Ο Παρθενώνας στην ποίηση

Μια ανθολογία

0 out of 5

19.81

Κωδικός Προϊόντος: 9789602011935
Προβολη καλαθιου

Συγγραφέας: Συλλογικό Έργο

Εκδότης: Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Ε.Λ.Ι.Α.)

Ημερ. Έκδοσης: 01/05/2009

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

[…] Σκοπός της ανθολογίας είναι να συγκεντρώσει και ν’ αναδείξει ποιήματα που, ενώ χάνονται μέσα στα άπαντα των ποιητών και στις πολυάριθμες σελίδες των περιοδικών, συγκεντρωμένα αποκτούν διαφορετική δύναμη και σημασία. Κρυσταλλωμένα γύρω από το θέμα Παρθενώνας, μιλούν
για το μνημείο με τρόπο πρωτόγνωρο ως προς την ποικιλία και το βάθος του.

Πράγματι, ενώ τα αισθητικά, αρχαιολογικά, ιδεολογικά και περιηγητικά κείμενα για τον Παρθενώνα ομόφωνα, σχεδόν, εξαίρουν την ιδανική ομορφιά του και τη βαθιά επίδραση που άσκησε σε πολλά επίπεδα της ζωής μας, οι ποιητές τολμούν να περάσουν από τον θαυμασμό στη σάτιρα και από την αποδοχή στην εκ βάθρων απόρριψη. Ο λόγος της ποίησης ξεφεύγει από θεωρήσεις που, σε μεγάλο βαθμό, θεωρούνται σήμερα ως δεδομένες ή ακόμα και κοινότοπες και τολμά ν’ αγγίξει ευαισθησίες που δύσκολα θα μπορούσαν να θιγούν έξω από τον ποιητικό χώρο. Η ποικιλία αυτή των αντιδράσεων χαρακτηρίζει όλα τα ποιήματα, τόσο τα ελληνικά όσο κι αυτά που είναι γραμμένα στ’ αγγλικά.

Η ανθολογία παρουσιάζει τα ποιήματα σε χρονολογική σειρά, ασχέτως συγγραφέα και γλώσσας. Έτσι, ελληνικά και ξένα ποιήματα εναλλάσσονται και ποιήματα του ίδιου ποιητή, που είναι γραμμένα σε διαφορετικές περιόδους, τοποθετούνται στην εποχή που γράφτηκαν. Πιστεύω πως η παρουσίαση αυτή έχει τα εξής πλεονεκτήματα: ο αναγνώστης μπορεί να συνδέσει άμεσα το κείμενο με το ιστορικοκοινωνικό του πλαίσιο και να το δει σε σχέση με άλλα σύγχρονα ποιήματα (αν υπάρχουν)· μπορεί, όμως, και να το δει διαχρονικά, παρακολουθώντας έτσι τις αλλαγές και τις εξελίξεις στην πρόσληψη του μνημείου πιο εύκολα και πιο παραστατικά. […]

(από τον πρόλογο της ανθολόγου)

Συγγραφεας: Byron Lord George, Keats John, Hardy Thomas, Melville Herman, Durrell Lawrence, Σικελιανός Άγγελος, Παλαμάς Κωστής, Δροσίνης Γεώργιος, Λαπαθιώτης Ναπολέων, Εγγονόπουλος Νίκος, Μόντης Κώστας, Δημουλά Κική, Αγγελάκη - Ρουκ Κατερίνα
Επιμέλεια: Γιαννακοπούλου Λιάνα
Ανθολόγος: Γιαννακοπούλου Λιάνα
ISBN: 978-960-201-193-5

