Οι γεύσεις στη λογοτεχνία: Γαλλία

0 out of 5

11.16

Διαθεσιμότητα: Εξαντλημένο Κωδικός Προϊόντος: 9789606661181

Συγγραφέας: Συλλογικό Έργο

Εκδότης: Ερμείας

Ημερ. Έκδοσης: 01/10/2007

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Ο τόμος περιέχει ανθολογία λογοτεχνικών κειμένων και ανθολογία συνταγών (σούπες, ορεκτικά και πρώτα πιάτα, ψάρια και θαλασσινά, κρέας και πουλερικά, γαρνιτούρες-λαχανικά-σαλάτες, γλυκά).

Συγγραφεας: Dumas Alexandre, Balzac de Honoré, Zola Émile, Casanova Giacomo, Aragon Louis, Bleys Olivier, Colette Gabrielle Sidonie, Gautier Théophile, France Anatole, Yourcenar Marguerite, Nerval de Gerard, Sade Alphonse Donatien, Giono Jean, Voltaire 1694-1778, Chateaubriand René François, Mérimée Prosper, Tournier Michel, Mallarmé Stéphane, Maurois André, Proust Marcel, Flaubert Gustave
Μεταφραστής: Μάστορη Βάνα
Επιμέλεια: Μάστορη Βάνα
Ανθολόγος: Αννίνου Μαρίνα, Λεμονής Μ. Ιωάννης
ISBN: 978-960-6661-18-1

Πρώτη Έκδοση : 01/10/2007

Αριθμός Σελίδων : 157

Διαστάσεις : 14 x 23 cm

Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο

Γλώσσα Πρωτοτύπου : Γαλλικά

Τόπος Έκδοσης : Αθήνα

Dumas Alexandre

Ο Αλέξανδρος Δουμάς (πατήρ), Γάλλος μυθιστοριογράφος και δραματικός συγγραφέας, γεννήθηκε το 1802 και πέθανε το 1870. Είχε δυνατή φαντασία και μεγάλη ενεργητικότητα. Γραφέας σε συμβολαιογραφείο στην αρχή, μελέτησε με πάθος την ιστορία της πατρίδας του και άρχισε να γράφει, σε συνεργασία με άλλους δύο, κωμειδύλλια. Ακολούθως, έγραψε πολλά ρομαντικά δράματα και κωμωδίες και εν συνεχεία επιδόθηκε στο ιστορικό μυθιστόρημα, στο οποίο σημείωσε μεγάλη επιτυχία. "Οι τρεις σωματοφύλακες" και "Ο Κόμης Μοντεχρήστος" τον έκαναν γνωστό σε ολόκληρο τον κόσμο. Ήταν προικισμένος με το χάρισμα να διηγείται και να συναρπάζει με τον τρόπο που έγραφε. Ο Αλέξανδρος Δουμάς μετέφερε με επιτυχία το ρομαντισμό στο θέατρο και έδωσε στο μυθιστόρημα μια λαϊκή μορφή τέχνης. Η γονιμότητά του υπήρξε καταπληκτική. Έγραψε 257 τόμους μυθιστορήματα και 25 τόμους με θεατρικά έργα, είτε μόνος του είτε σε συνεργασία με άλλους "στρατηγούς", καθώς έλεγε, των οποίων αυτός ήταν ο "Ναπολέων". Ο Βίκτωρ Ουγκώ έλεγε για τον Δουμά: "Δεν είναι απλώς Ευρωπαίος, είναι παγκόσμιος". Ο Αλέξανδρος Δουμάς άφησε την τελευταία του πνοή το 1870. Το 2002 ο τάφος του μεταφέρθηκε στο Πάνθεον του Παρισιού, το μαυσωλείο όπου είναι θαμμένες λαμπρές προσωπικότητες της Γαλλίας.

Balzac de Honoré

Ένας από τους θεμελιωτές του ρεαλιστικού μυθιστορήματος, γεννήθηκε το 1799 στην πόλη Τουρ της Γαλλίας. Σπουδάζει νομικά, ύστερα από παρότρυνση της οικογένειάς του, και φιλοσοφία. Το 1819, αρνείται να ακολουθήσει το επάγγελμα του συμβολαιογράφου, για να αφιερωθεί στη συγγραφή φιλοσοφικών δοκιμίων, μυθιστορημάτων και τραγωδιών. Σε όλα του πληθωρικός, τον χαρακτήριζε η ακατάβλητη εργατικότητα, το ακατάβλητο σθένος, όλα καθ' υπερβολή: το ίδιο ισχύει για την ερωτική ζωή του, τις καταχρήσεις, τις σπατάλες και τη μεγαλομανία του. Ζει πνιγμένος στα χρέη και δουλεύει όλο και περισσότερο και καταπιάνεται με όλο και περισσότερα για ν' απαλλαγεί απ' αυτά. Το 1822 γίνεται εραστής της κατά 20 χρόνια μεγαλύτερής του κυρία Ντε Μπερνύ. Εκείνη πρωτοδιαβάζει και καθαρογράφει τα έργα του. Θα πληρώσει κάθε εμπορικό του ναυάγιο: τυπογραφείο, βιβλιοπωλείο, έκδοση εφημερίδας, φυτείες ανανά, μετοχές σε σιδηροδρόμους. Συνάπτει παράλληλες ερωτικές σχέσεις, και το 1832 λαμβάνει το πρώτο γράμμα της "ξένης", της Εβελίνα Χάνσκα, κι αρχίζει φλογερή αλληλογραφία. Θα παντρευτούν το 1850, λίγους μήνες πριν από το θάνατό του. Χρειάστηκαν αρκετά χρόνια προσπάθειας, γράφοντας μυθιστορήματα της σειράς, για τις δημοφιλείς τότε επιφυλλίδες, χωρίς να υπογράφει καν, ωσότου αγγίξει την επιτυχία. Το 1833 συλλαμβάνει την ιδέα για το γιγαντιαίο εγχείρημά του την "Ανθρώπινη κωμωδία", όπου, ο Μπαλζάκ μιλάει για την "τεράστια έκταση ενός σχεδίου που αγκαλιάζει ταυτόχρονα την ιστορία και την κριτική της κοινωνίας, την ανάλυση των δεινών της και τη διερεύνηση των αρχών της", και συμπεριλαμβάνει μεγάλο μέρος του έργου, μεταξύ άλλων: "Η εξαδέλφη Μπέτυ", "Μπαρμπα-Γκοριό", "Ευγενία Γκραντέ", "Ο συνταγματάρχης Σαμπέρ", "Ο εξάδελφος Πονς". Πεθαίνει το 1850 στο Παρίσι σε ηλικία μόλις 51 ετών.

