάρη, ο ίδιος παρά το αίσθημα νοικοκυρωσύνης και τάξεως που απέπνεε, υπήρξε ένας δημιουργός συχνά απρόβλεπτος στον νεωτερισμό και την ριζοσπαστικότητάς του. […]

(Θανάσης Ν. Νιάρχος, από το προλογικό κείμενο)

Συγγραφεας: Παλαιολόγος Παύλος, Παπανούτσος Π. Ευάγγελος, Παναγιωτόπουλος Μ. Ι., Άγρας Τέλλος, Κουκούλας Λέων, Θρύλος Άλκης, Τερζάκης Άγγελος, Χουρμούζιος Αιμίλιος, Χατζίνης Γιάννης, Ροδάς Μιχ., Σικελιανός Άγγελος, Δημαράς Θ. Κωνσταντίνος, Γιάννη Σιδέρη, Βαρίκας Βάσος, Κοτζιάς Αλέξανδρος, Δικταίος Άρης, Μυριβήλης Στρατής, Φουριώτης Άγγελος, Μελάς Σπύρος, Καραντώνης Ανδρέας, Πράτσικας Γιώργος, Κοββατζής Αστέρης, Κλάρας Δ. Μπάμπης, Αρτεμάκης Στέλιος, Καρακάλος Ι. Ξεν., Παπακωνσταντίνου Κ. Δημήτρης, Βαλέτας Γεώργιος, Φραγκόπουλος Δ. Θεόφιλος, Βρεττάκος Νικηφόρος, Κανελλόπουλος Κ. Παναγιώτης, Μακρής Σόλων, Φτέρης Γεώργιος, Δεδόπουλος Ι. Κ., Στασινόπουλος Δ. Μιχαήλ, Λαπαθιώτης Ναπολέων
Επιμέλεια: Νιάρχος Θ. Θανάσης
ISBN: 978-960-7316-38-7

Πρώτη Έκδοση : 01/12/2009

Αριθμός Σελίδων : 583

Διαστάσεις : 21 x 14 cm

Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο

Τόπος Έκδοσης : Αθήνα

Παλαιολόγος Παύλος

Ο Παύλος Παλαιολόγος έγραφε το χρονογράφημα του "Βήματος".

Παπανούτσος Π. Ευάγγελος

Ο Ευάγγελος Παπανούτσος γεννήθηκε το 1900 στον Πειραιά. Σπούδασε στα πανεπιστήμια Αθηνών, Βερολίνου, Τυβίγγης και Παρισίων. Διετέλεσε διδάκτωρ της Φιλοσοφίας, του γερμανικού Πανεπιστημίου της Τυβίγγης. Και "τιμής ένεκεν" διδάκτωρ του Δικαίου, του σκωτικού Πανεπιστημίου του Αγίου Ανδρέου. Η συμβολή του στη λειτουργία και στην ανακαίνιση της Ελληνικής Παιδείας είναι πασίγνωστη. Υπηρέτησε την εκπαίδευση από το 1920, και ως εκπαιδευτικός πέρασε όλες τις βαθμίδες της ιεραρχίας, έως ότου (μετά την απελευθέρωση της χώρας) διορίστηκε γενικός διευθυντής και αργότερα (1950 και 1963) γενικός γραμματέας στο Υπουργείο Παιδείας. Δίδαξε επί 20 χρόνια φιλοσοφία, ψυχολογία και παιδαγωγικά στον μορφωτικό σύλλογο "Αθήναιον". Διετέλεσε αντιπρόεδρος του "Αθηναϊκού Τεχνολογικού Ομίλου" και βουλευτής επικρατείας στην πρώτη Δημοκρατική Βουλή. Με τη διεύθυνσή του δημοσιεύτηκαν 15 τόμοι του Περιοδικού "Παιδεία" (1946-1961) και 100 τόμοι Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, έκδοση Ι. Ζαχαρόπουλου (1954-1958). Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει δεκάδες βιβλία, όχι μόνο στην ελληνική, αλλά και στη γερμανική, την αγγλική και τη γαλλική. Πέθανε το 1982.

Παναγιωτόπουλος Μ. Ι.

Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος (1901-1982). Ο Ι[ωάννης] Μ. Παναγιωτόπουλος γεννήθηκε στο Αιτωλικό, πρωτότοκος γιος του Μιχαήλ και της Ειρήνης. Οι γονείς του απέκτησαν τρία ακόμη παιδιά που πέθαναν όμως σε παιδική ηλικία. Το 1910 η οικογένεια Παναγιωτόπουλου εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του και γράφτηκε Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου. Αποφοίτησε το 1923 και εργάστηκε για πολλά χρόνια στην ιδιωτική εκπαίδευση. Υπήρξε βασικό στέλεχος της ιδιωτικής σχολής Μακρή, την οποία αργότερα αγόρασε και μετονόμασε σε Ελληνικά Εκπαιδευτήρια (πρόκειται για τη γνωστή σήμερα ως Σχολή Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου στο Παλαιό Ψυχικό). Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής ταξίδεψε στην Ευρώπη, τη Μικρά Ασία, την Κίνα και αλλού. Το 1947 διορίστηκε καθηγητής Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης. Διετέλεσε μέλος Διοικητικού Συμβουλίου στην Εθνική Πινακοθήκη, το Εθνικό Θέατρο και το μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, υπουργός Πολιτισμού και Επιστημών της κυβέρνησης Κ. Καραμανλή το 1974. Το 1976 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πέθανε στην Αθήνα το 1982. Το σύνολο του συγγραφικού έργου του Ι. Μ.Παναγιωτόπουλου είναι τεράστιο σε έκταση. Ασχολήθηκε επί εξήντα χρόνια παράλληλα με την ποίηση, την πεζογραφία, την ταξιδιωτική λογοτεχνία, την αρθρογραφία, το δοκίμιο, την κριτική. Το πρώτο του δημοσίευμα ήταν ένα πεζό κείμενο γραμμένο στην καθαρεύουσα στις στήλες της εφημερίδας "Ελλάδα" το 1916, ενώ συνέχισε να δημοσιεύει κείμενά του στα περιοδικά "Ναυτική Δόξα", "Σφαίρα και Εθνικό Εγερτήριο". Το 1920 πραγματοποίησε την πρώτη του ουσιαστική εμφάνιση στα γράμματα από τις στήλες του περιοδικού "Μούσα" των Νάσου Χρηστίδη και Παύλου Καλλιγά (1920-1923), του οποίου υπήρξε συνδιευθυντής μαζί με τους Λέοντα Κουκούλα, Μιχαήλ Στασινόπουλο και Κλέωνα Παράσχο. Ακολούθησαν συνεργασίες του με περιοδικά και εφημερίδες όπως η "Ζωή", η "Νέα Ζωή", τα "Νέα Γράμματα", το "Νέον Κράτος", η "Νέα Εστία", η "Πρωία", η "Ελευθερία", ενώ συνεργάστηκε επίσης στη "Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια" του Πυρσού. Στα πρώτα του ποιήματα κινήθηκε στο πλαίσιο του αισθητισμού, του νεοσυμβολισμού και του νεορομαντισμού με έντονες επιρροές από τον Κωστή Παλαμά (εδώ ανήκει η πρώτη του ποιητική συλλογή "Το βιβλίο της Μιράντας" του 1924) και στράφηκε αργότερα προς την ανανεωτική τάση των ποιητών του μεσοπολέμου, την εσωτερικότητα και τον υπερρεαλισμό (ορόσημο η ποιητική συλλογή "Αλκυόνη", γραμμένη από το 1934 ως το 1948). Στην πεζογραφία του παρατηρείται συνύπαρξη ποιητικών στοιχείων με στοιχεία κριτικού στοχασμού, καθώς επίσης μια ιδιαίτερη φροντίδα της έκφρασης (σημειώνονται ενδεικτικά τα έργα του "Αστροφεγγιά" (1945), "Χαμοζωή" (1946), και "Τα εφτά κοιμισμένα παιδιά" (1956 - Α’ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος). Στην κοσμοθεωρία του ανιχνεύονται αρχικές επιρροές από την πεσιμιστική αντίληψη για τη ζωή που υιοθέτησαν και σύγχρονοί του αισθητιστές λογοτέχνες (Κώστας Ουράνης, Τέλλος Άγρας, Ναπολέων Λαπαθιώτης κ.ά.), ενώ στα έργα της ωριμότητάς του στράφηκε προς μια τραγική στάση αποδοχής του ανεκπλήρωτου της ηδονής και της ματαιότητας της ανθρώπινης ζωής. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Ι. Μ.Παναγιωτόπουλου βλ. Ζήρας Αλεξ., "Παναγιωτόπουλος Ι. Μ.", Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 8. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988, Κούσουλας Λουκάς, "Ι.Μ.Παναγιωτόπουλος", Η μεσοπολεμική πεζογραφία · Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939) Στ΄, σ.364-417. Αθήνα, Σοκόλης, 1993 και Χατζηφώτης Ι.Μ., "Παναγιωτόπουλος Ι.Μ.", Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 11. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Άγρας Τέλλος