Αριθμός Σελίδων : 237

Διαστάσεις : 24 x 17 cm

Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο

Τόπος Έκδοσης : Αθήνα

Byron Lord George

Μπάυρον, Τζώρτζ Γκόρντον (1788 - 1824). Ο μεγαλύτερος και ενδοξότερος από τους φιλέλληνες την εποχή του αγώνα της Ελληνικής Επανάστασης, λόρδος Τζωρτζ Μπάυρον (Βύρων, κατά τον εξελληνισμένο τύπο του ονόματός του), γεννήθηκε στο Λονδίνο και πέθανε στο Μεσολόγγι, σε ηλικία 36 μόνο ετών. Είχε αριστοκρατική καταγωγή και ο πατέρα του υπήρξε γιος ναυάρχου. Στη νεαρή του ηλικία άφησε εποχή με την εν γένει άτακτη ζωή, που ζούσε, και τα αρκετά μεγάλα και πολλά ερωτικά του σκάνδαλα. Ορφάνεψε νωρίς από πατέρα, αλλά το έτος 1798 κληρονόμησε τον παππού του, ο οποίος είχε μια σημαντική περιουσία, μαζί δε με αυτή πήρε και τον τίτλο ευγενείας του (του λόρδου). Ήταν λίγο κουτσός από το δεξί του πόδι και σ' αυτό ορισμένοι βιογράφοι του αποδίδουν τα πλέγματά εκείνα, που τον διέπλασαν ως χαρακτήρα ατίθασο, ανυπότακτο και αυθάδη. Όταν, τελειώνοντας το Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, κυκλοφόρησε την πρώτη συλλογή ποιημάτων του, με τον τίτλου "Φευγαλέοι στίχοι", πολλοί λίγοι μόνο τον πρόσεξαν. Κατόπιν όμως έβγαλε τα επίσης ποιητικά του έργα "Ποιήματα ποικίλων περιστάσεων" και "Ώρες τεμπελιάς", που έκαναν μια ιδιαίτερα σημαντική αίσθηση. Επειδή δε μερικοί Σκοτσέζοι άσκησαν εναντίον του δεύτερου από τα παραπάνω έργα του μια έντονη κριτική, ο ποιητής αντέδρασε με όμοια οξύτητα, γράφοντας τη σατιρική του πραγματεία "Άγγλοι ραψωδοί και Σκοτσέζοι κριτικοί", η οποία γνώρισε τεράστια εκδοτική επιτυχία (σημείωσε 5 εκδόσεις, μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα). Ύστερα απ' όλα αυτά ο Μπάυρον, αφού δανείστηκε πριν ένα σοβαρό ποσό -γιατί τα δικά του κληρονομημένα χρήματα είχαν σχεδόν εξαντληθεί- άρχισε να ταξιδεύει, πηγαίνοντας κατά σειρά: Στη Λισσαβόνα, το Γιβραλτάρ, τη Μάλτα, την Πρέβεζα, τα Γιάννενα, το Τεπελένι (όπου συναντήθηκε με τον Αλή Πασά), την Πάτρα, το Μεσολόγγι, τους Δελφούς, τη Λιβαδειά, τη Θήβα και την Αθήνα (όπου έφθασε τα Χριστούγεννα του 1809 και φιλοξενήθηκε στο σπίτι της Θεοδώρας Μακρή, για την μικρότερη από τις 3 κόρες της οποίας, την Τερέζα, έγραψε ένα από τα λυρικότερα και ωραιότερα ποιήματά του, με τον τίτλο "Κόρη των Αθηνών"). Εξάλλου κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψής του στο Σούνιο, εμπνεύσθηκε το άλλο εξίσου περίφημο ποίημα του "Τα νησιά της Ελλάδας" , που το περιέλαβε μετά στο "Δον Ζουάν". Στο ίδιο δε χρονικό διάστημα της διαμονής του στην Αθήνα -που κράτησε συνολικά 10 βδομάδες- έγραψε και ορισμένους από τους πιο ωραίους στίχους ενός άλλου του αριστουργήματος, του "Τσάϊλντ Χάρολντ". Από εδώ πήγε στη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη, γυρίζοντας έπειτα από δύο μήνες πάλι στην Αθήνα, όπου αυτή τη φορά, εγκαταστάθηκε στο τότε μοναστήρι των Φραγκισκανών (κοντά στο μνημείο του Λυσικράτη) και έμεινε επί 10 ολόκληρους μήνες, κάνοντας ενδιάμεσα εκδρομές στην Πελοπόννησο και σε διάφορα άλλα μέρη. Κατόπιν έφυγε για την Αγγλία (1811) και φθάνοντας εκεί βρήκε τη μητέρα του στα τελευταία της (μετά από λίγο πέθανε). Τότε ακριβώς έδωσε στη δημοσιότητα τον υπέροχό του "Τσάιλντ Χάρολντ", τον οποίο ακολούθησαν τα ποιήματά του "Γκιαούρ", "Κουρσάρος" και "Νύμφη της Αβύδου". Την ίδια εποχή παντρεύτηκε την Άννα Μίλμπανκ, από την οποία απόκτησε μια κόρη, αλλά, σ' ένα χρόνο, χώρισε μαζί της. Και επειδή το γεγονός αυτό δημιούργησε αρκετά δυσμενή σχόλια στους λεγόμενους "κοσμικούς κύκλους" της Αγγλικής πρωτεύουσας, ο ποιητής έφυγε από αυτή και πήγε, αρχικά μεν στη Γενεύη, ύστερα δε στη Βενετία, όπου έφθασε κατά το έτος 1816 και όπου μόνιμα πλέον εγκαταστάθηκε. Στο μεταξύ ο Μπάυρον βρισκόταν στο μεσουράνημα της ποιητικής ακμής και δόξας του. Τα βιβλία του είχαν σημειώσει εξαιρετική εκδοτική επιτυχία και ο ίδιος ήταν στην πρωτοπορία της πνευματικής επικαιρότητας. Άλλα έργα του είναι ο "Μάνφρεντ", "Η προφητεία του Δάντη", το "Όνειρο", η τραγωδία του "Μαρίνος Φαλλιέρ", το ιστορικό δράμα του "Σαρδανάπαλος", ο "Κάιν", ο "Δον Ζουάν" (του οποίου ήρτωας κατά βάθος, είναι ο ίδιος ο ποιητής), το "Όραμα της κρίσης" κ.α. Μετά το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, ο Μπάυρον ήρθε σε επαφή με ορισμένους από τους παράγοντες της και σιγά-σιγά γεννήθηκε μες στο μυαλό του η ιδέα να έρθει εδώ και να βοηθήσει για τη λευτεριά της πολυαγαπημένης του Ελλάδας. Παράλληλα γράφτηκε ως μέλος της Επιτροπής των Φιλελλήνων του Λονδίνου. Μετά από πολλές σκέψεις, αποφάσισε κάποτε την κάθοδό του στην Ελλάδα με το μπρίκι δε "Ηρακλής", που νοίκιασε, και αφού το φόρτωσε πριν με όπλα, πυρομαχικά και ποικίλα άλλα εφόδια, ξεκίνησε τον Ιούλιο του 1823 από τη Γένοβα της Ιταλίας. Έπειτα από 18 ημέρες ταξιδιού βγήκε στο Αργοστόλι της Κεφαλλονιάς και από εκεί, σε λίγους μήνες, αναχώρησε βάζοντας πλώρη για το Μεσολόγγι, όπου και έφθασε στις 5 Γενάρη του 1824. Παρότι οι γιατροί, που έφερε μαζί του, τον συμβούλευσαν να φύγει από εκεί, λόγω της κακής επίδρασης την οποία το υγρό Μεσολογγίτικο κλίμα είχε στην υγεία του, αυτός σε απάντηση, τους είπε: "Όσο στέκομαι ορθός στα πόδια μου, έχω χρέος να μείνω και να αγωνιστώ πιστά. Αυτή η υπόθεση αξίζει εκατομμύρια ανθρώπους σαν κι εμένα". Το αποτέλεσμα όμως υπήρξε να νικηθεί τελικά από την κλονισμένη υγεία του, τις στερήσεις και τις κακουχίες της διαμονής του. Πέθανε στις 19 Απριλίου 1824, στις 6 το απόγευμα. Ο Διονύσιος Σολωμός, μαθαίνοντας το θλιβερό μαντάτο του θανάτου του, έγραψε την ονομαστή του "Ωδήν εις τον θάνατον του Λόρντ Μπάυρον".

Keats John

Άγγλος ρομαντικός ποιητής (1795-1821).

Hardy Thomas

Ο Τόμας Χάρντυ γεννήθηκε το 1840 στο Χάιερ Μπόκχαμπτον του Ντόρτσεστερ, από πατέρα χτίστη και μητέρα μαγείρισσα. Πηγαίνει στο σχολείο του Ντόρτσεστερ, διαβάζει τα πρώτα του βιβλία και έρχεται σ' επαφή με τη ζωή στην αγγλική ύπαιθρο την οποία υπεραγαπά πράγμα που άλλωστε διαφαίνεται σ' ολόκληρο το έργο του. Παράλληλα αρχίζει να μαθαίνει γαλλικά και γερμανικά και περιδιαβαίνοντας την ύπαιθρο παίζει βιολί σε γάμους και πανηγύρια. Το 1856 πηγαίνει ως μαθητευόμενος στον αρχιτέκτονα Τζην Χικς και μέχρι το 1861 όπου μένει κοντά του, μελετάει συνεχώς τις νύχτες λατινικά και αρχαία ελληνικά. Το 1862 φεύγει για το Λονδίνο όπου γνωρίζει και ασπάζεται τον αγνωστικισμό. Το 1867 επιστρέφει στο Ντόρτσεστερ, και το 1868 αρχίζει το πρώτο του μυθιστόρημα "The poor man and the lady", το οποίο δεν διασώθηκε. Το 1870 στέλνεται από τον εργοδότη του στην Κορνουάλη όπου συναντάει τη μελλοντική γυναίκα του Έμμα Λαβίνια Γκρίφφορντ, ενώ την ίδια χρονιά γράφει το πρώτο δημοσιευμένο μυθιστόρημα, το "Desperate remedies". Το 1910 του απονέμεται η τιμητική διάκριση του Τάγματος της Αξίας, ενώ το 1913 και 1920 ανακηρύσσεται επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Καίμπριτζ και της Οξφόρδης. Το 1912 πεθαίνει η γυναίκα του και το 1914 ξαναπαντρεύεται τη Φλόρενς Ντάγκντεηλ. Με την κήρυξη του πολέμου συμμετέχει στην ομάδα των συγγραφέων που συντάσσει κείμενα υπέρ της "Συμμαχικής Υπόθεσης" και στο μεταξύ διάστημα δημοσιεύει διάφορα έργα του ανάμεσα στα οποία ήταν και μία συλλογή ποιημάτων του το "Human shows" που ήταν και το τελευταίο που είδε να δημοσιεύεται. Πεθαίνει στις 11 Γενάρη του 1928 και η στάχτη του φυλάσσεται στην κρύπτη των Ποιητών στο Αββαείο του Ουεστμίνστερ, ενώ η καρδιά του βρίσκεται θαμμένη στο μνήμα της πρώτης του γυναίκας στο Σίνσφορντ. Αρκετά έργα του έγιναν γνωστά στο πλατύ κοινό γιατί αποτέλεσαν τη βάση για το γύρισμα ταινιών ("Μακριά από το αγριεμένο πλήθος", "Τες", "Τζουντ ο αφανής", "Woodlanders", κ.ά.).