Zola Émile

Ο Εμίλ Ζολά γεννήθηκε στο Παρίσι στις 2 Απριλίου του 1840. Ύστερα από την πρώτη του επιτυχία, το μυθιστόρημα "Τερέζ Ρακέν" (1867), συλλαμβάνει την ιδέα ενός μεγάλου "ρεαλιστικού κι επιστημονικού" μυθιστορήματος σε πολλούς τόμους, την ιστορία μιας οικογένειας, των Ρουγκόν Μακάρ, την περίοδο της δεύτερης αυτοκρατορίας, έργο που θα ολοκληρωθεί σε μια περίοδο 22 χρόνων. Το 1877 το μυθιστόρημά του με τίτλο "Η ταβέρνα" θα του χαρίσει ευρύτατη αναγνώριση, ενώ η έκδοση του μυθιστορήματος "Νανά" (1880) θα ξεσηκώσει σκάνδαλο. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην υπόθεση Ντρέιφους με το φλογερό του άρθρο "Κατηγορώ". Πέθανε δηλητηριασμένος από καπνό, στις 29 Σεπτεμβρίου του 1902, στο διαμέρισμά του στο Παρίσι, εξαιτίας φραξίματος της καπνοδόχου. Παρόλο που η αστυνομία αποφάνθηκε ότι ο θάνατός του ήταν ατύχημα, δεδομένου του αριθμού των εχθρών που είχε δημιουργήσει από την υπόθεση Ντρέιφους, οι φήμες για δολοφονία του δεν έπαψαν να απασχολούν την κοινή γνώμη.

Casanova Giacomo

Ο Giovanni Giacomo Casanova, Chevalier de Seingalt (1725-1798), το "κακομαθημένο παιδί της Τύχης", όπως ήθελε ο ίδιος να βλέπει τον εαυτό του, είναι ένας από τους επιφανέστερους τυχοδιώκτες των Φώτων. Στα 65 χρόνια του εναργούς βίου του (ο ίδιος μας διαβεβαιώνει ότι τα πρώτα οκτώ χρόνια της ζωής του ήταν ανύπαρκτος), δεν έπαψε να χαρτοπαίζει, να μηχανεύεται, να συζητά και να γράφει. Πέρα από την "Ιστορία της ζωής μου" έγραψε ένα μυθιστόρημα (το "Εικοσαήμερο"), δύο ενθυμήσεις περιπετειών του (τη "Μονομαχία" και την "Απόδραση από τη φυλακή των Πιόμπι"), πολιτικές αναλύσεις, ποιήματα και προσαρμογές μυθιστορημάτων, μετέφρασε την "Ιλιάδα", συνέταξε κριτικά δοκίμια, μελέτες στρατηγικής τέχνης, κρυπτογραφίας και μαθηματικών. Από την ετερόκλητη και πληθωρική αυτή συγγραφική παραγωγή ξεχωρίζει η ποιότητα της "Ιστορίας της ζωής μου", που έχει χαρακτηρισθεί ακριβοδίκαια ως το ωραιότερο και ειλικρινέστερο απομνημόνευμα του 18ου αιώνα.

Aragon Louis

Ο Λουί Αραγκόν γεννήθηκε το 1897 στο Νεγύ-συρ-Σεν και πέθανε το 1982 στο Παρίσι. Ξεκίνησε ιατρικές σπουδές αλλά τις εγκατέλειψε και αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία. Το 1917 γνωρίζεται με τον Μπρετόν και τον Σουπώ. Το 1919 εκδίδουν το περιοδικό "Litterature".Το 1920 προσχωρούν στο κίνημα του ντανταϊσμού, απ' όπου αποχωρούν το 1922. Ένα χρόνο αργότερα πρωτοστατούν στη δημιουργία του σουρεαλιστικού κινήματος. Τα κυριότερα έργα της σουρεαλιστικής περιόδου του Αραγκόν είναι η ποιητική συλλογή "Le mouvement perpetuel" (1925), το μυθιστόρημα "Le paysan de Paris" (1926), και η συλλογή δοκιμίων "Traite du style" (1928). Το 1926 προσχώρησε στο Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, όπου παρέμεινε ως το θάνατο του. Το 1928 γνωρίστηκε με την 'Ελσα Τριολέ. Από το 1930 ως το 1932 πραγματοποίησε διάφορα ταξίδια στη Σοβιετική Ένωση. Το 1932 ήρθε σε ρήξη με τους σουρεαλιστές. Στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής έλαβε ενεργό μέρος στη γαλλική αντίσταση και υπήρξε από τους πρωτεργάτες στην παράνομη έκδοση του περιοδικού "Les Lettres Franaises", το οποίο διηύθυνε και μεταπολεμικά ως το 1972. Το 1957 τιμήθηκε με το βραβείο Λένιν. Από το υπόλοιπο ποικίλο και εκτενές έργο του αξίζει να αναφερθούν: οι ποιητικές συλλογές "Le creve-coeur", 1941· "Les yeux d' Elsa", 1942· "Le fou d' Elsa", 1963· τα μυθιστορήματα "La Semaine Sainte", 1958· "Blanche ou l'oubli", 1967 και η συλλογή δοκιμίων "J' abats mon jeu", 1963. Ελληνικές μεταφράσεις: "Μ' ανοιχτά χαρτιά" (Τίτος Πατρίκιος, 1965)' "Σκλαβιά και μεγαλείο" (Κοσμάς Πολίτης, 1986) · "Ο παριζιάνος χωρικός" (Στέφανος Κουμανούδης, 1986) κ.ά.