Τέλλος Άγρας (1899 - 1944). Ο Τέλλος Άγρας (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ευάγγελου Ιωάννου) γεννήθηκε στην Καλαμπάκα, γιος του σχολάρχη Γεωργίου Ιωάννου και της Ειρήνης Βλάχου. Είχε ένα μικρότερο αδερφό το Χρήστο. Το 1899 η οικογένειά του ήρθε στην Αθήνα και το 1906 μετακόμισε στο Λαύριο, όπου ο ποιητής τέλειωσε το Δημοτικό και το Ελληνικό Σχολείο. Το 1907 έγινε συνδρομητής στη Διάπλαση των Παίδων, όπου πρωτοεμφανίστηκε σε ηλικία έντεκα μόλις ετών, στη στήλη της αλληλογραφίας. Τον ίδιο χρόνο πραγματοποίησε και τα δυο μοναδικά ταξίδια της ζωής του, ένα στην Κάρυστο και ένα στη Χαλκίδα. Από το 1911 άρχισε να γράφει τακτικά στη στήλη συνεργασίας συνδρομητών της Διάπλασης με το ψευδώνυμο Τέλλος Άγρας. Η πρώτη του ποιητική δημοσίευση ήταν ο Βράχος. Το 1912 γράφτηκε στο Γυμνάσιο στην Αθήνα, μένοντας στο σπίτι της αδερφής της μητέρας του Αριστέας Βλάχου ως το 1925 που η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα. Μετά το θάνατο της θείας του ο Άγρας κράτησε το μικρό σπίτι της ως ερημητήριο. Η συνεργασία του με τη Διάπλαση των Παίδων συνεχίστηκε συστηματικά και ο συνολικός όγκος των νεανικών δημοσιευμάτων του υπήρξε πολύ μεγάλος. Το 1914 ο Ξενόπουλος σχεδίαζε να κάνει τον Άγρα τακτικό συνεργάτη του περιοδικού, τα σχέδιά του αναβλήθηκαν όμως με το ξέσπασμα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου (πραγματοποιήθηκαν τελικά το 1916). Το 1916 τέλειωσε το Γυμνάσιο και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (αποφοίτησε το 1923). Η πρώτη επίσημη παρουσία του στις στήλες της Διάπλασης σημειώθηκε το Μάη του ίδιου χρόνου με το πεζογράφημα Αποχαιρετισμός. Ακολούθησαν συνεργασίες του με τα περιοδικά Λύρα, Βωμός, Νέοι κ.α. Το 1918 βραβεύτηκε στο Σεβαστοπούλειο διαγωνισμό και στο διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού του Λονδίνου Εσπερία. Το 1921 έδωσε διάλεξη για τον Καβάφη στην αίθουσα του Ελληνικού Ωδείου και εξέδωσε τη μετάφραση των Στροφών του Jean Moreas, ενώ το 1926 πραγματοποίησε και δεύτερη έκδοση μεταφράσεων από το έργο του Moreas με μια μελέτη για την ποίηση του γαλλόφωνου έλληνα ποιητή και μια για τη λογοτεχνική μετάφραση. Από το 1924 εργάστηκε στο Υπουργείο Γεωργίας και το 1927 διορίστηκε στην Εθνική Βιβλιοθήκη, όπου παρέμεινε ως το θάνατό του. Έγραφε στη Νέα Εστία από τον πρώτο χρόνο κυκλοφορίας της και έγινε γρήγορα αρχισυντάκτης της (παραιτήθηκε από την αρχισυνταξία το 1932 και το 1936 ανέλαβε τη στήλη της αλληλογραφίας), ενώ δημοσίευσε επίσης κείμενά του στα Γράμματα, τη Νέα Ζωή, την Αλεξανδρινή Τέχνη (και τα τρία περιοδικά της Αλεξάνδρειας), το Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου και σε πολλά άλλα έντυπα. Το 1928 έγινε συνεργάτης της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας του Πυρσού. Το 1934 κυκλοφόρησε η πρώτη συλλογή ποιημάτων του, με τίτλο Τα βουκολικά και τα εγκώμια. Ακολούθησε (1939) η δεύτερη συλλογή του με τίτλο Καθημερινές (1923-1930), που τιμήθηκε το 1940 με το Κρατικό Βραβείο ενώ τα Τριαντάφυλλα μιανής ημέρας (1929-1944) εκδόθηκαν μόλις το 1966. Το 1938 πέθανε ο πατέρας του και ο Άγρας μετακόμισε με τη μητέρα του στην οδό Αγαθουπόλεως, όπου παρέμεινε ως το τέλος της ζωής του. Οι κακουχίες της γερμανικής κατοχής αποδυνάμωσαν περισσότερο την ήδη ευαίσθητη κατάσταση της υγείας του. Τη μέρα της Απελευθέρωσης χτυπήθηκε από μια αδέσποτη σφαίρα στον αστράγαλο. Μεταφέρθηκε στον Ευαγγελισμό όπου πέθανε το Νοέμβρη του 1944. Ο Τέλλος Άγρας τοποθετείται στους έλληνες ποιητές του μεσοπολέμου, τους λεγόμενους νεορομαντικούς ή παρακμιακούς (Καρυωτάκης, Κλέων Παράσχος, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Κώστας Ουράνης κ.α.). Το ποιητικό του έργο είναι αποτέλεσμα δημιουργικής αφομοίωσης του πνεύματος του γαλλικού συμβολισμού και αισθητισμού ( Moreas, Laforgue, Verlain, Mallarme, Baudelaire κ.α.) αλλά και της ελληνικής ποιητικής παράδοσης από το δημοτικό τραγούδι ως τον Ιωάννη Πολέμη, τον Κωστή Παλαμά, το Μιλτιάδη Μαλακάση και τον Κωνσταντίνο Καβάφη. Κινήθηκε στα πλαίσια της εσωτερικότητας, της μελαγχολίας, της νοσηρότητας και της απαισιοδοξίας των συγχρόνων του, υιοθέτησε την ειδυλλιακή ενατένιση του παρελθόντος, ωστόσο παράλληλα χάρη στη βαθιά πνευματική του καλλιέργεια αρνήθηκε να παραδοθεί στην απελπισία και αγωνίστηκε να κρατηθεί από την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Πρέπει τέλος να σημειωθεί η αξία του κριτικού του έργου που χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη οξυδέρκεια, ευαισθησία, βαθιά γνώση της φιλοσοφίας και επαρκή ενημέρωση για τις σύγχρονές του ευρωπαϊκές θεωρίες της λογοτεχνίας και τον τοποθετεί στην πρωτοπορία της νεοελληνικής κριτικής σκέψης. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Τέλλου Άγρα βλ. Ζήρας Αλέξης, «Άγρας Τέλλος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 1. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1983 και Στασινοπούλου Μαρία, «Χρονολόγιο Τέλλου Άγρα», Διαβάζω 104, 17/10/1984, σ.14-21. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Κουκούλας Λέων

Θρύλος Άλκης

Άλκης Θρύλος (1896-1971). Ψευδώνυμο της Ελένης Νεγρεπόντη, συζύγου του Κώστα Ουράνη. Γεννήθηκε στην Αθήνα. Από νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με την κριτική. Συνεργάτις του περιοδικού "Νέα Εστία", κράτησε τη στήλη της θεατρικής κριτικής από το 1927 και ως το τέλος της ζωής της, ενώ συνεργάστηκε επίσης με το "Νουμά" του Ταγκόπουλου και την "Ακρόπολη" του Βλάση Γαβριηλίδη, τον "Πυρσό", το "Βωμό", την "Ελληνική Δημιουργία", την "Αρμονία", την "Καινούργια Εποχή" και άλλα έντυπα. Διετέλεσε μέλος της επιτροπής των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας, μέλος της καλλιτεχνικής επιτροπής του Εθνικού Θεάτρου και σύμβουλος της Ένωσης θεατρικών και μουσικών κριτικών, ενώ ίδρυσε την Ομάδα των Δώδεκα. Το 1969 αναγορεύτηκε πρόσεδρο μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, όπου και άφησε την περιουσία της. Ασχολήθηκε με το θέατρο ως συγγραφέας του μονόπρακτου έργου "Φλοίσβος", που παραστάθηκε το 1916, εξέδωσε επίσης κείμενα ταξιδιωτικών εντυπώσεων, κυρίως ωστόσο ασχολήθηκε με το δοκίμιο και την κριτική. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία της Ελένης Ουράνη βλ. Γεωργουσόπουλος Κώστας, "Θρύλος Άλκης", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό{, τ. 4, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985 και Χατζηφώτης Ι.Μ., "Θρύλος Άλκης", στη "Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", τ. 7, Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Τερζάκης Άγγελος

Άγγελος Τερζάκης (1907-1978). Ο Άγγελος Τερζάκης γεννήθηκε στο Ναύπλιο, γιος του τότε δημάρχου της πόλης Δημητρίου Τερζάκη και της Αγγελικής το γένος Πανοπούλου. Το 1915 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα, όπου ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου, της οποίας αναγορεύτηκε διδάκτωρ το 1927. Από το 1929 και για δυο χρόνια άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου. Το 1925 πρωτοεμφανίστηκε στο χώρο της λογοτεχνίας με τη δημοσίευση της συλλογής διηγημάτων του Ο ξεχασμένος. Το 1929 εξέδωσε την Φθινοπωρινή Συμφωνία. Ακολούθησε η έκδοση του μυθιστορήματός του Δεσμώτες, που μαζί με τον Πρίγκηπα του Θράσου Καστανάκη θεωρήθηκαν από την κριτική ως τα πρώτα πεζογραφήματα της γενιάς του ’30 και Η παρακμή των Σκληρών, που επαινέθηκε από τον Κωστή Παλαμά, ενώ με μεγάλη επιτυχία εκδόθηκε το 1937 Η μενεξεδένια πολιτεία. Το 1936 παντρεύτηκε τη Λουΐζα Βογάσαρη, με την οποία απέκτησε ένα γιο το Δημήτρη. Τον ίδιο χρόνο παραστάθηκε στο Εθνικό Θέατρο η βυζαντινή τραγωδία του Αυτοκράτωρ Μιχαήλ. Το 1937 ανέλαβε τη Γραμματεία του Εθνικού Θεάτρου, όπου κατέλαβε διαδοχικά διάφορες διοικητικές θέσεις, φθάνοντας ως εκείνη του υπηρεσιακού γενικού διευθυντή (με αίτησή του παρέμεινε ως το 1960 στη θέση του διευθυντή δραματολογίου, την οποία κατέλαβε το 1940). Από το 1940 και ως τη λήξη του πολέμου υπηρέτησε στο Αλβανικό Μέτωπο.Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Θεάτρου (1939), το Α’ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (1958 για τη Μυστική Ζωή), το Βραβείο Δοκιμίου των Δώδεκα (1964 για τον τόμο δοκιμίων Προσανατολισμός στον αιώνα), το Αριστείο Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών (1969, για το Μυστήριο του Ιάγου). Ταξίδεψε στη Ρουμανία (1958), τη Σοβιετική Ένωση (1959), τις Η.Π.Α. (1966, όπου έδωσε διαλέξεις στα Πανεπιστήμια Princeton και Tufts), την Ουγγαρία (1966), το Ρήνο (1974). Διετέλεσε μορφωτικός σύμβουλος του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών (1966) και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών (εκλέχτηκε το 1974). Το λογοτεχνικό έργο του Άγγελου Τερζάκη κινείται στα πλαίσια του τραγικού που γεννάται από το αναπόφευκτο της καταστροφής στην οποία οδηγούνται οι ήρωές του. Επηρεασμένος από συγγραφείς όπως ο Κνουτ Χάμσουν, ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι αλλά και ο Δημοσθένης Βουτυράς, δημιούργησε πρόσωπα αδύναμα να αντιδράσουν στην μιζέρια της ζωής του, πρόσωπα που ασφυκτιούν στο οικογενειακό και το ευρύτερο κοινωνικό τους περιβάλλον και εκπροσωπούν το αίσθημα απογοήτευσης και παραίτησης του συγγραφέα. Την ελπίδα τοποθέτησε στο χώρο των ιδανικών που ξεπερνούν πολιτικές και άλλες κατηγοριοποιήσεις, καθώς και στο χώρο της μεταφυσικής αναζήτησης. Από τα έργα του σημειώνουμε ενδεικτικά την Πριγκηπέσσα Ιζαμπώ, τη Μυστική ζωή, τη Μενεξεδένια Πολιτεία, ενώ πρέπει επίσης να αναφερθεί το σημαντικό δοκιμιακό έργο του που άσκησε επίδραση τόσο στη λογοτεχνική όσο και στη θεατρική παραγωγή του. Θεατρικά του έργα παραστάθηκαν από το Εθνικό Θέατρο, τους θιάσους Αιμίλιου Βεάκη (1942), Κατσέλη - Γληνού - Παρασκευά (1949), Κατερίνας (1959), Δημήτρη Χορν (1962), το Πειραματικό Θέατρο της Μαριέτας Ριάλδη (1970), το Αμφιθέατρο του Σπύρου Ευαγγελάτου (1995), καθώς και από άλλους θιάσους της Ελλάδας και του εξωτερικού. Έργα του μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες και ο ίδιος μετέφρασε έργα των Τζόζεφ Κόνραντ, Μπεν Τζόνσον, Ανρί Μπεργκσόν και Ευριπίδη. Διετέλεσε διευθυντής των βραχύβιων λογοτεχνικών περιοδικών Πνοή και Λόγος (1929) και του περιοδικού Εποχές (1963), και από το 1947 συνεργάστηκε σε τακτική βάση με την εφημερίδα Το Βήμα. Πέθανε στην Αθήνα. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Άγγελου Τερζάκη βλ. Ζήρας Αλεξ., «Τερζάκης Άγγελος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 9β. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988, Μπερλής Άρης, «Άγγελος Τερζάκης», Η μεσοπολεμική πεζογραφία· Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939) Η΄, σ.188-213. Αθήνα, Σοκόλης, 1993 Τερζάκης Άγγελος, «Βιογραφικόν Σημείωμα», Νέα Εστία 108, Χριστούγεννα 1980, αρ.1283, σ.2-4, Φαρμάκης Φρ., «Τερζάκης Άγγελος», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 12. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. και «Χρονογραφία του Άγγελου Τερζάκη», Προσφορά στον Άγγελο Τερζάκη· Για τα εβδομηντάχρονά του, Τετράδια Ευθύνης 4, 12/1977, σ.101-103 (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Χουρμούζιος Αιμίλιος