Melville Herman

Ο Χέρμαν Μέλβιλ, που πέρασε κι ο ίδιος πολλά χρόνια της ζωής του σε φαλαινοθηρικά πλοία - και μάλιστα σε μια εποχή που το κυνήγι της φάλαινας ήταν επικίνδυνη δουλειά - γεννήθηκε το 1819 στη Νέα Υόρκη και θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους Αμερικανούς συγγραφείς. Η οικογένειά του ήταν εύπορη κατά τη διάρκεια των παιδικών του χρόνων. Μα ο πατέρας του χρεωκόπησε το 1830 και πέθανε αμέσως μετά αφήνοντας τη γυναίκα του μόνη με οχτώ παιδιά. Ο Χέρμαν σταμάτησε νωρίς το σχολείο κι αναγκάστηκε να πιάσει δουλειά για να βοηθήσει τ' αδέλφια του. Στα καράβια πρωτομπαρκάρισε το 1839. Τα ταξίδια του τον οδήγησαν σε πολλά μέρη του κόσμου. Όταν κυκλοφόρησαν τα πρώτα του βιβλία, γνώρισε αμέσως την επιτυχία. Και το 1847, που παντρεύτηκε, παράτησε τη θάλασσα κι εγκαταστάθηκε στη Μασαχουσέτη, όπου και πέρασε τα ωραιότερα χρόνια της ζωής του. Ο Εμφύλιος Πόλεμος αναστάτωσε και την οικογένεια του Μέλβιλ, που επέστρεψε στη Νέα Υόρκη. Πέθανε το 1891 αφήνοντας μισοτελειωμένα ένα σωρό έργα, τα οποία ανακαλύφθηκαν πολύ αργότερα.

Durrell Lawrence

Ο Lawrence Durrell γεννήθηκε στην Ινδία το 1912 από γονείς Βρετανούς. Στην πατρίδα του βρέθηκε μόνο για τις πανεπιστημιακές του σπουδές, τις οποίες γρήγορα εγκατέλειψε για να αρχίσει μια ζωή περιπλανήσεων με επίκεντρο τη λεκάνη της Μεσογείου. Αφού γεύθηκε τη μποέμικη ζωή των καλλιτεχνών στο Παρίσι, εγκαταστάθηκε από το 1934 ως το 1940 στην Ελλάδα, χώρα που γνώρισε κι αγάπησε βαθιά. Στα χρόνια του πολέμου υπηρέτησε στο Κάιρο ενώ αργότερα εργάστηκε στη Ρόδο, στην Κύπρο και στην Αργεντινή. Από το 1957 ως τον θάνατό του, το Νοέμβριο του 1990, έζησε στη νότια Γαλλία όπου αφοσιώθηκε στο γράψιμο. Το έργο του, που ο ίδιος χαρακτηρίζει "σπουδή του έρωτα στη σύγχρονη εποχή", μελετά την ανθρώπινη ψυχή με κλειδιά τον έρωτα, το πάθος και τη ζήλια. Η πλούσια και αισθησιακή γραφή του βρήκε μεγάλη απήχηση στην Ευρώπη και πολύ μικρότερη στην Αγγλία. Από το έργο του που περιλαμβάνει μυθιστορήματα, διηγήματα και ταξιδιωτικές εντυπώσεις ξεχωρίζουν: "Το αλεξανδρινό κουαρτέτο", "Πικρολέμονα", "Το κουιντέτο της Αβινιόν", "Tune", "Nunquam".