Bleys Olivier

Colette Gabrielle Sidonie

Gautier Théophile

Ο Pierre-Jules-Theophile Gautier γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1811 στην Τάρμπ της Γαλλίας και πέθανε τον Οκτώβριο του 1872. Αν και δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη φιλοσοφία, άρχισε να ασχολείται με τη ζωγραφική την οποία γρήγορα εγκατέλειψε και έπειτα από παρότρυνση του Βίκτωρος Ουγκώ, στράφηκε στη λογοτεχνία. Αξίζει να σημειωθεί ότι από πολύ νωρίς ο Ονορέ ντε Μπαλζάκ αναγνώρισε το ταλέντο του Γκωτιέ στην ποίηση. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στο περιοδικό "La Presse" και αρθρογραφούσε συστηματικά και στην εφημερίδα "Le Figaro". Στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας, πραγματοποίησε το 1852 ένα ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη, με ενδιάμεσους σταθμούς την Αθήνα και τη Σύρο. Έργα του είναι: "Poesies completes", "Les jeunes-France", "Δεσποινίς ντε Μωπέν-Διπλούς έρως", "La comedie de la mort" (Η κωμωδία του θανάτου), "Fortunio", "Η πίπα του οπίου", "Χιλιοστή δεύτερη νύστα", "Les grotesques", "Η λέσχη των Χασισίνων", "Partie carree", "Emaux et camees" (Σμάλτα και καμέες), "Militona", "Jean et Jeanette", "Αρία Μαρκέλλα", "Το μυθιστόρημα της μούμιας" κ.ά. Πέθανε ξαφνικά τον Οκτώβριο του 1872 και τάφηκε στο κοιμητήριο της Μονμάρτης, στο Παρίσι.

France Anatole

O Ανατόλ Φρανς πραγματικό όνομα Jacques - Anatol - Francois Thibault γεννήθηκε στο Παρίσι στις 16 Απριλίου του 1844. Μοναχογιός ενός βιβλιοπώλη, έλαβε καλή μόρφωση και αμέσως μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του προσλήφθηκε στις εκδόσεις του Αλφόνς Λεμέρ, εκδότη των ποιητών του λεγόμενου "Παρνασσού", όπου παρείχε διορθωτική, βιβλιογραφική και ταξινομητική εργασία ή έγραφε προλόγους σε εκδόσεις κλασικών έργων. Το 1876 έγινε βοηθός βιβλιοθηκάριου στην Γερουσία και παρέμεινε στην θέση έως το 1890, εξασφαλίζοντας αρκετό ελεύθερο χρόνο για την προσωπική του πνευματική ανάπτυξη. Σε αυτήν την περίοδο κατέθετε τακτικές συνεργασίες στα περιοδικά "Σφαίρα" και "Εικονογραφημένο Σύμπαν", εξέδωσε την νουβέλα "Le Crime de Sylvestre Bonnard", 1881), που βραβεύθηκε από την Γαλλική Ακαδημία και από το 1886 ανέλαβε λογοτεχνικός διευθυντής της καθημερινής εφημερίδας "Οι Καιροί". Τον Σεπτέμβριο του 1886 γνωρίστηκε με την μαντάμ Αρμάν ντε Καγιαβέ, της οποίας το "σαλόνι" αποτελούσε το κέντρο της φιλολογικής ζωής του Παρισιού και μερικά χρόνια αργότερα χώρισε την έως τότε σύζυγό του, η οποία θεωρούσε ότι ο Φρανς την "παραμελούσε" και ξόδευε υπερβολικά ποσά σε βιβλία. Το 1895 εξέδωσε ένα βιβλίο αφορισμών του με τίτλο "Le Jardin d' Epicure", μέσα στο οποίο εξέφραζε με την μεγαλύτερη ένταση τον αστικό σκεπτικισμό και ηδονισμό, που διέπνεε την Γαλλική κουλτούρα της εποχής αλλά εν γένει και το υπόλοιπο συγγραφικό έργο του ιδίου. Από την άνοιξη του 1893 άρχισε να γράφει άρθρα κοινωνικής κριτικής στην "Ηχώ του Παρισιού" με τίτλο "Οι γνώμες του κυρίου Ζερόμ Κουανιάρ", μέσα από τα οποία ασκούσε αυστηρή κριτική στους θεσμούς και εκδήλωνε συμπάθεια για τον κοινό καθημερινό άνθρωπο. Οι μέσα από τα άρθρα αυτά επιθέσεις του κατά της Εκκλησίας, του στρατού, της Δικαιοσύνης και των ανάλγητων μορφωμένων, τον έκαναν σύντομα να αποκτήσει σοβαρή πολιτική διάσταση, το δε έτος 1896 έγινε δεκτός στην Γαλλική Ακαδημία και λίγο μετά προσχώρησε στο Σοσιαλιστικό Κόμμα. Έγραψε πολλά ακόμα βιβλία με πιο σημαντικά τα "Οι Θεοί διψούν" ("Les Dieux ont soif", 1912), "Η ανταρσία των αγγέλων" ("La Revolte des anges", 1914) και μία βιογραφία της Ζαν ντ' Αρκ (1908). Εξαιτίας του αντιθεοκρατικού πνεύματος των έργων του, τα βιβλία του Φρανς μπήκαν στην λίστα ("Index") απαγορευμένων βιβλίων της Καθολικής Εκκλησίας. Το 1920 νυμφεύθηκε την κατά 27 χρόνια νεότερή του Έμμα Λαπρεβότ, πρώην καμαριέρα της μαντάμ Αρμάν ντε Καγιαβέ, το 1921 ταξίδεψε στην Στοκχόλμη όπου του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ της Λογοτεχνίας και την επόμενη χρονιά δημοσίευσε στην "Ουμανιτέ" τον "Χαιρετισμό προς τα Σοβιέτ", για να χάσει όμως όλες τις ψευδαισθήσεις του λίγο αργότερα όταν οι Γάλλοι διανοούμενοι καταγγέλθηκαν ως "ανεπιθύμητοι ερασιτέχνες" από το 4ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς στην Μόσχα. Πέθανε στο Παρίσι στις 12 Οκτωβρίου 1924. Το σύνολο των έργων του εκδόθηκε κατά την περίοδο 1925 - 1935 σε 25 τόμους.