Χατζίνης Γιάννης

Ροδάς Μιχ.

Σικελιανός Άγγελος

Άγγελος Σικελιανός (1884-1951). Ο Άγγελος Σικελιανός γεννήθηκε στη Λευκάδα, γιος του Ιωάννη Σικελιανού και της Χαρίκλειας το γένος Στεφανίση. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε κοντά στον πατέρα του. Στη Λευκάδα ολοκλήρωσε το Δημοτικό σχολείο, το Ελληνικό Σχολείο και το Γυμνάσιο. Κατά τη διάρκεια της εφηβείας του άρχισε η πρώτη ενασχόλησή του με την ποίηση. Το 1901 έφυγε για την Αθήνα, όπου γράφτηκε στη Νομική Σχολή. Στην Αθήνα ήρθε σ' επαφή με τη Νέα Σκηνή του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου όπου δούλεψε ως ηθοποιός. Το 1902 πραγματοποίησε τις πρώτες δημοσιεύσεις ποιημάτων του σε λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής, ανάμεσά τους ο Διόνυσος και τα Παναθήναια, ενώ ένα χρόνο αργότερα συνεργάστηκε με το Νουμά. Το 1904 ξεκίνησε την πορεία του προς μια πιο μεγαλόπνοη ποιητική γραφή μέσα από τις σελίδες του Ακρίτα και ένα χρόνο αργότερα έφυγε για τη Λιβύη, όπου έγραψε τον "Αλαφροΐσκιωτο", που εκδόθηκε το 1909 γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία. Το 1906 επέστρεψε στη Λευκάδα. Τότε άρχισε η συμβίωσή του με την Εύα Πάλμερ, την οποία είχε γνωρίσει το 1905 στο σπίτι της αδερφής του Πηνελόπης και παντρεύτηκε το 1907 στην Αμερική. Μετά το γάμο το ζευγάρι εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και γνωρίστηκε με τους φιλολογικούς κύκλους. Τον επόμενο χρόνο γεννήθηκε ο γιος τους Γλαύκος. Το 1910 ο Σικελιανός πήρε μέρος στην ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου και τον επόμενο χρόνο δημοσίευσε το Δελφικό Ύμνο και έφυγε με τη σύζυγό του για το Παρίσι όπου παρακολούθησαν παράσταση αρχαίου δράματος από το ζεύγος Ντόνκαν. Τον ίδιο χρόνο πέθανε ο πατέρας του. Στις αρχές του 1912 επισκέφτηκε ξανά το Παρίσι. Τον ίδιο χρόνο στρατεύτηκε στους Βαλκανικούς πολέμους. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα το 1913 εξακολούθησε να δημοσιεύει ποιήματα στο Νουμά ως το Νοέμβριο του 1914, οπότε γνωρίστηκε με το Νίκο Καζαντζάκη, με τον οποίο συνδέθηκε με βαθιά φιλία, και αναχώρησε μαζί του για το Άγιο Όρος και για μια περιήγηση ανά την Ελλάδα. Μαζί με τον Καζαντζάκη τέθηκαν το 1915 με το μέρος του Βενιζέλου κατά τη ρήξη του έλληνα πολιτικού με το Παλάτι. Το 1917 πέθανε η αδερφή του Πηνελόπη. Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου επισκέφτηκε την Πραστοβά της Μάνης μαζί με τον Καζαντζάκη και το 1919 την Ολυμπία και την Επίδαυρο. Το 1920 έμεινε με τη σύζυγό του στη Συκιά Κορινθίας και το 1921 έφυγε για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους. Επέστρεψε στη Συκιά και την ίδια χρονιά στράφηκε προς μια ολοκληρωμένη σύλληψη της Δελφικής Ιδέας, υπό την επίδραση της Μικρασιατικής Εκστρατείας, των επιπτώσεων του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και της έκρηξης της Ρωσικής Επανάστασης. Το καλοκαίρι του 1922 έφυγε για την Αγόριανη, όπου μελέτησε την πρακτική εφαρμογή της Δελφικής Ιδέας και πληροφορήθηκε τη Μικρασιατική Καταστροφή. Τον επόμενο χρόνο έδωσε είκοσι διαλέξεις στη Νομική Σχολή με θέμα τη έκφραση της ιδέας της παγκόσμιας ειρήνης και αδελφοσύνης ανά τους αιώνες. Το 1924 εγκαταστάθηκε με τη σύζυγό του στους Δελφούς όπου συνέχισαν την προεργασία για την υλοποίηση της Δελφικής Ιδέας. Στους Δελφούς τάφηκε η μητέρα του που πέθανε ένα χρόνο αργότερα. Ο Σικελιανός είχε νωρίτερα προσκαλέσει διανοούμενους από όλο τον κόσμο στο μελλοντικό Διεθνές Κέντρο των Δελφών. Τον Ιούνιο απήγγειλε την Ωδή στο Βαλαωρίτη κατά τη διάρκεια του εορτασμού των εκατό χρόνων από τη γέννηση του ποιητή στη Λευκάδα. Το Μάιο του 1927 εγκαινιάστηκαν οι Δελφικές γιορτές που γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στην Ελλάδα και είχαν απήχηση στο εξωτερικό. Δυο χρόνια αργότερα στην Ιόνιο Ανθολογία δημοσιεύτηκε άρθρο που πρότεινε το Σικελιανό για το βραβείο Νόμπελ και η Ακαδημία Αθηνών τίμησε το ζεύγος Σικελιανού για την αναβίωση των Δελφικών Εορτών. Το 1930 πραγματοποιήθηκαν οι δεύτερες Δελφικές Εορτές με την παρουσία πολιτικών παραγόντων και εξίσου μεγάλη επιτυχία με τις πρώτες. Κατά τη διάρκεια των δύο επόμενων χρόνων ιδρύθηκε η Δελφική Ένωση με κρατική μέριμνα, ο Σικελιανός προσκλήθηκε στο Παρίσι όπου γνωρίστηκε με τον Πωλ Γκονκούρ και τον Πωλ Βαλερύ και επιστρέφοντας στην Ελλάδα εξέδωσε μια εκπαιδευτική διακήρυξη για τη Δελφική Ένωση και το βιβλίο Δελφική Ιδέα· Ένα προανάκρουσμα. Το 1933 πραγματοποιήθηκαν δυο παραστάσεις της τραγωδίας του Σικελιανού Ο Διθύραμβος του Ρόδου σε σκηνοθεσία δική του με τη συνεργασία της Εύας. Τον επόμενο χρόνο έγιναν κάποιες κρατικές προσπάθειες για την ίδρυση του Δελφικού Κέντρου, οι οποίες όμως δεν ολοκληρώθηκαν. Στο Παρίσι ο Λουί Ρουσσέλ πρόβαλε το όνομα του Σικελιανού με μια σειρά άρθρων στο περιοδικό Libre. Το 1936 ο Σικελιανός εξέδωσε με διακήρυξη για την οργάνωση των Δελφικών Εορτών και του Δελφικού πνευματικού κέντρου. Το 1938 γνωρίστηκε με την Άννα Καραμάνη την οποία παντρεύτηκε στην Ελευσίνα το 1940. Τον ίδιο χρόνο έγραψε τη "Σίβυλλα". Με τη δεύτερη γυναίκα του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και ταξίδεψε στην Αίγινα. Το 1943 απήγγειλε το ποίημα "Ηχήστε οι σάλπιγγες" κατά τη διάρκεια της κηδείας του Κωστή Παλαμά. Το 1944 άρχισε να έχει προβλήματα υγείας. Το 1946 προτάθηκε δυο φορές από την Εταιρεία Ελλήνων λογοτεχνών για το βραβείο Νόμπελ, τη δεύτερη από κοινού με τον Καζαντζάκη, και μαζί με τον τελευταίο προσφώνησαν τον Πωλ Ελυάρ στην τιμητική υποδοχή του στην Αθήνα. Το 1947 εκλέχτηκε πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και προτάθηκε ξανά - αυτή τη φορά από ομάδα ευρωπαίων συγγραφέων - για το βραβείο Νόμπελ. Το 1950 έπαθε εγκεφαλική συμφόρηση και πέθανε το 1951. Το λογοτεχνικό έργο του Σικελιανού υπηρέτησε τη μεγαλόπνοη κοσμοθεωρία του για το ρόλο του ποιητή ως θιασώτη και ιεραπόστολου μιας θρησκευτικής ιδεολογίας, η οποία ενσωματώνοντας την παράδοση της πορείας του κόσμου μέσα στους αιώνες οραματίζεται την επανασύνδεση του ανθρώπου με τον αρχετυπικό Μύθο της ενιαίας ψυχοσωματικής υπόστασης. Στο θεωρητικό αυτό στοχασμό ο Σικελιανός υπέταξε τα εκφραστικά του μέσα. Υιοθέτησε μια προ- και αντι- λογική έκφραση τόσο στην ποίηση, όσο και στις τραγωδίες του και αφομοίωσε ποικίλες πνευματικές επιδράσεις. Στα κείμενά του συνυπάρχουν στοιχεία που παραπέμπουν στα ρεύματα του ρομαντισμού, του αισθητισμού, του συμβολισμού αλλά και στους αρχαίους έλληνες ορφικούς και προσωκρατικούς φιλοσόφους. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Άγγελου Σικελιανού βλ. Anton John P., «Σικελιανός Άγγελος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 9α΄. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988 και Τετράδια Ευθύνης 11. Αθήνα, 1980. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Δημαράς Θ. Κωνσταντίνος