Σικελιανός Άγγελος

Άγγελος Σικελιανός (1884-1951). Ο Άγγελος Σικελιανός γεννήθηκε στη Λευκάδα, γιος του Ιωάννη Σικελιανού και της Χαρίκλειας το γένος Στεφανίση. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε κοντά στον πατέρα του. Στη Λευκάδα ολοκλήρωσε το Δημοτικό σχολείο, το Ελληνικό Σχολείο και το Γυμνάσιο. Κατά τη διάρκεια της εφηβείας του άρχισε η πρώτη ενασχόλησή του με την ποίηση. Το 1901 έφυγε για την Αθήνα, όπου γράφτηκε στη Νομική Σχολή. Στην Αθήνα ήρθε σ' επαφή με τη Νέα Σκηνή του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου όπου δούλεψε ως ηθοποιός. Το 1902 πραγματοποίησε τις πρώτες δημοσιεύσεις ποιημάτων του σε λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής, ανάμεσά τους ο Διόνυσος και τα Παναθήναια, ενώ ένα χρόνο αργότερα συνεργάστηκε με το Νουμά. Το 1904 ξεκίνησε την πορεία του προς μια πιο μεγαλόπνοη ποιητική γραφή μέσα από τις σελίδες του Ακρίτα και ένα χρόνο αργότερα έφυγε για τη Λιβύη, όπου έγραψε τον "Αλαφροΐσκιωτο", που εκδόθηκε το 1909 γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία. Το 1906 επέστρεψε στη Λευκάδα. Τότε άρχισε η συμβίωσή του με την Εύα Πάλμερ, την οποία είχε γνωρίσει το 1905 στο σπίτι της αδερφής του Πηνελόπης και παντρεύτηκε το 1907 στην Αμερική. Μετά το γάμο το ζευγάρι εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και γνωρίστηκε με τους φιλολογικούς κύκλους. Τον επόμενο χρόνο γεννήθηκε ο γιος τους Γλαύκος. Το 1910 ο Σικελιανός πήρε μέρος στην ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου και τον επόμενο χρόνο δημοσίευσε το Δελφικό Ύμνο και έφυγε με τη σύζυγό του για το Παρίσι όπου παρακολούθησαν παράσταση αρχαίου δράματος από το ζεύγος Ντόνκαν. Τον ίδιο χρόνο πέθανε ο πατέρας του. Στις αρχές του 1912 επισκέφτηκε ξανά το Παρίσι. Τον ίδιο χρόνο στρατεύτηκε στους Βαλκανικούς πολέμους. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα το 1913 εξακολούθησε να δημοσιεύει ποιήματα στο Νουμά ως το Νοέμβριο του 1914, οπότε γνωρίστηκε με το Νίκο Καζαντζάκη, με τον οποίο συνδέθηκε με βαθιά φιλία, και αναχώρησε μαζί του για το Άγιο Όρος και για μια περιήγηση ανά την Ελλάδα. Μαζί με τον Καζαντζάκη τέθηκαν το 1915 με το μέρος του Βενιζέλου κατά τη ρήξη του έλληνα πολιτικού με το Παλάτι. Το 1917 πέθανε η αδερφή του Πηνελόπη. Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου επισκέφτηκε την Πραστοβά της Μάνης μαζί με τον Καζαντζάκη και το 1919 την Ολυμπία και την Επίδαυρο. Το 1920 έμεινε με τη σύζυγό του στη Συκιά Κορινθίας και το 1921 έφυγε για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους. Επέστρεψε στη Συκιά και την ίδια χρονιά στράφηκε προς μια ολοκληρωμένη σύλληψη της Δελφικής Ιδέας, υπό την επίδραση της Μικρασιατικής Εκστρατείας, των επιπτώσεων του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και της έκρηξης της Ρωσικής Επανάστασης. Το καλοκαίρι του 1922 έφυγε για την Αγόριανη, όπου μελέτησε την πρακτική εφαρμογή της Δελφικής Ιδέας και πληροφορήθηκε τη Μικρασιατική Καταστροφή. Τον επόμενο χρόνο έδωσε είκοσι διαλέξεις στη Νομική Σχολή με θέμα τη έκφραση της ιδέας της παγκόσμιας ειρήνης και αδελφοσύνης ανά τους αιώνες. Το 1924 εγκαταστάθηκε με τη σύζυγό του στους Δελφούς όπου συνέχισαν την προεργασία για την υλοποίηση της Δελφικής Ιδέας. Στους Δελφούς τάφηκε η μητέρα του που πέθανε ένα χρόνο αργότερα. Ο Σικελιανός είχε νωρίτερα προσκαλέσει διανοούμενους από όλο τον κόσμο στο μελλοντικό Διεθνές Κέντρο των Δελφών. Τον Ιούνιο απήγγειλε την Ωδή στο Βαλαωρίτη κατά τη διάρκεια του εορτασμού των εκατό χρόνων από τη γέννηση του ποιητή στη Λευκάδα. Το Μάιο του 1927 εγκαινιάστηκαν οι Δελφικές γιορτές που γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στην Ελλάδα και είχαν απήχηση στο εξωτερικό. Δυο χρόνια αργότερα στην Ιόνιο Ανθολογία δημοσιεύτηκε άρθρο που πρότεινε το Σικελιανό για το βραβείο Νόμπελ και η Ακαδημία Αθηνών τίμησε το ζεύγος Σικελιανού για την αναβίωση των Δελφικών Εορτών. Το 1930 πραγματοποιήθηκαν οι δεύτερες Δελφικές Εορτές με την παρουσία πολιτικών παραγόντων και εξίσου μεγάλη επιτυχία με τις πρώτες. Κατά τη διάρκεια των δύο επόμενων χρόνων ιδρύθηκε η Δελφική Ένωση με κρατική μέριμνα, ο Σικελιανός προσκλήθηκε στο Παρίσι όπου γνωρίστηκε με τον Πωλ Γκονκούρ και τον Πωλ Βαλερύ και επιστρέφοντας στην Ελλάδα εξέδωσε μια εκπαιδευτική διακήρυξη για τη Δελφική Ένωση και το βιβλίο Δελφική Ιδέα· Ένα προανάκρουσμα. Το 1933 πραγματοποιήθηκαν δυο παραστάσεις της τραγωδίας του Σικελιανού Ο Διθύραμβος του Ρόδου σε σκηνοθεσία δική του με τη συνεργασία της Εύας. Τον επόμενο χρόνο έγιναν κάποιες κρατικές προσπάθειες για την ίδρυση του Δελφικού Κέντρου, οι οποίες όμως δεν ολοκληρώθηκαν. Στο Παρίσι ο Λουί Ρουσσέλ πρόβαλε το όνομα του Σικελιανού με μια σειρά άρθρων στο περιοδικό Libre. Το 1936 ο Σικελιανός εξέδωσε με διακήρυξη για την οργάνωση των Δελφικών Εορτών και του Δελφικού πνευματικού κέντρου. Το 1938 γνωρίστηκε με την Άννα Καραμάνη την οποία παντρεύτηκε στην Ελευσίνα το 1940. Τον ίδιο χρόνο έγραψε τη "Σίβυλλα". Με τη δεύτερη γυναίκα του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και ταξίδεψε στην Αίγινα. Το 1943 απήγγειλε το ποίημα "Ηχήστε οι σάλπιγγες" κατά τη διάρκεια της κηδείας του Κωστή Παλαμά. Το 1944 άρχισε να έχει προβλήματα υγείας. Το 1946 προτάθηκε δυο φορές από την Εταιρεία Ελλήνων λογοτεχνών για το βραβείο Νόμπελ, τη δεύτερη από κοινού με τον Καζαντζάκη, και μαζί με τον τελευταίο προσφώνησαν τον Πωλ Ελυάρ στην τιμητική υποδοχή του στην Αθήνα. Το 1947 εκλέχτηκε πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και προτάθηκε ξανά - αυτή τη φορά από ομάδα ευρωπαίων συγγραφέων - για το βραβείο Νόμπελ. Το 1950 έπαθε εγκεφαλική συμφόρηση και πέθανε το 1951. Το λογοτεχνικό έργο του Σικελιανού υπηρέτησε τη μεγαλόπνοη κοσμοθεωρία του για το ρόλο του ποιητή ως θιασώτη και ιεραπόστολου μιας θρησκευτικής ιδεολογίας, η οποία ενσωματώνοντας την παράδοση της πορείας του κόσμου μέσα στους αιώνες οραματίζεται την επανασύνδεση του ανθρώπου με τον αρχετυπικό Μύθο της ενιαίας ψυχοσωματικής υπόστασης. Στο θεωρητικό αυτό στοχασμό ο Σικελιανός υπέταξε τα εκφραστικά του μέσα. Υιοθέτησε μια προ- και αντι- λογική έκφραση τόσο στην ποίηση, όσο και στις τραγωδίες του και αφομοίωσε ποικίλες πνευματικές επιδράσεις. Στα κείμενά του συνυπάρχουν στοιχεία που παραπέμπουν στα ρεύματα του ρομαντισμού, του αισθητισμού, του συμβολισμού αλλά και στους αρχαίους έλληνες ορφικούς και προσωκρατικούς φιλοσόφους. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Άγγελου Σικελιανού βλ. Anton John P., «Σικελιανός Άγγελος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 9α΄. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988 και Τετράδια Ευθύνης 11. Αθήνα, 1980. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Παλαμάς Κωστής