Yourcenar Marguerite

Η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ (φιλολογικό ψευδώνυμο-αναγραμματισμός του επωνύμου της, το πραγματικό της όνομα ήταν Marguerite Ghislaine Cleenewerck de Crayencour), γεννήθηκε στις Βρυξέλλες, στις 8 Ιουνίου του 1903. Η μητέρα της που ήταν βελγίδα πέθανε δέκα ημέρες μετά τον τοκετό. Ο πατέρας της, Γάλλος αξιωματικός, τη μεγάλωσε στη Λιλ, όπου βρισκόταν ο πατρογονικός πύργος του, με ρομαντικές ιστορίες και ταξίδια. Μορφώθηκε κατ' οίκον με έμφαση στις ξένες γλώσσες, ζωντανές και νεκρές, όπως τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά. Ο πατέρας της πέθανε το 1929, την ίδια χρονιά εκδόθηκε το πρώτο της μυθιστόρημα, ο "Αλέξης". Ταξίδεψε στη Μαύρη Θάλασσα, το 1935, με συντροφιά τον Ανδρέα Εμπειρίκο. Τότε γράφτηκαν οι λυρικές "Φωτιές" (1936) και τα "Διηγήματα της Ανατολής" (1939). Γνωστή και η συνεργασία της με τον Κ. Θ. Δημαρά, το 1939, με αφορμή την ποίηση του Καβάφη που πρώτη αυτή έκανε γνωστό στη Γαλλία με τις μεταφράσεις της και το σχετικό δοκίμιό της. Το 1939 εγκαταστάθηκε στις ΗΠΑ. Το 1947, πήρε την αμερικανική υπηκοότητα, που έμελλε να της προκαλέσει αρκετά προβλήματα στη Γαλλία. Τρία χρόνια αργότερα, αγόρασε και σπίτι σε νησάκι της Πολιτείας του Μέιν, το νησί των "Έρημων Λόφων" (Μάουντ Ντέζερτ). Μεγάλο μέρος της ζωής της η Γουρσενάρ συνέζησε με τη σύντροφο, μεταφράστρια και γραμματέα της Γκρέις Φρικ. Το 1951 εξέδωσε το έργο της "Αδριανού Απομνημονεύματα" με τεράστια εμπορική και κριτική αποδοχή αφού το είχε δουλέψει επί πολλά χρόνια μελετώντας σε βιβλιοθήκες και επισκεπτόμενη πολλά από τα μέρη όπου διαδραματίζεται η ιστορία. Άλλωστε το έργο της Γιουρσενάρ είναι συνυφασμένο με την ελληνική, ανθρωπιστική αντίληψη. Στα 1968 η "Άβυσσος" ("L'Oeuvre au noir") θα κερδίσει παμψηφεί το βραβείο Femina. Τέλος "Ο λαβύρινθος του κόσμου Ι: Ευλαβικές αναμνήσεις" (1974), "Ο λαβύρινθος του κόσμου ΙΙ: Αρχεία του Βορρά" (1977) και "Ο λαβύρινθος του κόσμου ΙΙΙ: Τι; Η αιωνιότητα" (1988) συγκροτούν το τρίπτυχο, στο οποίο η συγγραφέας ανακαλεί τις μνήμες της οικογένειάς της και των δικών της παιδικών χρόνων. Το 1980 η Γαλλική Ακαδημία αποφάσισε να σπάσει την παράδοση 345 ετών και να δεχτεί ανάμεσα στους σαράντα "αθανάτους" και μια γυναίκα. Άλλα σημαντικά βιβλία της είναι: "Ο οβολός του ονείρου" (1934), "Χαριστική βολή" (1939), "Ποιος δεν έχει τον Μινώταυρό του;" (1963), "Το στεφάνι και η λύρα" (ανθολογία, 1979), "Μισίμα ή το Όραμα του κενού" (1981), "Σαν το νερό που κυλάει" (1982), "Η σμίλη του χρόνου" (1982). Η Γιουρσενάρ πέθανε στο νησί Μάουντ Ντέζερτ των ΗΠΑ, στις 17 Δεκεμβρίου 1987, σε ηλικία 84 ετών, από εγκεφαλικό επεισόδιο.

Nerval de Gerard

Ο Ζεράρ ντε Νερβάλ γεννήθηκε στο Παρίσι το 1808. Το 1822 ξεκίνησε τις σπουδές του στο College Charlemagne και σε ηλικία 20 ετών δημοσίευσε μία μετάφραση του "Φάουστ", που όχι μόνο απέσπασε τα εγκωμιαστικά σχόλια του Γκαίτε, αλλά και τον ανέδειξε στα γαλλικά γράμματα. Έως το 1843, οπότε και ξεκίνησε το ταξίδι του στην Ανατολή, ο Νερβάλ εξέδωσε αρκετά ποιήματα και θεατρικά έργα, ενώ αρθρογραφούσε συστηματικά σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής. Έθεσε τέλος στη ζωή του το 1855, έπειτα από δεκαπενταετή μάχη με την παράνοια.