Ο Κωνσταντίνος Θησέως Δημαράς γεννήθηκε στην Αθήνα στις 21 Μαΐου 1904 και πέθανε στο Παρίσι στις 18 Φεβρουαρίου 1992. Υπήρξε κριτικός και ιστορικός της νεοελληνικής λογοτεχνίας και ο πρώτος και σημαντικότερος μελετητής του νεοελληνικού διαφωτισμού. Ξεκίνησε τις σπουδές του στην ιατρική, αλλά ύστερα γράφτηκε στην Φιλοσοφική Aθηνών και πήρε τελικά πτυχίο από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το οποίο και τον αναγόρευσε διδάκτορα Φιλολογίας. Tα επιστημονικά του δημοσιεύματα άρχισαν το 1926. Συνεργάστηκε με πολλά έντυπα (όπως οι εφημερίδες "Eλληνικά Γράμματα" και "Πρωΐα", αλλά κυρίως η εφημερίδα "Tο Bήμα" και το περιοδικό "Nέα Eστία"). Tο έργο ζωής του Κ. Θ. Δημαρά είναι η "Iστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας" (πρώτη έκδοση 1948), όπου συνέθεσε γνωστά και άγνωστα στοιχεία καταγράφοντας την πορεία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ερμηνεύοντας και εντάσσοντάς την σε ευρωπαϊκό πλαίσιο. Tο τελευταίο συνθετικό του έργο ήταν το "Kωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος: Η εποχή του, η ζωή του, το έργο του", όπου το έργο του μεγάλου ιστορικού θεωρείται από νέα οπτική γωνία, και εξετάζεται ο ρόλος του στη διαμόρφωση των νεοελληνικών νοοτροπιών. Διετέλεσε γενικός διευθυντής του Iδρύματος Kρατικών Yποτροφιών, από τη σύστασή του το 1951, και διευθύνων σύμβουλος του Eθνικού (τότε Bασιλικού) Iδρύματος Eρευνών, επίσης από τη σύστασή του το 1961. Aπομακρύνθηκε και από τις δύο θέσεις από το δικτατορικό καθεστώς, το 1967, και αποδέχτηκε πρόσκληση του πανεπιστημίου της Σορβόννης για να διδάξει στην έδρα Nέας Eλληνικής Λογοτεχνίας, καθώς και να διευθύνει το Nεοελληνικό Iνστιτούτο. Tις θέσεις αυτές διατήρησε έως το 1978, οπότε και αποσύρθηκε από την ενεργό υπηρεσία. (Πηγή: Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού)

Γιάννη Σιδέρη

Βαρίκας Βάσος

Κοτζιάς Αλέξανδρος

Αλέξανδρος Κοτζιάς (1926-1992). Ο Αλέξανδρος Κοτζιάς γεννήθηκε στην Αθήνα, δεύτερος γιος του Παναγιώτη Κοτζιά από τη Δημητσάνα και της Ξένης το γένος Αλεξανδροπούλου από τη Χαλκίδα. Η οικογένειά του ήταν εύπορη, καταστράφηκε όμως οικονομικά κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, καθώς είχε προηγηθεί και ο θάνατος του πατέρα ήδη από το 1936. Ο Αλέξανδρος σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών από το 1943 ως το 1947 δεν αποφοίτησε όμως, καθώς το αντικείμενο δεν τον ενδιέφερε. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου προσβλήθηκε από φυματίωση και το πατρικό του σπίτι λεηλατήθηκε και πυρπολήθηκε. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας (1948-1952) επισκέφτηκε πολλά μέρη της Ελλάδας και από το 1950 ως το 1956 στράφηκε μαζί με το μεγαλύτερο αδερφό του Κώστα στις οικοδομικές επιχειρήσεις. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1943 με τη δημοσίευση ενός διηγήματος στο περιοδικό "Μαθητικά Γράμματα" και πιο επίσημα δέκα χρόνια αργότερα με δημοσιεύσεις μεταφράσεων και μυθιστορημάτων, ενώ παράλληλα ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη δημοσιογραφία και τη λογοτεχνική κριτική (1956-1982). Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου συμμετείχε σε αντιστασιακές οργανώσεις και συνεργάστηκε στις εκδόσεις "18 Κείμενα", "Νέα Κείμενα Ι", "Νέα Κείμενα ΙΙ" και στο περιοδικό "Συνέχεια". Συνεργάστηκε με τις εφημερίδες "Μεσημβρινή" και "Το Βήμα" και από το 1975 ως το 1982 ανέλαβε την επιμέλεια της έκδοσης της "Φιλολογικής Καθημερινής". Εργάστηκε επίσης ως διευθυντής του γραφείου Τύπου της ελληνικής πρεσβείας του Λονδίνου και ως διευθυντής και ειδικός σύμβουλος της Γενικής Γραμματείας Τύπου και Πληροφοριών. Παντρεύτηκε την Ελένη Αποστόλου με την οποία απέκτησε δυο παιδιά. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων, αντιπρόεδρος (1982-1984) και σύμβουλός της (1986). Τιμήθηκε με το Α΄ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (1987 για το έργο του "Φανταστική περιπέτεια"). Στο έργο του Αλέξανδρου Κοτζιά κυριαρχεί ο πολιτικός και κοινωνικός προβληματισμός γύρω από τη νεώτερη ελληνική ιστορία, από τη γερμανική κατοχή και τον Εμφύλιο, ως την πτώση της απριλιανής δικτατορίας και τις μέρες μας. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Αλέξανδρου Κοτζιά βλ. Μανώλης Γιαλουράκης, "Κοτζιάς Αλέξανδρος", στη "Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", τ. 9, Αθήνα: Χάρη Πάτση, χ.χ., Αλέξης Ζήρας, "Κοτζιάς Αλέξανδρος", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 5, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1986, Π.Α. Ζάννας, "Αλέξανδρος Κοτζιάς", στο "Η μεταπολεμική πεζογραφία· από τον πόλεμο του '40 ως τη δικτατορία του '67", τ. Δ', Αθήνα: Σοκόλης, 1988, σ. 142-223, και Αλέξης Ζήρας, "Κοτζιάς Αλέξανδρος", στο "Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη, 2007, σ. 1135-1136. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.)

Δικταίος Άρης

Άρης Δικταίος (1919-1983). Ο Άρης Δικταίος (πραγματικό όνομα Κώστας Κωνσταντουλάκης) γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης. Το 1938 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου φοίτησε ως το 1940, οπότε επιστρατεύτηκε. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής έζησε στην Κρήτη. Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1945 και ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία στον Τύπο και το ραδιόφωνο, ως συνεργάτης του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας από το 1946 ως το 1951. Μαθητής Γυμνασίου ακόμα δημοσίευσε ποιήματα στο περιοδικό Νέα Γράμματα και το 1935 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Δώδεκα εφιαλτικές βινιέτες. Είχε προηγηθεί η αποκηρυγμένη ποιητική συλλογή Στα κύματα της ζωής (1934). Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Νεοελληνικά Γράμματα, Νέοι Ρυθμοί, Φιλολογικά Χρονικά, Νέα Εστία, Νέα Πορεία κ.α. Ιδιαίτερα ογκώδες είναι το δοκιμιακό και μεταφραστικό του έργο, ενώ εξέδωσε επίσης ποιητικές και λογοτεχνικές ανθολογίες. Τιμήθηκε με το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης το 1956 από κοινού με το Γιάννη Ρίτσο και το Παράσημο του Α΄ Βαθμού των Γραμμάτων Κύριλου και Μεθόδιου από την βουλγαρική κυβέρνηση (1977). Έργα του έχουν μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες. Η ποίηση του Άρη Δικταίου τοποθετείται στη λεγόμενη πρώτη μεταπολεμική γενιά της λογοτεχνίας μας, με έντονα τα στοιχεία της υπαρξιακής αγωνίας και επιρροές από τη λογοτεχνική και φιλοσοφική παραγωγή του Jean Paul Sartre. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Άρη Δικταίου βλ. Αργυρίου Αλεξ., «Άρης Δικταίος», Η ελληνική ποίηση· Η πρώτη μεταπολεμική γενιά, σ.68-71. Αθήνα, Σοκόλης, 1982, Γιαλουράκης Μανώλης, «Δικταίος Άρης», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 6. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. και χ.σ., «Δικταίος Άρης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 3. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Μυριβήλης Στρατής