Ο Κωστής Παλαμάς ήταν απόγονος μιας παλαιάς οικογένειας που εμφανίσθηκε στις αρχές του 18ου αιώνα. Γενάρχης της υπήρξε ο Παναγιώτης Παλαμάρης. Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1859. Σε ηλικία 7 χρονών έμεινε ορφανός και από τους δύο γονείς. Σε ηλικία μόλις 16 χρονών αρχίζει σπουδές νομικής, ακολουθώντας το επάγγελμα του πατέρα του. Το 1876 έρχεται στην Αθήνα όπου και γράφεται στη Νομική Σχολή της Αθήνας. Γρήγορα όμως θα εγκαταλείψει τη Νομική, και έτσι αποφασίζει να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία. Παρά το ότι θα ασχοληθεί με τη ΝΕΑ ελληνική λογοτεχνία, το πρώτο του έργο, που θα δημοσιευτεί το 1876 με τίτλο "Ερώτων 'Eπη" θα γραφτεί σε υπερκαθαρεύουσα. Το 1886 θα κυκλοφορήσει η πρώτη του συλλογή στη δημοτική και το 1889 δημοσιεύεται ένα από τα καλύτερα έργα του, ο "Ύμνος της Αθηνάς", ο οποίος θα βραβευτεί στο Φιλαδέλφειο ποιητικό διαγωνισμό. Αυτό είναι και το πρώτο του βραβείο. Εισηγητής του διαγωνισμού αυτού ήταν ο Νικόλαος Πολίτης. Το 1892 δημοσιεύει τη συλλογή "Τα μάτια της ψυχής μου", η οποία βραβεύτηκε και αυτή, το 1890. Το 1897 γίνεται γραμματέας του Πανεπιστημίου Αθηνών, δουλειά για την οποία αμοιβόταν αρκετά καλά, και έτσι απέκτησε την οικονομική άνεση για να συνεχίσει το έργο του. 'Ενα χρόνο αργότερα, το 1898, δημοσιεύει δύο ποιητικές συλλογές, το "'Αστυ" και τον "Τάφο". Ακολουθεί μια περίοδος έμπνευσης και ο Παλαμάς γράφει το 1900 τους "Χαιρετισμούς της Ηλιογέννητης", το 1904 την "Ασάλευτη Ζωή", το 1907 τον "Δωδεκάλογο του Γύφτου", το 1910 την "Φλογέρα του Βασιλιά" και το 1919 "Τα Δεκατετράστιχα", τα οποία δημοσιεύονται και στην Αλεξάνδρεια. Το 1925 παίρνει το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών και με την ίδρυση της Ακαδημίας των Αθηνών γίνεται και ένα από τα βασικά στελέχη της. Το 1928 δημοσιεύει τους "Δειλούς και σκληρούς στίχους" (Σικάγο) και το 1930 ή, κατά άλλους, το 1931 γίνεται πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών. Πεθαίνει στην Αθήνα, στις 27 Φεβρουαρίου 1943, και η πάνδημη κηδεία του μετατρέπεται σε εκδήλωση αντίστασης του ελληνικού λαού εναντίον του Γερμανού κατακτητή.

Δροσίνης Γεώργιος

Γεώργιος Δροσίνης (1859-1951). Ο Γεώργιος Δροσίνης καταγόταν από οικογένεια αγωνιστών του Μεσολογγίου και γεννήθηκε στην Αθήνα. Τις εγκύκλιες σπουδές του παρακολούθησε στη Βαρβάκειο Σχολή και το Λύκειο Σουρμελή. Σπούδασε Νομική και, με σύσταση του Νικολάου Πολίτη, Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Ιστορία Καλών Τεχνών και ξένης φιλολογίας στη Γερμανία (Λειψία, Δρέσδη, Βερολίνο 1885-1888). Επέστρεψε στην Αθήνα και από το 1889 ως το 1897 υπήρξε διευθυντής του περιοδικού της Εστίας, που ο ίδιος μετέτρεψε σε εφημερίδα το 1894. Την ίδια περίοδο διηύθυνε επίσης τα περιοδικά Εθνική Αγωγή και Μελέτη (που ίδρυσε επίσης). Το 1899 μαζί με τον Δημήτριο Βικέλα ίδρυσαν το Σύλλογο προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων, όπου εξέδωσε λογοτεχνικά έργα, λαογραφικές και άλλες μελέτες. Το 1901 ίδρυσε τις σχολικές βιβλιοθήκες και το 1908 το εκπαιδευτικό μουσείο. Συνέβαλε επίσης στην ανέγερση του Οίκου Τυφλών και της Σεβαστοπούλειας Επαγγελματικής Σχολής, του Α΄ Εκπαιδευτικού Συνεδρίου του 1907 και της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρίας (1908). Από το 1914 και ως το 1923 διετέλεσε τμηματάρχης του υπουργείου Παιδείας με ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, ενώ υπήρξε επίσης μέλος της Ακαδημίας Αθηνών από το έτος ίδρυσής της (1926). Από το 1922 διηύθυνε το Ημερολόγιο της Μεγάλης Ελλάδος, ενώ. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1879 με ποιήματά του στο περιοδικό Ραμπαγάς. Στην πρώτη φάση της λογοτεχνικής παραγωγής του ανήκουν οι συλλογές Ιστοί αράχνης (1880) και Σταλακτίται (1881), με τις οποίες εντάχτηκε στους νεωτεριστές ποιητές που απομακρύνθηκαν από το πομπώδες ύφος των αθηναίων ρομαντικών της Α΄ Αθηναϊκής Σχολής. Με τις συλλογές Ειδύλλια (1884) και Γαλήνη (1902) προσχώρησε στη γενιά του 1880, ενώ συνέχισε να δημοσιεύει ποιήματα ως το 1930 με τη συλλογή Βραδιάζει, καθώς επίσης διηγήματα και μυθιστορήματα. Πέθανε στην Κηφισιά το 1951. Ο Γεώργιος Δροσίνης εντάσσεται στους ποιητές της νέας Αθηναϊκής Σχολής, κυρίως λόγω της δημοτικής γλώσσας και της απλότητας της έκφρασης της ποίησής του, καθώς και των επιρροών που δέχτηκε από τους παρνασσιστές γάλλους ποιητές και την παρνασσική ποίηση του Παλαμά. Στην πεζογραφία του επηρεασμένος από τον Εμμανουήλ Ροΐδη, το Νικόλαο Πολίτη και τον ΄Άγγελο Βλάχο, αλλά και από τις σπουδές του στη Γερμανία (υπήρξε δια βίου θαυμαστής των Schiller, Wagner και Goethe), επέλεξε συχνά θέματα από τη ζωή στην ελληνική επαρχία προτάσσοντας μια ειδυλλιακή αντιμετώπισή της. Τοποθετείται έτσι στην πρώτη φάση της ηθογραφικής πεζογραφίας στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Γεώργιου Δροσίνη βλ. Αγγελάτος Δημήτρης, «Δροσίνης Γεώργιος», Παγκόσμιιο Βιογραφικό Λεξικό 3. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985, Κατσή - Χρυσογέλου ΄Αννα, «Γεώργιος Δροσίνης» , Η παλαιότερη πεζογραφία μας·Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμοΖ΄ (1880-1900). Αθήνα Σοκόλης, 1997, Μαυροειδή - Παπαδάκη Σοφία, «Δροσίνης Γεώργιος», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 6. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. και Μερακλής Μ.Γ., «Γεώργιος Δροσίνης», Η ελληνική ποίηση· Ρομαντικοί - Εποχή του Παλαμά - Μεταπαλαμικοί· Ανθολογία - Γραμματολογία, σ.304-307. Αθήνα, Σοκόλης, 1977. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.)