Sade Alphonse Donatien

Ο Donatien-Alfonse-Francois De Sade γεννήθηκε στο Παρίσι στις 2 Ιουνίου 1740. Γόνος μεγάλης αριστοκρατικής οικογένειας της Προβηγκίας (γιος της Marie-Eleonore De Maille De Carman και του Jean-Baptiste-Joseph Francois De Sade, Λόρδου του Saumane και της La Coste), εισάγεται στα δέκα του στο κολέγιο του Μεγάλου Λουδοβίκου των Ιησουϊτών. Μαθητεύει από τα δεκατέσσερα σ' ανώτατη στρατιωτική σχολή και συμμετέχει, ένα χρόνο αργότερα, στον Επταετή Πόλεμο της Γαλλίας εναντίον της Πρωσίας. Τον Μάη του 1763 παντρεύεται τη Ρενέ-Πελαζί Ντε Μοντρέιγ. Θα αποκτήσει δυο γιους. Τη χρονιά του γάμου του φυλακίζεται στη Βενσέν με βασιλική διαταγή, με τη κατηγορία έκλυτων ηθών, για όργια σ' ένα πορνείο. Φυλάκιση που θα εγκαινιάσει μια μακρά σειρά εγκλεισμών σε φυλακές ή άσυλα για φρενοβλαβείς, η οποία θα διαρκέσει 30 από τα 74 χρόνια του βίου του. Αποφυλακίζεται ένα μήνα αργότερα μα τίθεται σε περιορισμό. Το 1767 γεννιέται ο πρώτος του γιος. Το 1771 καταδικάζεται για πρώτη φορά σε θάνατο στη Μασαλία, με τη κατηγορία της δολοφονίας με δηλητήριο. Συλλαμβάνεται, εκτελείται συμβολικά και δραπετεύει. Φυλακίζεται ξανά για 5 χρόνια στο κάστρο της Βενσέν. Δραπετεύει. Το 1776 επιστρέφει στη Λα Κοστ. Την επόμενη χρονιά ο Τριγιέ, πατέρας μιας καμαριέρας στη Λα Κοστ, ονόματι Ζυστίν, επιχειρεί να πάρει την κόρη του πίσω και πυροβολεί τον Σαντ. Αρχίζουν ανακρίσεις. Έτσι οι τρεις τους, κύριος και κυρία Σαντ μαζί με τη Ζυστίν, φτάνουν στο Παρίσι και η κυρία Σαντ ειδοποιεί τη μητέρα της. Έτσι ο Σαντ συλλαμβάνεται ξανά και κλείνεται στη Βενσέν. Η κυρία Σαντ κι η μητέρα της ζητούν ακύρωση της καταδίκης του 1772. Την επόμενη χρονιά τη ζητά κι ο ίδιος στο Εφετείο της Προβηγκίας. Τον Ιούλιο του 1778, το Εφετείο τον θεωρεί απλώς ένοχο οργίων κι υπερβολικής ελευθεριότητας, τον απαλλάσσει από τη κατηγορία της φαρμακίας και της σοδομίας και του επιβάλλει πειθαρχημένη διαβίωση κι απαγόρευση εισόδου στη Μασσαλία, για 3 χρόνια. Επιστρέφει στη Βενσέν αλλά παρά την αθώωσή του φυλακίζεται ξανά με βάση το lettre de cachet της 13/2/1777. Δραπετεύει ξανά και γυρίζει στη Λα Κοστ, αλλά μετά από δύο μήνες συλλαμβάνεται πάλι και φυλακίζεται στη Βενσέν. Αφιερώνεται στη συγγραφή θεατρικών έργων και μυθιστορημάτων. Τελειώνει τον "Διάλογο μεταξύ ενός ιερέα κι ενός κρατουμένου", τον Ιούλιο του 1782. Το 1874 μεταφέρεται στη φυλακή της Βαστίλης. Εκεί λίγα χρόνια πριν την έκρηξη της Γαλλικής Επανάστασης, αρχίζει τη συγγραφή των "120 μερών στα Σόδομα" (1785) -όπως το ξέρουμε σήμερα-, πάνω σ' ένα ρολό χαρτί μήκους 12 μέτρων. Πρώτη γραφή των "Ατυχιών της αρετής". Το 1788 αρχίζει και τελειώνει μέσα σε 6 μέρες, την "Ευγενία ντε Φρανβάλ". Στη Βαστίλη, απ' όπου θα μεταφερθεί στο άσυλο του Σαρεντόν δέκα ημέρες πριν τη πτώση της, θα εγκαταλείψει την πλούσια βιβλιοθήκη του, 600 τόμων και τα χειρόγραφά του. Στις 14 Ιουλίου 1789 εισβολή στη Βαστίλη της Επανάστασης και λεηλασία όλων των υπαρχόντων του, επίπλων, βιβλίων, χειρογράφων, που η κυρία Σαντ δεν είχε προλάβει να πάρει. Απελευθερώνεται με διάταγμα της Συντακτικής Συνέλευσης, βάσει του οποίου κανείς δε κρατείται δίχως δικαστικές αποφάσεις, το 1790. Η κυρία Σαντ έχει καταφύγει στη Μονή Σαιν Ορ κι αρνείται να δει τον σύζυγό της, υποβάλλει μάλιστα αίτηση διαζυγίου και το κερδίζει. Ο Σαντ αποκτά ταυτότητα "ενεργού πολίτη" του τομέα της Πλας Βαντόμ. Το Ιταλικό Θέατρο δέχεται ν' ανεβάσει το μονόπρακτό του "Le Suborneur". Η Κομεντί Φρανσέζ δέχεται ομόφωνα το πεντάπρακτο έργο του "Μισάνθρωπος από έρωτα" ή "Σολί & Ντεφράνκ". Δημοσιεύει, ανωνύμως, το 1791 τη "Ζυστίν ή οι ατυχίες της αρετής". Στο Θέατρο Μολιέρου ανεβαίνει το έργο "Οξτιέρν" ή "Οι συνέπειες της ελευθεριότητας". Μια δεύτερη παράσταση στις 4 Νοέμβρη 1791 προκαλεί επεισόδια κι αναστέλλει τις παραστάσεις του. Στα τέλη του 1793 εκδίδεται ένταλμα σύλληψης για μια επιστολή που 'χε γράψει προ διετίας στον Δούκα Ντε Μπρισάκ, διοικητή της φρουράς του Λουδοβίκου 16ου. Φυλακίζεται στη Μαντελονέτ. Μεταφέρεται στη φυλακή των Καρμηλιτισσών κι από κει στο Σαιν Λαζάρ. Καταδικάζεται για δεύτερη φορά σε θάνατο, αυτή τη φορά από την Επανάσταση, γλιτώνει παρά τρίχα τη γκιλοτίνα, κι ελευθερώνεται το 1794. Επιβιώνοντας μόνο με τα εισοδήματα που του αποφέρει η συγγραφή, δημοσιεύει το 1795 τα έργα του: "Φιλοσοφία του μπουντουάρ", "Αλίν & Βαλκούρ", η νέα "Ζυστίν ή ατυχίες της αρετής" ακολουθούμενη από την "Ιστορία της Ζυλιέτ, της αδελφής της, ή η προκοπή της διαφθοράς". Η απαρίθμηση και περιγραφή στα έργα αυτά κάθε μορφής ερωτικής συμπεριφοράς, που συλλαμβάνει ως δίκαιη επανάσταση του ατόμου απέναντι στη κοινωνία και στον Θεό, καταδικάζεται για άλλη μια φορά από τον τύπο και τις αρχές. Πουλά τη Λα Κοστ το 1796. Το 1799 ξαναπαίζεται ο "Οξτιέρν" κι ο ίδιος κρατά ένα μικρό ρόλο. Ο κριτικός Βιλτέρκ επιτίθεται βίαια εναντία στο "Εγκλήματα από έρωτα" που μόλις έχουν εκδοθεί το 1800 και στο ίδιο άρθρο τού αποδίδεται η πατρότητα της "Ζυστίν". Η αστυνομία κατάσχει το έργο του στο τυπογραφείο το 1801. Συλλαμβάνει μαζί και τον Μασέ, τον εκδότη του, που αποκαλύπτει που είναι αποθηκευμένη η "Ζυλιέτ". Ο Σαντ αρνείται τη πατρότητα της "Ζυστίν". Ο Διοικητής Αστυνομίας κι ο Υπουργός Ασφαλείας αποφασίζουν πως μια δίκη θα προκαλούσε μέγα σκάνδαλο που δεν θα το απάλυνε μια παραδειγματική τιμωρία. Έτσι χωρίς δίκη, συμφωνούν τον εγκλεισμό του στη φυλακή της Αγίας Πελαγίας σαν διοικητική ποινή. Δύο χρόνια μετά μεταφέρεται στη Μπισέτρ. Από κει, με σύμφωνη γνώμη και της οικογένειάς του, οδηγείται και πάλι στο Άσυλο Φρενοβλαβών του Σαρεντόν. Ο Διευθυντής Ντιμπουά τον χαρακτηρίζει αδιόρθωτο που ζει μια κατάσταση σταθερής φιλήδονης διαταραχής και συνιστά τη συνέχιση της κράτησής του, το 1804. Το 1806 συντάσσει τη διαθήκη του. Την επόμενη χρονιά τελειώνει το 10τομο έργο: "Τα ταξίδια της Φλορμπέλ" που κατάσχει αμέσως η αστυνομία και το καίνε μετά τον θάνατό του, οι κληρονόμοι του. Το 1811 το Υπουργικό Συμβούλιο με πρόεδρο τον Μέγα Ναπολέοντα, αποφασίζει τη συνέχιση της κράτησής του κι απαγορεύει τις θεραπευτικές θεατρικές παραστάσεις στο Άσυλο, όπου ο Σαντ κρατούσε τον κύριο ρόλο. Το 1813 τελειώνει το "H κρυφή ιστορία της Ισαβέλλας της Βαυαρίας" κι εκδίδεται ανώνυμα το μυθιστόρημα "La Marquise De Ganges". Εκεί, στο Άσυλο Σαρεντόν, σε πλήρη πνευματική ενάργεια, θα πεθάνει στις 2 Δεκεμβρίου του 1814.