Ο Στρατής Μυριβήλης (πραγματικό όνομα Ευστράτιος Σταματόπουλος) γεννήθηκε στη Συκαμιά της Λέσβου, πρωτότοκος γιος του Χαράλαμπου Σταματόπουλου και της Ασπασίας το γένος Γεωργιάδη. Φοίτησε στην Αστική Σχολή Συκαμιάς και στη συνέχεια στο Γυμνάσιο Μυτιλήνης, από όπου αποφοίτησε το 1910. Το 1912 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο, εργαζόμενος παράλληλα ως συντάκτης σε περιοδικά και εφημερίδες. Τις σπουδές του εγκατέλειψε σύντομα για λόγους βιοπορισμού. Κατατάχτηκε εθελοντικά το 1912 και πολέμησε στους βαλκανικούς πολέμους (όπου τραυματίστηκε στο πόδι), στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και στη Μικρασιατική εκστρατεία (ως ανθυπολοχαγός). Μετά την καταστροφή της Σμύρνης έφυγε για τη Λέσβο, όπου έζησε ως το τέλος του 1932, οπότε εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου άρχισε να γράφει τη Ζωή εν τάφω και το 1920 παντρεύτηκε την Ελένη Δημητρίου, με την οποία απέκτησε δυο γιους και μια κόρη. Από το 1925 ως το 1933 στήριξε το Εργατικό Κόμμα του Α.Παπαναστασίου, τόσο από τη Λέσβο, όσο και από την Αθήνα. Στη Λέσβο συνεργάστηκε με τις εφημερίδες Σάλπιγξ, Ελεύθερος Λόγος, Καμπάνα, Ταχυδρόμος και άλλες, δημοσιεύοντας πεζογραφήματα, ποιήματα, άρθρα και χρονογραφήματα, έγινε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Εθνικού Συνδέσμου Ελλήνων Επιστράτων Αιγαίου και στρατεύτηκε στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας, ενώ μετά την καταστροφή τάχθηκε υπέρ της Στρατιωτικής Επανάστασης. Στην Αθήνα συνεργάστηκε με εφημερίδες όπως η "Καθημερινή", η "Εθνική", η "Ακρόπολις", η "Πρωία", η "Απογευματινή", η "Ελευθερία" και περιοδικά όπως ο "Θεατής", η "Νέα Εστία", η "Ελληνική Δημιουργία", ο "Ακρίτας", τα "Στρατιωτικά Νέα". Εργάστηκε επίσης στο Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών, στη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων (από όπου απολύθηκε το 1955 με το βαθμό του Διευθυντή Α’ τάξεως, έχοντας συμπληρώσει το όριο ηλικίας). Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου δήλωσε ανοιχτά την αντίθεσή του προς την κομμουνιστική ιδεολογία. Υπήρξε μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, της Ακαδημίας Αθηνών (εκλέχτηκε το 1958 μετά από πέντε υποψηφιότητες που απορρίφθηκαν) και τιμητικό μέλος του Διεθνούς Ινστιτούτου Γραμμάτων και Τεχνών. Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας (1940 για το "Γαλάζιο βιβλίο") και το Σταυρό του Ταξιάρχη του Βασιλικού Τάγματος του Γεωργίου Α΄ (1959). Πέθανε άρρωστος από βρογχοπνευμονία στο νοσοκομείο του Ευαγγελισμού στην Αθήνα. Η πρώτη εμφάνιση του Στρατή Μυριβήλη στο χώρο της λογοτεχνίας σημειώθηκε το 1915 με τη συλλογή διηγημάτων "Κόκκινες ιστορίες". Στα πρώτα του βήματα συνδέθηκε με τη λογοτεχνική γενιά του 1920, η οποία δέχτηκε έντονη την επίδραση του Κωστή Παλαμά των κοινωνικοπολιτικών γεγονότων των αρχών του αιώνα (Ελληνοτουρκικός Πόλεμος του 1897, Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, Μικρασιατική Καταστροφή). Σύντομα ωστόσο αποδεσμεύθηκε από την απαισιόδοξη κοσμοθεωρία των συγχρόνων του και αναδείχθηκε ως ένας από τους μεγαλύτερους αντιμιλιταριστές συγγραφείς της Ευρώπης και πρόδρομος της γενιάς του Τριάντα. Σταθμό στην πρώτη αυτή φάση της δημιουργίας του αποτέλεσε η "Ζωή εν Τάφω", που εγκαινίασε τη σύγχρονη ελληνική αντιπολεμική λογοτεχνία. Το έργο "Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια" (1932) αντιμετωπίστηκε από την κριτική ως μεταβατικό στάδιο προς τη δεύτερη περίοδο της συγγραφικής του δραστηριότητας (1933-1949), στην οποία κυριαρχεί η τάση προς άρνηση του παρόντος και στροφή προς την παιδική ηλικία, τάση που άσκησε επιρροή και στο γλωσσικό και υφολογικό πεδίο του έργου του. Από τη δεύτερη αυτή περίοδο αναφέρουμε το μυθιστόρημά του "Η Παναγιά η Γοργόνα". Τέλος στην τρίτη περίοδο του έργου του (1949-1969) ο Μυριβήλης στράφηκε προς μια ποικιλία θεμάτων, στόχων και εκφραστικών μέσων. Εδώ εντάσσονται οι συλλογές διηγημάτων του "Το πράσινο βιβλίο", "Το γαλάζιο βιβλίο", "Το κόκκινο βιβλίο" και "Το βυσσινί βιβλίο". Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Στρατή Μυριβήλη βλ. Μανώλης Γιαλουράκης, "Μυριβήλης Στρατής", στη "Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", τ. 10, Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ., Νίκη Λυκούργου, "Μυριβήλης Στρατής", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 7, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1987, Νίκη Λυκούργου, "Σχεδίασμα χρονογραφίας Στρατή Μυριβήλη (1890-1969)", Αθήνα, Εταιρεία Σπουδών Σχολής Μωραΐτη - Βιβλιοπωλείο της Εστίας, 1990 και Τάκης Καρβέλης, "Στρατής Μυριβήλης", στο "Η μεσοπολεμική πεζογραφία· από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)", Στ΄, Αθήνα, Σοκόλης, 1993. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Φουριώτης Άγγελος

Μελάς Σπύρος

Σπύρος Μελάς (1882 - 1966). Ο Σπύρος Μελάς γεννήθηκε στη Ναύπακτο γιος πταισματοδίκη. Μετά το θάνατο του πατέρα του εγκαταστάθηκε, παιδί ακόμη, στον Πειραιά, όπου τέλειωσε το γυμνάσιο. Φοίτησε στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, εγκατέλειψε όμως τις σπουδές του καθώς από νωρίς τον τράβηξαν η δημοσιογραφία και η τέχνη. Ήδη στα είκοσί του χρόνια ήταν τακτικός συνεργάτης του "Άστεως" και αργότερα της "Ακρόπολης", όπου δημοσίευσε και λογοτεχνικά πρωτόλεια, επηρεασμένα από τη γαλλική επιφυλλιδογραφία. Συντάκτης σε πολλές αθηναϊκές εφημερίδες ("Εμπρός", "Ημερήσια Νέα", "Ημερήσιος Τηλέγραφος", "Καθημερινή", "Έθνος", "Ελευθερία", "Αθηναϊκά Νέα", κ.α.), χρονογράφος, ανταποκριτής σε ευρωπαϊκές χώρες, τις Η.Π.Α. και την Αίγυπτο και εκδότης των περιοδικών "Ιδέα" (1933-1934) και "Ελληνική Δημιουργία" (1948-1954), ασχολήθηκε παράλληλα με το θέατρο, ως σκηνοθέτης, ηθοποιός και καθηγητής δραματολογίας. Σημαντικό ρόλο στη στροφή του στο θέατρο διαδραμάτισε η εμπειρία του από το Παρίσι, όπου έζησε κατά καιρούς για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Η πολυποίκιλη δραστηριότητά του κάλυψε χρονικά το πρώτο μισό του αιώνα μας και ο συγγραφέας πήρε ενεργό μέρος στις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις της εποχής του. Με αφετηρία την προοδευτική πολιτική παράταξη οδηγήθηκε γύρω στο 1910 στον χώρο του σοσιαλισμού, στη συνέχεια στο κόμμα του Βενιζέλου και τέλος μέσω του περιοδικού "Ιδέα" στον χώρο του ελληνοκεντρικού ιδεοκρατισμού που ακολούθησε μια μερίδα της γενιάς του Τριάντα, όπου ανήκε και ο Γιώργος Θεοτοκάς. Ακαδημαϊκός από το 1935 στράφηκε προς την ιδεολογική συντήρηση, γεγονός που προκάλεσε αντιφατικές γνώμες των συγχρόνων του για το πρόσωπό του. Τις εμπειρίες του από τα ταξίδια του και την περίοδο που ήταν πολεμικός ανταποκριτής και λοχίας στο Βαλκανικό μέτωπο, κατέγραψε στους τόμους "Από τα ταξίδια μου", "Αμερική" και "Πολεμικές σελίδες". Το θεατρικό έργο του παρουσιάζει έντονα τα σημάδια από τη δραματουργία του Ίψεν και τη φιλοσοφία του Νίτσε, ενώ ο προσανατολισμός της γραφής του είναι σαφώς κοινωνικός. Ιδρυτής του Θεάτρου Τέχνης (1925) και της Ελευθέρας Σκηνής (1929 με τη Μαρίκα Κοτοπούλη και το Δημήτρη Μυράτ), φοίτησε σε σκηνοθετικά εργαστήρια του Παρισιού το 1928 και το 1935 ανέλαβε τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή στο θίασο Καινούριο Θέατρο της κυρίας Αλίκης και του Κώστα Μουσούρη. Η σκηνοθετική του δραστηριότητα συνέβαλε στην ανανέωση του αθηναϊκού θεατρικού ρεπερτορίου και στην ευθυγράμμισή του με το αντίστοιχο ευρωπαϊκό, ενώ έγραψε και θεατρικά έργα όπως "Ο γιος του ίσκιου", "Το κόκκινο πουκάμισο", "Το άσπρο και το μαύρο", "Μια νύχτα, μια ζωή", "Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται", "Παπαφλέσσας", κ.α. Ασχολήθηκε επίσης με την ποίηση (στη νεανική του ηλικία), τη διηγηματογραφία και κυρίως με τη μυθιστορηματική ιστοριογραφία, όπου ξεχώρισε για τη γλαφυρότητα του ύφους του και την οικονομία της γραφής του. Πέθανε στην Αθήνα. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Σπύρου Μελά βλ. Νέστωρ Μάτσας, "Σπύρος Μελάς", περιοδικό "Νέα Εστία", τ. Μ΄, τχ. 947 (Χριστούγεννα 1966), σ.13, Δημήτρης Γιάκος, "Μελάς Σπύρος", στη "Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", τ. 10, Αθήνα: Χάρη Πάτση, χ.χ., Χ.Δ. Γουνελάς, "Μελάς Σπύρος", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 6, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1987, Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, "Σπύρος Μελάς", στο "Η παλαιότερη πεζογραφία μας· από τις αρχές της ως τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο", τ. ΙΑ΄ (1900 - 1914), Αθήνα, Σοκόλης, 1998, σελ. 326-343, και Αλέξης Ζήρας, Χριστίνα Λύσσαρη, "Μελάς Σπύρος" στο "Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", Αθήνα, Πατάκης, 2007, σελ. 1378-79. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.)

Καραντώνης Ανδρέας

Ανδρέας Καραντώνης (1910-1982). Ο Ανδρέας Kαραντώνης γεννήθηκε στην Άνδρο και σε ηλικία δεκατριών χρόνων εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα, όπου τέλειωσε το γυμνάσιο και σπούδασε στη Νομική Σχολή χωρίς να αποφοιτήσει. Πρωτοπαρουσιάστηκε στο χώρο της λογοτεχνίας το 1927 με δημοσιεύσεις ποιημάτων του στο παράρτημα της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας του Πυρσού. Το 1929 δημοσίευσε τη μελέτη Εισαγωγή στο Παλαμικό έργο. Ακολούθησαν μια μελέτη για το Σεφέρη και μια ακόμη για τον Παλαμά. Τόσο η ποίηση όσο και η δοκιμιογραφία του ως το 1935 κινήθηκε στα παραδοσιακά πλαίσια γραφής. Τομή στο έργο του σημειώθηκε γύρω στο 1935 με τη συγγραφική δραστηριότητά του από τη θέση του διευθυντή του περιοδικού Νέα Γράμματα. Την περίοδο αυτή ο Καραντώνης στράφηκε προς την υπερρεαλιστική θεωρία της τέχνης και μετάφρασε έργα των Απολλιναίρ, Βαλερύ, Μπρετόν, Ελυάρ και άλλων. Μετά τη γερμανική κατοχή ανέπτυξε δημοσιογραφική δραστηριότητα με επίκεντρο την αντίθεσή του στον κομμουνισμό και την αριστερή διανόηση στην Ελλάδα. Στο ίδιο πνεύμα εντάσσονται θεατρόμορφα κείμενά του με τίτλους όπως τα Σπουδή στο Κρεμλίνο και Ο Καραγκιόζης βγαίνει από το καλύβι του. Συνεργάστηκε με το περιοδικό Αγγλοελληνική Επιθεώρηση (1945-1952) και από το 1949 ως το 1974 πραγματοποίησε ραδιοφωνικές εκπομπές κριτικού περιεχομένου στην ΕΙΡ. Υπήρξε μόνιμο μέλος της επιτροπής απονομής των κρατικών λογοτεχνικών βραβείων, μέλος της Ομάδας των 12 και γενικός γραμματέας του ιδρύματος Παλαμά. Τιμήθηκε με το Βραβείο του Δήμου Αθηναίων (1957), το Βραβείο Πουρφίνα της Ομάδας των 12 (1959), το Α΄ Κρατικό Βραβείο Κριτικής (1971) και το Μέγα Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας (1972). Ογκώδης είναι η κριτική παραγωγή του Καραντώνη ενώ ασχολήθηκε επίσης με τη λογοτεχνική μετάφραση. Τα ποιήματά του συγκεντρώθηκαν σε οχτώ τόμους. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Ανδρέα Καραντώνη βλ. Αργυρίου Αλ., «Καραντώνης Ανδρέας», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 4. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985 και Χατζηφώτης Ι.Μ., «Καραντώνης Αντρέας», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 8. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Πράτσικας Γιώργος

Κοββατζής Αστέρης

Κλάρας Δ. Μπάμπης

Αρτεμάκης Στέλιος

Καρακάλος Ι. Ξεν.