Λαπαθιώτης Ναπολέων

Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης (1888-1944) γεννήθηκε στην Αθήνα, γιος του Λεωνίδα Λαπαθιώτη, αξιωματικού του ελληνικού στρατού με καταγωγή από την Κύπρο, που έφτασε ως το βαθμό του στρατηγού και έγινε υπουργός Στρατιωτικών μετά από συμμετοχή του στο κίνημα στο Γουδί, και της Βασιλικής Παπαδοπούλου, ανιψιάς του Χαρίλαου Τρικούπη. Σε ηλικία δέκα ετών μετακόμισε με την οικογένειά του στο Ναύπλιο, όπου τέλειωσε το σχολείο, έμαθε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά, ενώ παρακολούθησε επίσης μαθήματα πιάνου και ζωγραφικής. Το 1905 γράφτηκε στη Νομική Σχολή της Αθήνας, από όπου αποφοίτησε κανονικά, δεν άσκησε όμως ποτέ το επάγγελμα του δικηγόρου. Την ίδια χρονιά κι ενώ ήταν μόλις δεκαεφτά χρόνων δημοσίευσε στο "Νουμά" το ποίημα "Έκσταση". Το 1907 υπήρξε ιδρυτικό μέλος του ποιητικού περιοδικού "Ηγησώ", στα δέκα συνολικά τεύχη του οποίου δημοσίευσε δεκαέξι ποιήματα ως το 1908, οπότε το περιοδικό έκλεισε και ο Λαπαθιώτης άρχισε τη λογοτεχνική και δημοσιογραφική συνεργασία του με την εφημερίδα "Εσπερινή" και το περιοδικό "Ελλάς" του Σ. Ποταμιάνου. Τον ίδιο χρόνο γνωρίστηκε με τον Κ. Χρηστομάνο και τον Ά. Σικελιανό. Ακολούθησαν συνεργασίες του με τα περιοδικά "Δάφνη" και "Ανεμώνη" (1909-1910) με την εφημερίδα "Ελεύθερο Βήμα" (από το 1924) με το περιοδικό "Η Διάπλασις των παίδων" (1925), με το περιοδικό "Μπουκέττο" (1931), με τη "Νέα Εστία" (1933 -όπου δημοσίευσε μεγάλο μέρος του λογοτεχνικού του έργου), την "Πνευματική Ζωή" (1938) και τα Νεοελληνικά γράμματα (1940). Το 1917 συμμετείχε στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας και υπηρέτησε ως έφεδρος ανθυπολοχαγός κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων. Μετά τα Νοεμβριανά γεγονότα του 1920 κατέφυγε για λίγο καιρό με την οικογένειά του στην Αίγυπτο, όπου γνωρίστηκε με τον Καβάφη. Το 1937 πέθανε η μητέρα του και τρία χρόνια αργότερα ο πατέρας του, ο θάνατος του οποίου είχε καταλυτική επίδραση στη ζωή του ποιητή. Η μοναδική ποιητική συλλογή που εξέδωσε ήταν "Τα πρώτα ποιήματα" (1939). Εθισμένος σε ναρκωτικές ουσίες αναγκάστηκε να πουλήσει τη βιβλιοθήκη του για βιοποριστικούς λόγους. Το 1944 αυτοπυροβολήθηκε στο σπίτι του στα Εξάρχεια. Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης ξεκίνησε την ενασχόλησή του με την ποίηση με σαφείς επιρροές από το ρεύμα του αισθητισμού (νεανικά του πρότυπα στάθηκαν οι Walter Pater και Oscar Wilde). Δημοσίευσε μανιφέστα για τον αισθητισμό και προσπάθησε να αντιδράσει στο ασφυκτικά συντηρητικό κλίμα της εποχής του με τολμηρούς στίχους και προκλητικές εμφανίσεις. Η θλίψη που χαρακτήριζε τη ζωή του τον οδήγησε στα τελευταία χρόνια του σε συμβολιστικές επιλογές με έντονα μελαγχολικό τόνο και σταθερή πάντα την επιμελημένη μορφή των ποιημάτων του. Έγραψε επίσης λογοτεχνικές μεταφράσεις και θεατρικά έργα ("Νέρων ο τύραννος", [1900], "Η τιμή της συζύγου" [1901], "Τα μεσάνυχτα ως το γλυκοχάραμα" [1908]) και ασχολήθηκε με το λογοτεχνικό δοκίμιο και τη μουσική σύνθεση. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη βλ. Γιώργος Παναγιώτου, "Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης και η εποχή του: χρονολογικός πίνακας", Περιοδικό "Η λέξη", τχ. 33, 3-4/1984, Αλίκη Παληοδήμου, "Ναπολέων Λαπαθιώτης: χρονοβιογραφία", Περιοδικό "Διαβάζω" τχ. 95, 30.5.1984, Τάσος Κόρφης, "Ναπολέων Λαπαθιώτης, συμβολή στη μελέτη της ζωής και του έργου του", Πρόσπερος, Αθήνα, 1985, Κατερίνα Κωστίου, "Λαπαθιώτης Ναπολέων", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 5, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1986, Ναπολέων Λαπαθιώτης, "Η ζωή μου· απόπειρα συνοπτικής αυτοβιογραφίας", επιμ. Γιάννης Παπακώστας, α' έκδ. Στιγμή, Αθήνα, 1986, β' έκδ. Κέδρος, Αθήνα, 2009, Τάκης Σπετσιώτης, "Χαίρε Ναπολέων: Δοκίμιο για την τέχνη του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη", 'Αγρα, Αθήνα, 1999, Σωτήρης Τριβιζάς (επιμ. ), "Ναπολέων Λαπαθιώτης: μια παρουσίαση", Γαβιηλίδης (σειρά: "Εκ νέου"), Αθήνα, 2000, Μιχάλης Μ. Μερακλής, Ευδοκία Παραδείση, "Λαπαθιώτης Ναπολέων", στο "Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας", Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2007, Νίκος Σαραντάκος, επίμετρα στους συλλογές πεζογραφημάτων "Κάπου περνούσε μια ζωή", Ερατώ, Αθήνα, 2011, "Τα μαραμένα μάτια και άλλες ιστορίες", Ερατώ, Αθήνα, 2011 και "Ο μυστηριώδης φίλος και άλλες ιστορίες", Ερατώ, Αθήνα, 2013. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Εγγονόπουλος Νίκος