Giono Jean

Ο Ζαν Ζιονό, Γάλλος μυθιστοριογράφος και θερμός εραστής της φύσης, ιδιαίτερα της Προβηγκίας, ήταν αυτοδίδακτος συγγραφέας. Πολέμησε στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο και επέζησε στη μάχη του Βερντέν. Τη φρίκη του πολέμου αποτύπωσε στο μυθιστόρημά του "Le grand troupeau" (Το μεγάλο κοπάδι, 1931). Η δημοτικότητά του μεγάλωσε στα τέλη της δεκαετίας του 1920 με μια σειρά μυθιστορήματα για την ευγένεια των απλών ανθρώπων της επαρχίας. Κορυφαία της σειράς αυτής ήταν η τριλογία "Le Chant du monde" (Το τραγούδι του κόσμου, 1934 ), όπου εξέφρασε την αγανάκτηση του ευαίσθητου ανθρώπου απέναντι στον σύγχρονο πολιτισμό. Το 1939 ο Ζιονό πέρασε δύο μήνες φυλακισμένος για την ειρηνιστική δράση του. Το 1945 αιχμαλωτίστηκε από μια κομμουνιστική αντιστασιακή ομάδα που θεωρούσε του ειρηνιστές συνεργάτες των Ναζί. Αλλά η σθεναρή υπεράσπιση του Αντρέ Ζιντ αναίρεσε τον στιγματισμό του. Το 1954 ο Ζιονό εκλέχθηκε μέλος της Academie Goncourt. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο το λογοτεχνικό του ύφος άλλαξε τελείως: Έγινε λιτό, με έμφαση στην αφήγηση, και πιο αισιόδοξο. Μεταξύ των καλύτερων έργων του την περίοδο αυτή είναι τα "Le Hussard sur le toit" (Ο ουσσάρος στη στέγη, 1952), "Le Bonheur fou" (Τρελή ευτυχία, 1957 ), "Deux cavaliers de l’orage" (Οι δυο καβαλάρηδες της καταιγίδας, 1965), "L’ homme qui plantait des arbres" (Ο άνθρωπος που φύτευε δέντρα, 1953), κ.α.

Voltaire 1694-1778

Francois Marie Arouet (1694-1778). Έγινε γνωστός με το όνομα Voltaire επειδή δημοσίευσε το 1719 με αυτό το το ψευδώνυμο τον "Οιδίποδα", την πρώτη από τις συνολικά 27 τραγωδίες του. Αυτό ακριβώς το ψευδώνυμο έγινε σύμβολο του διαφωτισμού, της λογικής, της ανεκτικότητας και της ελευθερίας της σκέψης. Η ζωή του Βολταίρου είχε απρόβλεπτες μεταπτώσεις. Λόγω μιας σάτιρας που δημοσίευσε, βρέθηκε το 1717 για 11 μήνες φυλακισμένος στη Βαστίλη. Το 1719 έγινε αυλικός λογοτέχνης, αλλά το 1726 αναγκάστηκε να δραπετεύσει στην Αγγλία. Μετά την επιστροφή του απειλήθηκε πάλι με φυλάκιση, οπότε κατέφυγε το 1734 στην επαρχία της Λωραίνης (Lothringen). Από το 1750 ήταν εγκαταστημένος στην Αυλή του αυτοκράτορα Φρειδερίκου της Πρωσίας στο Πότσνταμ. Μετά από διαφωνίες με τον βασιλιά, έζησε από το 1755 στη Γενεύη και επέστρεψε στο Παρίσι μόλις το έτος που πέθανε. Αν και ήταν επιδέξιος συγγραφέας θεατρικών έργων, ιστορικών μελετών και έγραψε επίσης αξιόλογα ποιήματα καθώς και πνευματώδεις κριτικές, η φήμη του στηρίζεται κυρίως στις φιλοσοφικές εργασίες που δημοσίευσε. Ταυτόχρονα ήταν δε και φιλόσοφος με την παραδοσιακή έννοια, γιατί διατύπωσε ένα αυτόνομο φιλοσοφικό σύστημα. Οι στόχοι για τους οποίους αγωνιζόταν ο Βολταίρος, ήταν αυτοί των φιλελεύθερων αστών, οι οποίοι υπερασπίζονταν τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ελευθερία και την ισότητα των ανθρώπων ενώπιον του νόμου, ενάντια στην αυθαιρεσία του φεουδαρχικού απολυταρχισμού. Δεν ήταν άθεος, όπως συχνά υποστηρίζεται, αφού ο ίδιος έγραφε ότι "τίποτα δεν δημιουργείται από το τίποτα" και ότι "υπάρχει ένας θεός και αυτός πρέπει να είναι δίκαιος". Ταυτόχρονα υποστήριζε όμως ότι "είναι αδύνατο ο πάνσοφος θεός να έχει κάνει νόμους για να τους παραβιάζει", καταφερόμενος έτσι κατά της θαυματολογίας του Χριστιανισμού, κατά της δεισιδαιμονίας και της θρησκοληψίας, πράγμα που τον έφερνε σε αντιπαλότητα με το ιερατείο που αξιοποιεί για ιδιοτελείς σκοπούς μέχρι των ημερών μας αυτές ακριβώς τις παρεκκλίσεις. Ο Βολταίρος διέβλεψε πολύ πριν από τον Μαρξ ότι η θρησκεία αξιοποιείται για τη δημιουργία "αντεστραμμένης συνείδησης" του κόσμου, με αποτέλεσμα να θεωρεί τον αγώνα και την κριτική κατά του ιερατείου και της θρησκευτικής πρακτικής σαν προϋπόθεση κάθε κοινωνικής κριτικής. Ο Βολταίρος πίστευε, αντίθετα με τον Μακιαβέλι και τον Λοκ, ότι "η ανθρώπινη φύση είναι καλή" και ότι όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται καλοί, αλλά τους διαστρέφουν οι ανάγκες της ζωής. Ο μεγάλος φιλόσοφος θεωρείται από τους πνευματικούς πατέρες της γαλλικής επαναστάσεως.