Παπακωνσταντίνου Κ. Δημήτρης

Βαλέτας Γεώργιος

Φραγκόπουλος Δ. Θεόφιλος

Θεόφιλος Φραγκόπουλος (1923 - 1998). Ο Θεόφιλος Φραγκόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα με καταγωγή από τη Ζάκυνθο. Ο πατέρας του ήταν ανώτερος στρατιωτικός και η μητέρα του καταγόταν από τις οικογένειες Θεοτόκη και Πολυλά. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και τουριστικές και οικονομικές επιστήμες στο Surrey University της Αγγλίας. Γνώστης πολλών ξένων γλωσσών ταξίδεψε σε πολλές χώρες του εξωτερικού, όπως στο Λίβανο και την Τυνησία, όπου εργάστηκε ως τραπεζιτικός υπάλληλος και ως διευθυντής ναυτιλιακής εταιρείας. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου στρατεύτηκε στην Εθνική Αντίσταση, αρχικά ως μέλος της Ενωτικής Νεολαίας Ιερής Ταξιαρχίας και στη συνέχεια των οργανώσεων Ε.Σ.Α.Σ., Ρ.Α.Ν. και ΕΔΕΣ. Από το 1948 ως το 1950 υπηρέτησε ως έφεδρος αξιωματικός στα Τεθωρακισμένα, ενώ αγωνίστηκε και εναντίον της απριλιανής χούντας του 1967. Το 1950 διορίστηκε υπεύθυνος του τμήματος ξένης διαφήμισης στο ελληνικό Κέντρο Τουριστικών Μελετών. Διετέλεσε επίσης διευθυντής του ΕΟΤ (1959-1964) και πραγματοποίησε διαλέξεις για τη νεοελληνική λογοτεχνία ως επισκέπτης καθηγητής στα πανεπιστήμια Bochum της Δυτικής Γερμανίας και Boston των Ηνωμένων Πολιτειών. Στο χώρο της λογοτεχνίας ασχολήθηκε με το μυθιστόρημα, την ποίηση και το θέατρο, ενώ έγραψε και δοκίμια. Πρωτοεμφανίστηκε το 1943 με τη δημοσίευση του ποιήματος Mantua στο περιοδικό Παλμός και το 1953 κυκλοφόρησε την ποιητική συλλογή Ποιήματα. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Φιλολογικά Χρονικά, Τα Νέα Ελληνικά, Σημερινά Γράμματα, Εποχές, Η Συνέχεια, Τομές, Σταθμοί, την εφημερίδα Καθημερινή κ.α. Μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, τιμήθηκε με το Α΄ Κρατικό Βραβείο Θεάτρου για το έργο του Καρτερία, το βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για τη συλλογή δοκιμίων Tagliche Ernte και το λογοτεχνικό βραβείο Φρειδερίκου Μάθιους (1995). Κείμενά του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, τα αγγλικά και τα ιταλικά, ενώ ποιήματά του περιλήφθηκαν σε ξένες ανθολογίες. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Θεόφιλου Φραγκόπουλου βλ. Αργυρίου Αλεξ., «Θεόφιλος Φραγκόπουλος», Η ελληνική ποίηση· Η πρώτη μεταπολεμική γενιά, σ.260-261. Αθήνα, Σοκόλης, 1982. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Βρεττάκος Νικηφόρος

Ο Νικηφόρος Βρεττάκος (1912-1991) γεννήθηκε στο χωριό Κροκεές της Λακωνίας, δευτερότοκος γιος του Κωνσταντίνου Βρεττάκου και της Ευγενίας, το γένος Παντελεάκη. Τα μαθητικά του χρόνια πέρασε στις Κροκεές και το Γύθειο (το 1927 αποφοίτησε από το Ελληνικό Σχολείο του Γυθείου). Το 1928, σε ηλικία δεκάξι μόλις χρόνων, έδωσε δύο διαλέξεις στην Εμπορική Λέσχη Γυθείου με θέμα "Χριστιανισμός - Μαρξισμός". Το 1929 έφυγε για την Αθήνα για να σπουδάσει, δεν τα κατάφερε όμως, κυρίως λόγω οικονομικής ανέχειας (είχε προηγηθεί ασθένεια και χρεοκοπία του πατέρα του). Εγκαταστάθηκε στα Κάτω Πατήσια και με τη βοήθεια του παιδικού του φίλου Θαλή Στ. Κουτούπη προσλήφθηκε στην εταιρεία υδραυλικών έργων αποξήρανσης του έλους Τιρνάσου στη Λακωνία. Από το 1930 ως το 1931 έκανε διάφορες περιστασιακές, χειρωνακτικές κυρίως δουλειές για να κερδίσει τα προς το ζην, ενώ παράλληλα στράφηκε στη μελέτη από καθαρά προσωπικό ενδιαφέρον. Το 1932 κατατάχθηκε στο στρατό στην Τρίπολη για τέσσερις μήνες (καθώς ήταν προστάτης πολυμελούς οικογένειας). Το 1934 εργάστηκε ως γραφέας στις γενικές αποθήκες στρατού στον Πειραιά. Εκεί γνωρίστηκε με την Καλλιόπη Αποστολίδη, την οποία παντρεύτηκε τον ίδιο χρόνο και με την οποία απέκτησε μια κόρη τη Τζένη και ένα γιο τον Κώστα. Το 1935 εργάστηκε στα Μεταξουργία Νέας Ιωνίας και ένα χρόνο αργότερα ως ιδιωτικός υπάλληλος και ως εργάτης υφαντουργείου. Το 1938 διορίστηκε στο Υπουργείο Εργασίας με παρέμβαση του φίλου του Θέμου Αμουργή. Το 1940 στρατεύτηκε στην πρώτη γραμμή και κινδύνεψε να σκοτωθεί στο ύψωμα της Κλεισούρας. Το 1941 μετά από διάλυση του Συντάγματος στο οποίο υπηρετούσε επέστρεψε στην Αθήνα με τα πόδια. Η ημερολογιακές σημειώσεις του από αυτή την περίοδο αποτέλεσαν τη βάση του βιβλίου του Το αγρίμι. Από το 1942 ως το 1944 συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση, οργανώθηκε στο Ε.Α.Μ. και γράφτηκε στο Κ.Κ.Ε. Την περίοδο εκείνη πέθανε ο πατέρας του και η ταφή του έγινε στην Πλούμιτσα. Το 1946 προσλήφθηκε ως γραφέας στον Οικονομικό Συνεταιρισμό Εκτελωνιστών του Πειραιά. Τον ίδιο χρόνο υπέγραψε τη διαμαρτυρία των ελλήνων λογοτεχνών "Προς τη Δ’ Αναθεωρητική Βουλή των Ελλήνων και τη Διεθνή Κοινή Γνώμη: Περί εκτάκτων μέτρων κατά των επιβουλευομένων την Δημοσίαν Τάξιν και την ακεραιότητα της χώρας". Το 1948 γνωρίστηκε με τον Άγγελο Σικελιανό, φίλο του μέχρι το τέλος της ζωής του. Το 1958, μετά το ταξίδι του στη Ρωσία κυκλοφόρησε το βιβλίο του "Ο ένας από τους δύο κόσμους", με αφορμή το οποίο κατηγορήθηκε (μαζί με τους Γιάννη Ρίτσο και Μάρκο Αυγέρη) για παράβαση του Ν.509. Το 1949 εξέδωσε το λυρικό δοκίμιο "Δυο άνθρωποι μιλούν για την ειρήνη του κόσμου", εξαιτίας του οποίου διαγράφτηκε από το ΚΚΕ και απομακρύνθηκε από το περιοδικό "Ελεύθερα Γράμματα", στο οποίο ήταν διευθυντής. Τότε γνωρίστηκε με την Τατιάνα Γκρίτση - Μilliex και τον Roger Milliex, με τους οποίους συνδέθηκε φιλικά. Το 1954 η γυναίκα του απολύθηκε από τη θέση της στον Ο.Λ.Π. λόγω των πολιτικών της φρονημάτων. Κατά το σχολικό έτος 1955-1956 αναγκάστηκε να εργαστεί σε σχολείο των Ιωαννίνων. Μετά από προσφυγή στο Συμβούλιο Επικρατείας επέστρεψε στην παλιά της θέση. Το 1955 ο Βρεττάκος εκλέχτηκε στο Δήμο Πειραιά (1955-1959). Σημαντική υπήρξε η συμβολή του από τη θέση αυτή στην πολιτιστική αναβάθμιση της πόλης (ίδρυση Πειραϊκού Θεάτρου του Δημήτρη Ροντήρη, Ιστορικού Αρχείου, Φιλαρμονικής Πειραιώς, Δημοτικής Πινακοθήκης). Το 1957 ταξίδεψε στη Σοβιετική Ένωση μαζί με τους Στρατή Μυριβήλη, Άγι Θέρο, Λ.Κουκούλα κ.α. στα πλαίσια της Παγκόσμιας Συνάντησης Δημοκρατικής Νεολαίας, προσκεκλημένος των σπουδαστών της Μόσχας. Στη Μόσχα γνωρίστηκε με τη γυναίκα του Μαξίμ Γκόρκυ. Το 1961 επισκέφτηκε τον τάφο του πατέρα του στην Πλουμίτσα. Το 1962 διαλύθηκε ο Συνεταιρισμός Εκτελωνιστών και ο Βρεττάκος έμεινε άνεργος. Το 1964 εργαζόταν ως ιματιοφύλακας στο Εθνικό Θέατρο με παρέμβαση του Λουκή Ακρίτα. Μετά το πραξικόπημα του 1967 ο Βρεττάκος αυτοεξορίστηκε στην Ελβετία από όπου ταξίδεψε ανά την Ευρώπη (Βουκουρέστι, Βενετία, Δαλματικές ακτές, Ζάγκρεμπ, Ρώμη, Παρίσι, Βirmingham, Λονδίνο, Παλέρμο, Μόναχο). Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ευρώπη συμμετείχε σε ραδιοφωνικές εκπομπές και σε φεστιβάλ ποίησης, τιμήθηκε από τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, και επεξεργάστηκε το αυτοβιογραφικό κείμενο "Οδύνη" που εκδόθηκε το 1969 στη Νέα Υόρκη. Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1974 και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα. Το καλοκαίρι του 1991 επισκέφτηκε την Πλούμιτσα με τη γυναίκα, την κόρη του και την οικογένειά της. Εκεί πέθανε τον Αύγουστο από καρδιακή ανακοπή. Η κηδεία του έγινε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών με δημόσια δαπάνη. Η πρώτη εμφάνιση του Νικηφόρου Βρεττάκου στο χώρο της λογοτεχνίας πραγματοποιήθηκε το 1929 με τη δημοσίευση κάποιων πρωτόλειων ποιημάτων του από τα μαθητικά του χρόνια με τίτλο Κάτω από σκιές και φώτα (εκδόθηκαν το 1933). Ως το 1940 εξέδωσε έξι συλλογές, τις οποίες συγκέντρωσε στον τόμο "Γκριμάτσες του ανθρώπου". Ακολούθησαν πολλές ποιητικές συλλογές ως το 1951 (χρονιά θεωρούμενη ως δεύτερο ορόσημο στην καλλιτεχνική του πορεία), που εξέδωσε το δεύτερο συγκεντρωτικό τόμο με ποιήματά του με τίτλο "Τα ποιήματα 1929-1951". Από την περίοδο αυτή αναφέρουμε ενδεικτικά την ποιητική συλλογή του "Πλούμιτσα" (1950), ενδεικτική της στροφής του Βρεττάκου από το νεανικό λυρισμό προς την απλή και έντονα δραματική γραφή. Ακολούθησε η τρίτη και ωριμότερη περίοδος της δημιουργίας του, όπου επιχείρησε μια εξισορρόπηση των λυρικών και δραματικών στοιχείων στην υπηρεσία του ηθικού και κοινωνικού προβληματισμού του. Σημειώνονται τα έργα του "Στον Ρόμπερτ Όπενχάιμερ" (1954), "Το βάθος του κόσμου" (1961), "Ο διακεκριμένος πλανήτης" (1983), "Συνάντηση με τη θάλασσα" (1991). Ασχολήθηκε επίσης με την πεζογραφία , την κριτική (το 1960 εξέδωσε τη μελέτη "Νίκος Καζαντζάκης. Η αγωνία του και το έργο του") και τη δημοσιογραφία. Από το 1946 ως το 1949 εργάστηκε στο περιοδικό "Ελεύθερα Γράμματα" (αρχικά στη στήλη του βιβλίου, στη συνέχεια ως αρχισυντάκτης, εκδότης και διευθυντής). Ακολούθησαν συνεργασίες του με τα περιοδικά και τις εφημερίδες "Προοδευτική Αλλαγή" (1951, με το ψευδώνυμο Θυμόσοφος), "Ελληνικά Χρονικά" (1952-1954), "Επιθεώρηση Τέχνης" (1956), "Ανεξάρτητος Τύπος" (1958), "Επιστήμη και Ζωή" (1959), "Δρόμοι της Ειρηνης" (1961), "Κόσμος" (1962), "Ελευθεροτυπία" (1975). Τιμήθηκε με το Πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1940, 1956, 1982), το βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών (1974), το βραβείο Knocken και το βραβείο της Εταιρείας Σικελικών Γραμμάτων και Τεχνών (1980), το Αριστείο Γραμμάτων από την Ακαδημία Αθηνών (1982), το βραβείο του τίμιου Σταυρού του Απόστολου και Ευαγγελιστού Μάρκου από του Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής (1984), το μετάλλιο Χρυσός Πήγασος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (1989). Υπήρξε μέλος της κριτικής επιτροπής του διαγωνισμού των Νέων Ελλήνων Λογοτεχνών. Προτάθηκε τέσσερις φορές για το βραβείο Νοbel λογοτεχνίας Τιμήθηκε από πολλούς δήμους ανά την Ελλάδα, ανακηρύχτηκε επίτιμος πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών μαζί με το Γιάννη Ρίτσο και το Γιώργο Βαλέτα (1984), επίτιμος Πρόεδρος της Εταιρείας Γραμμάτων και Τεχνών του Πειραιά, επίτιμο μέλος του Παρνασσού , μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, επίτιμος διδάκτωρ του Τμήματος Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (1991). Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Νικηφόρου Βρεττάκου βλ. Αλέξανδρος Αργυρίου, "Βρεττάκος Νικηφόρος", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 2, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1984, Γεωργία Κακούρου - Χρόνη, "Χρονολόγιο Νικηφόρου Βρεττάκου", στο "Μνήμη του ποιητή Νικηφόρου Βρεττάκου (1912-1991)", επιμ. Π.Δ. Μαστροδημήτρης, Αθήνα, 1993 και Αλέξης Ζήρας, "Βρεττάκος Νικηφόρος" στο "Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", Αθήνα, Πατάκης, 2007, σ. 333-334. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Κανελλόπουλος Κ. Παναγιώτης