Γεννήθηκε στις 21 Οκτωβρίου του 1907 στην Αθήνα. Ο πατέρας του Παναγιώτης ήταν Κωνσταντινουπολίτης και ασκούσε το επάγγελμα του εμπόρου. Από το 1923 (σε ηλικία 12 χρονών) μέχρι το 1927 γράφεται εσωτερικός σε ένα Λύκειο στο Παρίσι. Εκεί διδάσκεται την κλασική γαλλική ποίηση. Το 1924 το μανιφέστο του Αντρέ Μπρετόν θα επηρεάσει και τον ίδιο. Το 1927 επιστρέφει στην Ελλάδα για να υπηρετήσει την θητεία του. Εργάστηκε αρχικά ως σχεδιαστής εξωφύλλων σε περιοδικά και το 1932 γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας με δάσκαλο τον Κωνσταντίνο Παρθένη. Παράλληλα μαζί με τον Γιάννη Τσαρούχη θα φοιτήσει και στο καλλιτεχνικό εργαστήρι του Φώτη Κόντογλου. Την ίδια εποχή αρχίζει να δημοσιεύει και τις πρώτες του ποιητικές συλλογές (είναι επηρεασμένος αρχικά από τον Σολωμό και τον Μπωντλαίρ). Από τότε ξεκινά και ο διασυρμός της ποίησής του. Πολλά περιοδικά και εφημερίδες, ελληνικές και ξένες, παρωδούσαν τα ποιήματά του με εξευτελιστικά στο τέλος σχόλια. Το 1939 οργανώνει και την πρώτη έκθεση των έργων του ζωγραφικής, στο σπίτι του Νίκου Καλαμάρη. Από το 1940 αρχίζει η προσωπική του περιπέτεια. Με την επιστράτευση στέλνεται κατευθείαν στην πρώτη γραμμή του Αλβανικού μετώπου. Το μεταξικό καθεστώς τον κρατάει στην πρώτη γραμμή πυρός, αδιαλείπτως, έως το τέλος του πολέμου. Στο τέλος συλλαμβάνεται από τους Γερμανούς, στις 13 Απριλίου 1941, μετά από φονικότατη μάχη της Στρατιάς Κεντρικής Μακεδονίας, και στέλνεται παράνομα σε στρατόπεδο "εργασίας αιχμαλώτων", από όπου δραπετεύει και επιστρέφει στην Αθήνα με τα πόδια. Δεν σταματά να γράφει ποιήματα με όποιον τρόπο μπορεί. Στην ελεύθερη Ελλάδα αποκτά ένα πλήθος από καλλιτεχνικές πρωτοβουλίες με την ίδρυση συλλόγων στους οποίους συμμετέχει ενεργά, χωρίς να σταματήσει ποτέ να ζωγραφίζει ή να γράφει. Το 1967 γίνεται καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο στο ελεύθερο σχέδιο. Από το 1967 μέχρι και τον Αύγουστο του 1973 (οπότε και συνταξιοδοτείται) θα επηρεάσει σημαντικά τη φοιτητική ζωή μέσα και έξω από το Πολυτεχνείο. Στις 31 Οκτωβρίου 1985 θα αφήσει την τελευταία του πνοή στην Αθήνα. Τα έργα του είναι: - "Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν", 1938 - "Τα κλειδοκύμβαλα της σιωπής", 1939 - "Επτά ποιήματα", 1944 - "Μπολιβάρ", 1944 - "Η επιστροφή των πουλιών", 1946 - "Έλευσις", 1948 - "Ο Ατλαντικός" (ανάτυπο από το περιοδικό "Αγγλοελληνική Επιθεώρηση"), 1954 - "Εν ανθηρώ Έλληνι λόγω", 1957 (Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης, 1958) - "Ποιήματα", τ. Α', Ίκαρος, 1966 (συγκεντρωτική έκδοση των συλλογών "Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν" και "Τα κλειδοκύμβαλα της σιωπής") - "Ελληνικά σπίτια", 1972 - "Ποιήματα", τ. Β', Ίκαρος, 1977 (συγκεντρωτική έκδοση των συλλογών "Μπολιβάρ", "Η επιστροφή των πουλιών", "Έλευσις", "Ο Ατλαντικός", "Εν ανθηρώ Έλληνι λόγω") - "Στην κοιλάδα με τους Ροδώνες", 1978 (Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης, 1979) - "Ο Καραγκιόζης, ένα ελληνικό θέατρο σκιών", Ύψιλον, 1980, Μετά το θάνατό του εκδόθηκαν τα βιβλία: - "Πεζά κείμενα" (συγκεντρωτική έκδοση), Ίκαρος, 1987 - "... και σ' αγαπώ παράφορα: Γράμματα στη Λένα 1959-1967" (επιμ. Δημήτρης Δασκαλόπουλος), Ίκαρος, 1993 - "Οι άγγελοι στον παράδεισο μιλού ελληνικά... (συνεντεύξεις, σχόλια και γνώμες, σε επιμ. Γιώργου Κεντρωτή)", Ύψιλον, 1999 - "Το μέτρον, ο άνθρωπος: πέντε ποιήματα και δέκα πίνακες", Ύψιλον, 2005 - "Ωραίος σαν Έλληνας: ποιήματα/The Beauty of a Greek: Poems" (δίγλωσση έκδοση, σε ανθολόγηση, μετάφραση & επιμ. David Connolly), Ύψιλον, 2007 Μετέφρασε, επίσης, πολλά έργα ξένων ποιητών. Βαθύτατα πνευματικός άνθρωπος ο Νίκος Εγγονόπουλος, δεν ήταν μόνο ένας ζωγράφος και ποιητής, αλλά και ένας αληθινός στοχαστής. Παθιασμένος με τον υπερρεαλισμό μας κληρονόμησε ένα διαχρονικό έργο μίας αποκλειστικά δικής του ατμόσφαιρας. Το έργο του Εγγονόπουλου αντιμετώπισε αρνητικές αντιδράσεις που έφτασαν τα όρια του εμπαιγμού και της κατασυκοφάντησης. Μοναδικός συμπαραστάτης του υπήρξε ο επίσης υπερρεαλιστής Εμπειρίκος. Στη ζωγραφική, δάσκαλοί του ήταν ο Κωνσταντίνος Παρθένης και ο Φώτης Κόντογλου, άνθρωποι στους οποίους ο Εγγονόπουλος αναφερόταν πάντα με θαυμασμό. Ο ίδιος έλεγε: "Ως είμαι ζωγράφος το επάγγελμα και θεωρώ άλλωστε την ποίηση σαν ζήτημα εντελώς προσωπικό".

Μόντης Κώστας

Κώστας Μόντης (1914-2004). Ο Κώστας Μόντης του Θεοδούλου γεννήθηκε στην Αμμόχωστο. Αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνάσιο Λευκωσίας και σπούδασε νομική και οικονομικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μετά από άρνηση της κυπριακής κυβέρνησης να του επιτρέψει να ασκήσει τη δικηγορία στο νησί, εργάστηκε ως ιδιωτικός υπάλληλος, δημοσιογράφος, καθηγητής σε σχολεία της Λευκωσίας και της Μόρφου, γενικός γραμματέας της Εμποροβιομηχανικής Ομοσπονδίας Κύπρου και διευθυντής του Τμήματος Τουρισμού (1961-1976). Δραστηριοποιήθηκε πολιτικά ως καθοδηγητής της Ε.Ο.Κ.Α. στην επαρχία Λευκωσίας. Παντρεύτηκε την Έρση Κωνσταντίνου με την οποία απέκτησε τρεις γιους και μια κόρη. Στο χώρο της λογοτεχνίας ασχολήθηκε με την ποίηση, την πεζογραφία και το θέατρο. Ιδρυτής του πρώτου επαγγελματικού θεάτρου της Κύπρου μαζί με τους Αχ.Λυμπουρίδη και Φ.Μουσουλίδη (Λυρικόν, 1942) και εκδότης του περιοδικού "Θέατρο" (1944), εξέδωσε επίσης τις εφημερίδες "Ελευθέρα Φωνή" (1946) και "Εμπορική" (1960 μαζί με τον Π.Μπενάκη) και τα οικονομικά περιοδικά "The Cyprus Chamber of Commerce Journal" (1946) και "Cyprus Trade Journal" (1952).Συνεργάστηκε με τις εφημερίδες "Ελευθερία" (στην οποία ήταν και ανταποκριτής μαζί με τον Ιερ.Κυκκώτη κατά τη διάρκεια των σπουδών του στην Ελλάδα), "Έθνος" και "Τα Νέα", το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου και το περιοδικό "Times of Cyprus", ενώ υπήρξε ιδρυτικό μέλος του περιοδικού "Πνευματική Κύπρος" (1960). Αντιπρόεδρος και πρόεδρος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών Κύπρου, τιμήθηκε με το βραβείο ποίησης (1968), το κρατικό βραβείο Κύπρου (1973 για τη συνολική προσφορά του), το Α’ κυπριακό κρατικό βραβείο ποίησης (1976), το Α’ κυπριακό κρατικό βραβείο μυθιστορήματος (1979) και τον τίτλο Poete Laureate. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Κώστα Μόντη βλ. Γαλάζη Πίτσα, "Μόντης Κώστας", Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 10. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ, Κουδουνάρης Αριστείδης Δ., "Μόντης Κώστας του Θεοδούλου", Βιογραφικόν Λεξικόν Κυπρίων 1800-1920. Λευκωσία, 1995 (έκδοση γ΄), Κυπριανού - Μαραθευτής - Σπανός, Ανθολογία Κυπριακής Πεζογραφίας. Λευκωσία, 1972 και Μυλωνά - Πιερίδη Θεοδώρα, "Σχεδίασμα εργοβιογραφίας Κώστα Μόντη", Η λέξη 152, 7-8/1999, σ.472-478. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Δημουλά Κική