Chateaubriand René François

Ο Φρανσουά-Ωγκύστ-Ρενέ, υποκόμης ντε Σατωμπριάν (Francois-Auguste-Rene, vicomte de Chateaubriand, εξελληνισμένη μορφή Σατωβριάνδος), ήταν Γάλλος συγγραφέας, πολιτικός και φιλέλληνας. Θεωρείται ιδρυτής του γαλλικού ρομαντισμού, ένα από τα μεγάλα ονόματα της γαλλικής λογοτεχνίας.

Mérimée Prosper

O Προσπέρ Μεριμέ γεννήθηκε στο Παρίσι το 1803 από πατέρα ζωγράφο. Σε πολύ νεαρή ηλικία ξεκινά να σπουδάσει νομικά και μετά το πέρας των σπουδών του δημοσιεύει ένα σύνολο έξι θεατρικών έργων, "Το θέατρο της Κλάρα Γκαζύλ", το 1825, που τον καθιερώνει ως μιας προεξέχουσα μορφή του ρομαντικού κινήματος στη Γαλλία. Ύστερα ακολούθησαν τα έργα: "La Jacqerie", το 1828, μια σειρά δραματικών σκηνών από τη μεσαιωνική εποχή, και η νουβέλα "Το χρονικό της βασιλείας του Καρόλου ΙΧ", το 1829. Στα έτη 1829-1830, δημιουργεί έξι αξιοσημείωτα έργα. Την ίδια περίοδο ξεκινά τη δημοσιοϋπαλληλική του καριέρα. Διορίζεται γενικός επιθεωρητής των ιστορικών μνημείων, θέση που διατήρησε μέχρι το 1860. Ταξιδεύει σε ολόκληρη την Ευρώπη και ασχολείται κυρίως με τη συγγραφή ιστορικών δοκιμίων και ταξιδιωτικών σημειώσεων που άπτονται ιστορικών και αρχαιολογικών θεμάτων. Το 1844 γίνεται δεκτός στη Γαλλική Ακαδημία. Ο Μεριμέ ύστερα από τη δημοσίευση της "Κάρμεν" το 1847, δεν έγραψε καμία νουβέλα για τα επόμενα είκοσι χρόνια. Το 1854 ονομάζεται γερουσιαστής και εξελίσσεται σε διακεκριμένη προσωπικότητα στην Αυλή του Ναπολέοντα ΙΙΙ. Κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του αρχίζει και πάλι τη συγγραφή μικρών ιστοριών, τριών τον αριθμό, που καμία όμως δεν επρόκειτο να δημοσιευθεί. Πέθανε στις Κάννες το 1870.

Tournier Michel

Mallarmé Stéphane

Γεννήθηκε το 1842 στο Παρίσι. Αφού αποφοίτησε από το λύκειο της Σανς, πήγε στο Λονδίνο για να σπουδάσει αγγλικά, όπου ολοκλήρωσε τις σπουδές του το 1863. Εργάστηκε ως καθηγητής αγγλικών σε διάφορα σχολεία και μετέφρασε λογοτεχνικά έργα από τα αγγλικά. Η ποίησή του χαρακτηρίζεται από υπαινικτικότητα, ευρεία χρήση συμβολισμών και μουσικότητα. Μεταξύ των έργων του συγκαταλέγονται: "Η Ηρωδιάς", ποίημα το οποίο τον απασχόλησε σε όλη του τη ζωή χωρίς να το ολοκληρώσει. "Το απόγευμα ενός φαύνου". "Ο Ίγκιτουρ ή Η τρέλα του Ελβενόν". Πέθανε το 1898.

Maurois André

Aντρέ Mωρουά (1885-1967). Γάλλος συγγραφέας που διακρίθηκε ως δοκιμιογράφος, ιστοριογράφος και μυθιστοριογράφος. Eίναι ιδιαίτερα γνωστός για τις μυθιστορηματικές βιογραφίες του ("΄Aριελ: η ζωή του Σέλλεϋ", "H ζωή του Nτιστραέλι", "Tουργκένιεφ", "Bολταίρος", "Nτίκενς", "Σατωμπριάν", κ.ά.) Tο 1938 εκλέχτηκε μέλος της Γαλλικής Aκαδημίας.