Παναγιώτης Κ. Κανελλόπουλος (1902-1986). Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος γεννήθηκε στην Πάτρα, γιος του φαρμακοποιού Κανέλλου Κανελλόπουλου και της Αμαλίας Γούναρη. Είχε έναν μεγαλύτερο αδερφό τον Αναστάσιο και μια μικρότερη αδερφή τη Μαρία. Φοίτησε στο α’ Γυμνάσιο Πατρών και σπούδασε στη νομική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών (1919-1920), τη νομική σχολή του πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης (1920-1923, οπότε αναγορεύτηκε διδάκτωρ του Δικαίου) και τη φιλοσοφική σχολή του πανεπιστημίου του Μονάχου (1923). Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία και απολύθηκε ένα χρόνο αργότερα με το βαθμό του τυφεκιοφόρου. Διετέλεσε μέλος της Εταιρείας Κοινωνικών Επιστημών (το 1925 μετά από δημοσίευση της πρώτης κοινωνιολογικής του πραγματείας στο Αρχείο των Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών του Δ.Καλλιτσουνάκη και με πρόταση του τελευταίου, του Αλέξανδρου Παπαναστασίου και του Αριστοτέλη Σιδέρη), γενικός γραμματέας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας στην οικουμενική κυβέρνηση του Αλεξάνδρου Ζαΐμη (1926), υφηγητής (1929) και καθηγητής (1933) Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1929 πήρε μέρος (από κοινού με τους Κων/νο Τσάτσο και Μ.Τσαμαδό) στην ίδρυση και σύνταξη του περιοδικού Αρχείον Φιλοσοφίας και Θεωρίας των Επιστημών. Το 1935 παντρεύτηκε τη Θεανώ Πουλικάκου. Τον ίδιο χρόνο δημοσίευσε σειρά άρθρων υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας στην εφημερίδα Ακρόπολις, απομακρύνθηκε από το πανεπιστήμιο μετά από άρνησή του να ορκιστεί πίστη στο βασιλιά και ίδρυσε το Εθνικόν Ενωτικόν Κόμμα, με το οποίο εισηγήθηκε την υπερνίκηση του εθνικού διχασμού και πήρε μέρος στις εκλογές του 1926 χωρίς επιτυχία. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά συνελήφθη και εξορίστηκε στην Κύθνο, τη Θάσο και την Κάρυστο, ως το 1940. Κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου κατατάχτηκε εθελοντικά και υπηρέτησε στην πρώτη γραμμή (Πόγραδετς - Κορυτσά). Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής διώχτηκε για αντιστασιακή δράση και κατέφυγε στην Ερυθραία της Μικράς Ασίας. Διετέλεσε αντιπρόεδρος και υπουργός εθνικής άμυνας της εξόριστης κυβέρνησης Τσουδερού, θέση από την οποία αγωνίστηκε υπέρ του ελληνικού αγώνα. Πήρε μέρος στο διεθνές συνέδριο του Λίβανο (1944) και υπήρξε υπουργός στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου ανέλαβε γενναίες πρωτοβουλίες για την αποσόβηση των σφαγών. Ως το 1967 συνέχισε την πολιτική του δραστηριότητα καταλαμβάνοντας υπουργικά και βουλευτικά αξιώματα σε πολλές κυβερνήσεις, ενώ διετέλεσε και πρωθυπουργός της χώρας από την 1η ως τις 22 Νοεμβρίου του 1945. Αρχηγός της Ελληνικής αντιπροσωπείας στη Γενική Συνέλευση του Ο.Η.Ε. την περίοδο Σεπτεμβρίου-Δεκεμβρίου 1950 και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών από το 1959, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος υπέγραψε ως εκπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης τη συμφωνία ένταξης της χώρας στην Ε.Ο.Κ. τον Ιούλιο του 1961. Υπήρξε επίσης αρχηγός του κόμματος της Ε.Ρ.Ε. και λίγο πριν την επιβολή της δικτατορίας του Παπαδόπουλου σχημάτισε κυβέρνηση με στόχο τη διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας εναντιώθηκε στο καθεστώς των συνταγματαρχών . Στην πολιτική επέστρεψε ως ανεξάρτητος βουλευτής του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας το 1977 και το 1981 και με το κύρος του επιβλήθηκε ως υπερκομματικά αξιοσέβαστο πρόσωπο. Στο χώρο των γραμμάτων είναι γνωστός κυρίως για το πολύτομο ιστορικό έργο του Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος, ενώ ασχολήθηκε επίσης με τη φιλοσοφία και το κοινωνιολογικό και επιστημονικό δοκίμιο. Τιμήθηκε με το Αριστείο Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών (1957 για το Γεννήθηκα στο 1402) και το Μετάλλιο Γκαίτε (1982) και το 1979 εκλέχτηκε ξένος εταίρος της Βουλγαρικής Ακαδημίας των Επιστημών. Εξέδωσε και δημοσίευσε μελέτες στο εξωτερικό (κυρίως στη Γερμανία) και έργα του μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και ιταλικά. Πέθανε στο σπίτι του στην Αθήνα από καρδιακή ανακοπή. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1918 με δημοσίευση ποιήματός του στο Νουμά. Το 1920 εξέδωσε την ποιητική συλλογή Ρυθμοί στα κύματα. Ως το 1955 εξέδωσε τρεις ακόμη συλλογές. Εκτός από την ποίηση ασχολήθηκε με την πεζογραφία (εξέδωσε στο Μόναχο το μυθιστόρημα Η λυτρωμένη από το σόι που χάθηκε) και τη θεατρική γραφή (με το ιστορικό δράμα Όλιβερ Κρόμβελ). Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Παναγιώτη Κανελλόπουλου βλ. Δεσποτόπουλος Κ.Ι., «Κανελλόπουλος Παναγιώτης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 4. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985, Χατζηφώτης Ι.Μ., «Κανελλόπουλος Παναγιώτης», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 8. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. και «Βιοχρονολόγιο-Εργογραφία του Παναγιώτη Κανελλόπουλου», Νέα Εστία 140, Χριστούγεννα 1996, αρ.1667, σ.3-11. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Μακρής Σόλων

Φτέρης Γεώργιος

Δεδόπουλος Ι. Κ.