Η Κική Δημουλά γεννήθηκε στις 6 Ιουνίου 1931 στην Αθήνα. Εργάστηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος επί είκοσι πέντε χρόνια, το διάστημα 1949-1974. Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1952 με την ποιητική συλλογή "Ποιήματα" που μετά από λίγο απέσυρε η ίδια από την κυκλοφορία. Παντρεύτηκε τον ποιητή Άθω Δημουλά, το 1954, και απέκτησε μαζί του δύο παιδιά. Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές ("Έρεβος", 1956, "Ερήμην", 1958, "Επί τα ίχνη", 1963, "Το λίγο του κόσμου", 1971, "Το τελευταίο σώμα μου", 1981, "Χαίρε ποτέ", 1988, "Η εφηβεία της λήθης", 1994, "Ενός λεπτού μαζί", 1998, "Ήχος απομακρύνσεων", 2001, "Χλόη θερμοκηπίου", 2005, "Μεταφερθήκαμε παραπλεύρως", 2007, "Συνάντηση", 2007, "Πέρασα", 2010, "Τα εύρετρα", 2010). Οι επτά πρώτες συλλογές συγκεντρώνονται στην έκδοση "Ποιήματα" (1998, 6η έκδοση 2005). Μέρος του έργου της έχει μεταφραστεί στα γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά, ισπανικά, ιταλικά και σουηδικά. Βραβεία - Διακρίσεις: - 1972, Β΄ κρατικό Βραβείο Ποίησης, για τη συλλογή: "Το λίγο του κόσμου". - 1989, Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης, για τη συλλογή "Χαίρε ποτέ". - 1995, Βραβείο Κώστα και Ελένης Ουράνη (Ακαδημία Αθηνών), για τη συλλογή: "Η εφηβεία της λήθης". - 2001, Αριστείο των Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών, για το σύνολο του έργου της. - 2002, τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. - 2009, Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας (Prix Europeen de Litterature - Rencontres Europeennes de Litterature, Στρασβούργο) - 2010, Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου της. Με την ευκαιρία της εκλογής της στην Ακαδημία Αθηνών -η τρίτη γυναίκα στην ιστορία της Ακαδημίας-, η ποιήτρια είπε σε συνέντευξή της στην Όλγα Μπακομάρου ("Ελευθεροτυπία", 16.3.2002): "Έβαλα (υποψηφιότητα), πρώτον βέβαια, για λόγους που δεν ομολογούνται. Και μετά: ίσως για να ικανοποιήσω μια καθυστερημένη φιλομάθεια. Ίσως για να βρω μια ειρηνικότερη και επομένως ασφαλέστερη στέγη για το μετέωρο και ευάλωτο είδος του λόγου που υπηρετώ. Ίσως ακόμα με την ελπίδα ότι αυτό το είδος αποδειχτεί ευρύτερα και σταθερότερα χρήσιμο από όσο ασταθώς χρησιμεύει σε μένα. Ενδεχομένως να νοστάλγησα και την πειθαρχία. Να νοστάλγησα την περικοπή του ελεύθερου χρόνου, που σε μένα τουλάχιστον προσφέρει αρκετήν αταξία. [...]" Έφυγε από τη ζωή στις 22 Φεβρουαρίου 2020, σε ηλικία 89 ετών. (φωτογραφία: Νίκος Κοκκαλιάς)

Αγγελάκη - Ρουκ Κατερίνα

Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ (1939-2020) γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στην Αθήνα, στη Νότια Γαλλία και στην Ελβετία (Πανεπιστήμιο της Γενεύης). Ήταν διπλωματούχος της Σχολής Μεταφραστών και Διερμηνέων (αγγλικά, γαλλικά, ρωσικά). Πρωτοδημοσίευσε ποίηση στην "Καινούργια Εποχή" το 1956. Άρθρα και δοκίμιά της για την ελληνική ποίηση και τη μετάφραση της ποίησης δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά και εφημερίδες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Εξέδωσε περίπου 20 ποιητικές συλλογές, καθώς και δύο τόμους ποιητικών διαλόγων. Το 1962 τιμήθηκε με το Α' Βραβείο Ποίησης της πόλης της Γενεύης (Prix Hensch). Το 1985 τιμήθηκε με το Β' Κρατικό Βραβείο Ποίησης. Έχοντας μεταφραστεί στα αγγλικά από αρκετά νωρίς ("The Body is the Victory and the Defeat of Dreams", 1975, "The Scattered Papers of Penelope: New and Selected Poems", 1977, κ.ά.) έδωσε διαλέξεις και διάβασε ποιήματά της σε Πανεπιστήμια των ΗΠΑ και του Καναδά (Harvard, Cornell, Daztmouth, N.Y. State, Princeton, Columbia κ.α.) Το 2000 τιμήθηκε με το βραβείο Κώστα και Ελένης Ουράνη (Ακαδημία Αθηνών). Η ποίησή της μεταφράστηκε σε περισσότερες από δέκα γλώσσες και περιλήφθηκε σε ανθολογίες σε όλο τον κόσμο. Στο μεταφραστικό έργο της συγκαταλέγονται έργα και κείμενα των Σάμουελ Μπέκετ, Σωλ Μπέλοου, Γιόζεφ Μπρόντσκι, Σέιμους Χίνι, Ζαν-Μαρί Ντρο, Ζακ Λακαριέρ, Μιχαήλ Λέρμοντοφ, Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι, Πίτερ Μάκριτζ, Ντέρεκ Ούολκοτ, Σύλβια Πλαθ, Μάικλ Μαρτς, Αλεξάντρ Πούσκιν, Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Ντίλαν Τόμας, Έλσα Τριολέ, Πίτερ Μπιν, Νίκου Καζαντζάκη κ.ά. Έφυγε από τη ζωή στην Αθήνα στις 21 Ιανουαρίου 2020, σε ηλικία 81 ετών.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΙΣ

Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.


Μόνο συνδεδεμένοι πελάτες που έχουν αγοράσει αυτό το προϊόν μπορούν να αφήσουν μία αξιολόγηση.