Proust Marcel

O Mαρσέλ Προυστ (Bαλαντέν-Λουί-Zωρζ-Eζέν-Mαρσέλ) γεννήθηκε στην εξοχή του Οτέιγ, κοντά στο Παρίσι, το 1871. Σπούδασε νομικά, πολιτικές επιστήμες και φιλοσοφία. Γόνος πλούσιας, αστικής οικογένειας -ο πατέρας του ήταν φημισμένος γιατρός- δεν άργησε να βρεθεί στο περιβάλλον της υψηλής κοινωνίας της πρωτεύουσας και άρχισε να δημοσιεύει άρθρα κοσμικού περιεχομένου σε διάφορα έντυπα. Εργάστηκε για ένα διάστημα σε βιβλιοθήκη, ώσπου ανακάλυψε την κλίση του στη λογοτεχνία, στην οποία αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά, για να καταλήξει τελικά σε πλήρη σχεδόν απομόνωση από τον έξω κόσμο: κοιμόταν την ημέρα και έγραφε τη νύχτα σε ένα δωμάτιο επενδυμένο με φελλό. Ανάμεσα στο 1895 και στο 1899 ασχολήθηκε με ένα μυθιστόρημα που έμεινε ημιτελές και εκδόθηκε μετά τον θάνατό του, το 1952, με τον τίτλο "Ζαν Σαντέιγ". Έγραψε επίσης ποιήματα, σύντομα αφηγήματα, άρθρα και μεταφράσεις. Ορισμένα από τα αφηγήματα αυτά δημοσιεύτηκαν το 1896 στον τόμο "Τέρψεις και ημέρες", με πρόλογο του Ανατόλ Φρανς και σχέδια της Μαντάμ Λεμαίρ. Η χλιαρή τους υποδοχή από το κοινό και ορισμένα προβλήματα πλοκής τον έκαναν να εγκαταλείψει το μυθιστόρημά του "Ζαν Σαντέιγ", ώσπου, γύρω στο 1907, καταπιάστηκε με τον πολύτομο μυθιστορηματικό κύκλο "Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο". Ο πρώτος τόμος του κύκλου, "Από τη μεριά του Σουάν", που οι εκδότες τον απέρριπταν ο ένας μετά τον άλλον, εκδόθηκε με έξοδα του συγγραφέα το 1913. Ακολούθησαν οι τόμοι "Στον ίσκιο των ανθισμένων κοριτσιών", ο οποίος του χάρισε το βραβείο Γκονκούρ και τη φήμη, το 1918, "Η μεριά του Γκερμάντ", σε δύο τόμους, 1920 και 1921, και "Σόδομα και Γόμορρα", επίσης σε δύο τόμους, 1921 και 1922. Aσθματικός από μικρός, ο Προυστ πεθαίνει από πνευμονία το 1922. Οι τρεις τελευταίοι τόμοι, αν και ολοκληρωμένοι, κυκλοφόρησαν μετά τον θάνατό του, με την επιμέλεια του αδελφού του Ρομπέρ: "Η φυλακισμένη", 1923, "Η δραπέτις/Η εξαφάνιση της Αλμπερτίν", 1925 και "Ο ξανακερδισμένος χρόνος", 1927. Το 1927 κυκλοφόρησαν τα "Χρονικά", ένας τόμος με δημοσιευμένα άρθρα του. Μετά το θάνατό του, ο Προυστ πήρε γρήγορα τη θέση του ως ένας από τους σημαντικότερους μυθιστοριογράφους του εικοστού αιώνα κι ένας από τους πιο σημαντικούς κριτικούς της εποχής του. Tο έργο του προκάλεσε έναν πολύ μεγάλο αριθμό από αναλυτικές εργασίες και συνθετικές μελέτες και επηρέασε συγγραφείς όπως οι Τζέιμς Τζόις, Βιρτζίνια Γουλφ, Κλοντ Σιμόν, κ.ά.

Flaubert Gustave

Ο Γκυστάβ Φλομπέρ, γιος του χειρουργού Ασίλ Φλομπέρ και της Ζυστίν Φλεριό, γεννήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 1821 στη Ρουέν της Νορμανδίας. Η κλίση του προς την λογοτεχνία ήταν έντονη και από τα δεκατέσσερά του χρόνια άρχισε να γράφει αφηγήματα. Η οικογένειά του τον προόριζε για νομικές σπουδές στο Παρίσι, ωστόσο η αποτυχία στις εξετάσεις, οι συχνές κρίσεις επιληψίας και προπάντων η βαθιά του επιθυμία να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία, δεν του επέτρεψαν να τις ολοκληρώσει. Έζησε ως επί το πλείστον μακριά από το θόρυβο της πρωτεύουσας, στο Κρουασέ, κοντά στη μητέρα και στην αγαπημένη ανιψιά του, με μικρά διαλείμματα στην ασκητική ζωή που είχε επιλέξει τις τακτικές επισκέψεις στο Παρίσι, για να βλέπει τους φίλους του: τον Γκοτιέ, τον Τουργκιένιεφ, τον Ρενάν, τον Ζολά, τη Γεωργία Σάνδη, τη Λουίζ Κολέ, μεταξύ άλλων, με τους οποίους διατήρησε πολύχρονη αλληλογραφία. Έκανε επίσης ευάριθμα ταξίδια: από το 1849 έως το 1851, μαζί με τον φίλο του Μαξίμ ντυ Καν ταξίδεψαν στη Μέση Ανατολή, ενώ γνωστό είναι και το πέρασμά του από την Ελλάδα. Επιστρέφοντας άρχισε να γράφει τη "Μαντάμ Μποβαρύ", την οποία θα ολοκληρώσει και θα εκδώσει έξι χρόνια αργότερα, το 1857. Μακρόχρονη και κοπιώδης ήταν και η συγγραφή όλων των άλλων έργων του, "Μαντάμ Μποβαρύ", "Πειρασμός του Αγίου Αντωνίου", "Αισθηματική αγωγή", "Απλή καρδιά", "Μπουβάρ και Πεκυσέ" κ.ά. Γενναιόδωρος με τους ομοτέχνούς του, αφοσιωμένος στους ανθρώπους που αγάπησε, θυσίασε τη μικρή περιουσία του για να στηρίξει τους συγγενείς του και πέθανε φτωχός το 1880. Εκτός από την περιπετειώδη σχέση του με τη Λουίζ Κολέ, και κάποιες τρυφερές φιλίες, ο Φλομπέρ φύλαξε πιστά τον ανεκπλήρωτο έρωτα των δεκαέξι χρόνων του για την κυρία Σλεζενζέ, που τον απαθανάτισε στην "Αισθηματική αγωγή".

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΙΣ

Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.


Μόνο συνδεδεμένοι πελάτες που έχουν αγοράσει αυτό το προϊόν μπορούν να αφήσουν μία αξιολόγηση.