Στασινόπουλος Δ. Μιχαήλ

Μιχαήλ Δ. Στασινόπουλος (1903-2002). Ο Μιχαήλ Δ. Στασινόπουλος γεννήθηκε στη Μεσσήνη. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (αποφοίτησε το 1924) και αναγορεύτηκε διδάκτωρ στην ίδια σχολή (1934). Εισηγητής, πάρεδρος και σύμβουλος, αντιπρόεδρος και πρόεδρος (1966) του Συμβουλίου Επικρατείας, πραγματοποίησε παράλληλα και ακαδημαϊκή καριέρα ξεκινώντας από τη θέση του υφηγητή Διοικητικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και διατελώντας διαδοχικά έκτακτος, τακτικός καθηγητής και Πρύτανης (1951-1957) της Παντείου, επίτιμος διδάκτωρ των πανεπιστημίων του Μπορντώ και του Παρισιού. Το 1968 εκλέχτηκε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην Τάξη των Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών και ένα χρόνο αργότερα απομακρύνθηκε από τη θέση του προέδρου του Συμβουλίου Επικρατείας, λόγω της καταγγελίας του δικτατορικού καθεστώτος των συνταγματαρχών ως παράνομου. Με τη μεταπολίτευση εκλέχτηκε πρώτος βουλευτής Επικρατείας και μετά το δημοψήφισμα έγινε πρόεδρος της δημοκρατίας για έξι μήνες. Το επιστημονικό συγγραφικό έργο του Στασινόπουλου συνέβαλε στον εκσυγχρονισμό της ελληνικής νομολογίας στο χώρο του διοικητικού δικαίου. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ομάδας των Δώδεκα και εκδότης του επιστημονικού περιοδικού "Επιθεώρησις Δημοσίου Δικαίου και Διοικητικού Δικαίου". Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε από τις σελίδες του περιοδικού "Η Διάπλασις των Παίδων", με δημοσιεύσεις στίχων και πεζογραφημάτων, αρχικά με το ψευδώνυμο Μεσσηνιακή Ακτή και αργότερα με το πραγματικό του ονοματεπώνυμο, επίσημα ωστόσο εμφανίστηκε το 1920 με δημοσιεύσεις ποιημάτων και μεταφράσεων από γάλλους ποιητές στο περιοδικό "Μούσα", ενώ ποιήματα, πεζογραφήματα, δοκίμια και ταξιδιωτικά κείμενα δημοσίευσε σε διάφορα αθηναϊκά έντυπα, κυρίως στη "Νέα Εστία". Το 1949 κυκλοφόρησε την πρώτη του ποιητική συλλογή που είχε τίτλο "Ποιήματα". Ακολούθησε η συλλογή "Ποιήματα - Δύο εποχές" (1979), ενώ εξέδωσε επίσης το μυθιστόρημα "Η δίκη" και το παιδικό πεζογράφημα "Η συντροφιά μας", ταξιδιωτικά κείμενα και δοκίμια. Στο χώρο της μετάφρασης ασχολήθηκε με συγγραφείς όπως οι Μαίτερλιγκ, Μορεάς, Ανρί Μπατάιγ, Ντωντέ, Ζιντ και άλλοι. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Μιχαήλ Στασινόπουλου βλ. Τέλλος Άγρας, "Στασινόπουλος Μιχ. Δ.", στη "Μεγάλη ελληνική εγκυκλοπαίδεια", τ. 22. Αθήνα, Πυρσός, 1933, Θεόδωρος Ξύδης, "Στασινόπουλος Μιχαήλ", στη "Μεγάλη εγκυκλοπαίδεια της νεοελληνικής λογοτεχνίας", τ. 12, Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. [1968], Κώστας Στεργιόπουλος (επιμ.), "Μιχ. Δ. Στασινόπουλος" στο "Η ελληνική ποίηση· Ανθολογία-γραμματολογία· Η ανανεωμένη παράδοση", Αθήνα, Σοκόλης, 1980, και χ.σ., "Στασινόπουλος Μ. Δ.", στο "Παγκόσμιο βιογραφικό λεξικό", τ. 9α, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Λαπαθιώτης Ναπολέων

Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης (1888-1944) γεννήθηκε στην Αθήνα, γιος του Λεωνίδα Λαπαθιώτη, αξιωματικού του ελληνικού στρατού με καταγωγή από την Κύπρο, που έφτασε ως το βαθμό του στρατηγού και έγινε υπουργός Στρατιωτικών μετά από συμμετοχή του στο κίνημα στο Γουδί, και της Βασιλικής Παπαδοπούλου, ανιψιάς του Χαρίλαου Τρικούπη. Σε ηλικία δέκα ετών μετακόμισε με την οικογένειά του στο Ναύπλιο, όπου τέλειωσε το σχολείο, έμαθε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά, ενώ παρακολούθησε επίσης μαθήματα πιάνου και ζωγραφικής. Το 1905 γράφτηκε στη Νομική Σχολή της Αθήνας, από όπου αποφοίτησε κανονικά, δεν άσκησε όμως ποτέ το επάγγελμα του δικηγόρου. Την ίδια χρονιά κι ενώ ήταν μόλις δεκαεφτά χρόνων δημοσίευσε στο "Νουμά" το ποίημα "Έκσταση". Το 1907 υπήρξε ιδρυτικό μέλος του ποιητικού περιοδικού "Ηγησώ", στα δέκα συνολικά τεύχη του οποίου δημοσίευσε δεκαέξι ποιήματα ως το 1908, οπότε το περιοδικό έκλεισε και ο Λαπαθιώτης άρχισε τη λογοτεχνική και δημοσιογραφική συνεργασία του με την εφημερίδα "Εσπερινή" και το περιοδικό "Ελλάς" του Σ. Ποταμιάνου. Τον ίδιο χρόνο γνωρίστηκε με τον Κ. Χρηστομάνο και τον Ά. Σικελιανό. Ακολούθησαν συνεργασίες του με τα περιοδικά "Δάφνη" και "Ανεμώνη" (1909-1910) με την εφημερίδα "Ελεύθερο Βήμα" (από το 1924) με το περιοδικό "Η Διάπλασις των παίδων" (1925), με το περιοδικό "Μπουκέττο" (1931), με τη "Νέα Εστία" (1933 -όπου δημοσίευσε μεγάλο μέρος του λογοτεχνικού του έργου), την "Πνευματική Ζωή" (1938) και τα Νεοελληνικά γράμματα (1940). Το 1917 συμμετείχε στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας και υπηρέτησε ως έφεδρος ανθυπολοχαγός κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων. Μετά τα Νοεμβριανά γεγονότα του 1920 κατέφυγε για λίγο καιρό με την οικογένειά του στην Αίγυπτο, όπου γνωρίστηκε με τον Καβάφη. Το 1937 πέθανε η μητέρα του και τρία χρόνια αργότερα ο πατέρας του, ο θάνατος του οποίου είχε καταλυτική επίδραση στη ζωή του ποιητή. Η μοναδική ποιητική συλλογή που εξέδωσε ήταν "Τα πρώτα ποιήματα" (1939). Εθισμένος σε ναρκωτικές ουσίες αναγκάστηκε να πουλήσει τη βιβλιοθήκη του για βιοποριστικούς λόγους. Το 1944 αυτοπυροβολήθηκε στο σπίτι του στα Εξάρχεια. Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης ξεκίνησε την ενασχόλησή του με την ποίηση με σαφείς επιρροές από το ρεύμα του αισθητισμού (νεανικά του πρότυπα στάθηκαν οι Walter Pater και Oscar Wilde). Δημοσίευσε μανιφέστα για τον αισθητισμό και προσπάθησε να αντιδράσει στο ασφυκτικά συντηρητικό κλίμα της εποχής του με τολμηρούς στίχους και προκλητικές εμφανίσεις. Η θλίψη που χαρακτήριζε τη ζωή του τον οδήγησε στα τελευταία χρόνια του σε συμβολιστικές επιλογές με έντονα μελαγχολικό τόνο και σταθερή πάντα την επιμελημένη μορφή των ποιημάτων του. Έγραψε επίσης λογοτεχνικές μεταφράσεις και θεατρικά έργα ("Νέρων ο τύραννος", [1900], "Η τιμή της συζύγου" [1901], "Τα μεσάνυχτα ως το γλυκοχάραμα" [1908]) και ασχολήθηκε με το λογοτεχνικό δοκίμιο και τη μουσική σύνθεση. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη βλ. Γιώργος Παναγιώτου, "Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης και η εποχή του: χρονολογικός πίνακας", Περιοδικό "Η λέξη", τχ. 33, 3-4/1984, Αλίκη Παληοδήμου, "Ναπολέων Λαπαθιώτης: χρονοβιογραφία", Περιοδικό "Διαβάζω" τχ. 95, 30.5.1984, Τάσος Κόρφης, "Ναπολέων Λαπαθιώτης, συμβολή στη μελέτη της ζωής και του έργου του", Πρόσπερος, Αθήνα, 1985, Κατερίνα Κωστίου, "Λαπαθιώτης Ναπολέων", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 5, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1986, Ναπολέων Λαπαθιώτης, "Η ζωή μου· απόπειρα συνοπτικής αυτοβιογραφίας", επιμ. Γιάννης Παπακώστας, α' έκδ. Στιγμή, Αθήνα, 1986, β' έκδ. Κέδρος, Αθήνα, 2009, Τάκης Σπετσιώτης, "Χαίρε Ναπολέων: Δοκίμιο για την τέχνη του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη", 'Αγρα, Αθήνα, 1999, Σωτήρης Τριβιζάς (επιμ. ), "Ναπολέων Λαπαθιώτης: μια παρουσίαση", Γαβιηλίδης (σειρά: "Εκ νέου"), Αθήνα, 2000, Μιχάλης Μ. Μερακλής, Ευδοκία Παραδείση, "Λαπαθιώτης Ναπολέων", στο "Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας", Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2007, Νίκος Σαραντάκος, επίμετρα στους συλλογές πεζογραφημάτων "Κάπου περνούσε μια ζωή", Ερατώ, Αθήνα, 2011, "Τα μαραμένα μάτια και άλλες ιστορίες", Ερατώ, Αθήνα, 2011 και "Ο μυστηριώδης φίλος και άλλες ιστορίες", Ερατώ, Αθήνα, 2013. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΙΣ

Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.


Μόνο συνδεδεμένοι πελάτες που έχουν αγοράσει αυτό το προϊόν μπορούν να αφήσουν μία αξιολόγηση.