Περί των γάμων υδραργύρου και θείου

Μια ιστορία έρωτα και αλχημείας βασισμένη σε ποιήματα και έργα

0 out of 5

11.66

Κωδικός Προϊόντος: 9789601700700
Προβολη καλαθιου

Συγγραφέας: Συλλογικό Έργο

Εκδότης: Ύψιλον

Ημερ. Έκδοσης: 01/01/2001

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Και εγέλασεν ο Θεός ζ΄, χα, χα, χα, χα, χα, χα, χα.
Γελάσαντος δε του Θεού εγεννήθησαν Θεοί ζ΄, οίτινες τον κόσμο περιέχουσιν…
Καγχάσαντος πρώτον
πρώτον αυτού εφάνη φως αυγή, και διηύγασεν τα πάντα·
εγένετο δε Θεός επί του κόσμου και του πορός·…
Εκάγχασε δε β΄ ην πάντα ύδωρ. Ακούσασα η γη ήχους εξεβόησε και εκύρτανεν, και εγένετο το ύδωρ τριμερές εφάνη Θεός, ετάγη επί της αβύσσου…
Βουλευομένου δε το γ΄ καγχάσαι, εφάνησαν…
εκλήθη Ερμής…
Εκάγχασε το τέταρτον ο Θεός και εφάνη γέννα κρατούσα σποράν…
Εγέλασε το πέμπτον…
και εφάνη Μοίρα κρατούσα ζυγόν, μηνύουσα εν εαυτή το δίκαιον…
Εκάγχασε το έκτον και ιλαρύνθη πολύ…
Πάπυροι του Λουγδούνου – Πάπυρος W


Συγγραφεας: Akhmatova Anna, Blok Aleksandrovich Aleksandr, Browning Barrett Elizabeth, Celan Paul, Corbière Tristan, Dante Alighieri 1265-1321, Donne John, Eliot Stearns Thomas, George Stefan, Laforgue Jules, Larkin Philip, Rilke Maria Rainer, Saba Umberto, Stevenson Louis Robert, Tsvetaeva Marina Ivanovna
Διασκευή: Κοροπούλης Γιώργος
ISBN: 978-960-17-0070-0

Αριθμός Σελίδων : 205

Διαστάσεις : 20 x 13 cm

Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο

Τόπος Έκδοσης : Αθήνα

Akhmatova Anna

Η Άννα Αχμάτοβα (ψευδώνυμο της ρωσίδας Άννας Αντράγιεβνα Γκορένκο), γεννήθηκε το 1889. Μαζί με τον Όσιπ Μάντελσταμ ηγήθηκαν του κινήματος των ακμεϊστών, οι οποίοι, σε αντίθεση με τους συμβολιστές, επιζητούσαν η ποιητική γλώσσα να μεταφέρει ακριβή νοήματα. Η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο "Vecher" (Απόγευμα) εκδόθηκε το 1912 και ακολούθησαν μεταξύ άλλων τα έργα: "Chetki" (Το ροζάριο, 1914), "Anno domini MCMΧΧΙ" (1922). Από τότε η φωνή της, την οποία δεν εγκρίνει το νέο σοβιετικό καθεστώς, σίγησε. Από το 1922 όμως, και για δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, το καθεστώς τής απαγόρευσε να ξαναδημοσιεύσει ποιήματα, καταδικάζοντάς τη στη σιωπή και την απομόνωση, ενώ το 1946 τη διέγραψαν από το σύνδεσμο των συγγραφέων· ο γιος της Λεβ καταδιώχτηκε επίσης και φυλακίστηκε για πολλά χρόνια. Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει μετά το 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1956. Ο μεγάλος λυρικός κύκλος "Ποίημα δίχως ήρωα", που τον δούλευε δώδεκα χρόνια, δημοσιεύτηκε στο εξωτερικό το 1962 και το αριστουργηματικό ποίημά της "Ρέκβιεμ" ένα χρόνο αργότερα, στο Μόναχο. Το "Ρέκβιεμ" (1935-1940) εκδόθηκε το 1987 στη Σοβιετική Ένωση, αφού το θέμα του, μια ελεγεία στους κρατουμένους του σταλινικού καθεστώτος, θεωρούνταν αμφιλεγόμενο. Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας της ζωής της έγραψε αρκετά ποιήματα, μεταξύ των οποίων και το αυτοβιογραφικό "Poema bez geroya" (Ποίημα χωρίς ήρωα, 1962). Προς το τέλος της ζωής της τιμήθηκε με το βραβείο Αίτνα-Ταορμίνα (1963) και έλαβε διάκριση από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης (1965). Πέθανε το 1966. Η Αχμάτοβα ανήκει στους ποιητές που ξεπέρασαν τον συμβολισμό και τον μυστικισμό, αναζητώντας την αναπαράσταση του εξωτερικού κόσμου μέσα από τη δική της ψυχική πολυμορφία. Η ποίηση της διακρίνεται από την καθαρότητα και την πυκνότητα της έκφρασης και από το μεγάλο ψυχικό βάθος.

Blok Aleksandrovich Aleksandr

Ο Αλεξάντρ Αλεξάντροβιτς Μπλοκ (1880-1921), από τους πιο λυρικούς ποιητές της Ρωσίας μετά τον Αλέξανδρο Πούσκιν, θεωρείται από τους σημαντικότερους ποιητές του 20ού αιώνα.

Browning Barrett Elizabeth

Η Ελίζαμπεθ Μπάρετ-Μπράουνινγκ γεννήθηκε στην Αγγλία το 1806 από πλούσια οικογένεια, που αντλούσε τα πλούτη της από φυτείες ζαχαροκάλαμου στη Τζαμάικα. Μεγαλύτερη από 12 άλλα αδέλφια, πέρασε ξένοιαστα τα παιδικά της χρόνια στο Χέρφορντσάιρ. Η Ε.Μ. έδειξε από νωρίς την κλίση της στα γράμματα και ιδιαίτερα στην ποίηση. Ξεπερνούσε τους αδελφούς της σε γνώσεις στα Ελληνικά και τα Λατινικά και έμαθε να μιλάει Γαλλικά, Ιταλικά και Πορτογαλικά. Όμως, επειδή ήταν κορίτσι, η οικογένειά της τηρώντας τις παραδόσεις δεν της επέτρεψε να σπουδάσει. Η απογοήτευση αυτή την αποθαρρύνει και βλάπτει σοβαρά την υγεία της, που παραμένει από τότε καχεκτική. Από την ηλικία των είκοσι ως τα σαράντα, ενώ η μητέρα της πεθαίνει, το 1828, έρχονται απανωτές οικογενειακές συμφορές και η πατρική περιουσία εξανεμίζεται, η Ε.Μ. ζει μια πολύ περιοριστική ζωή στο Λονδίνο. Παράλληλα, η φήμη της απλώνεται στους ποιητικούς και λογοτεχνικούς κύκλους. Στην ηλικία των σαράντα ετών και ενώ είναι σχεδόν παράλυτη, την επισκέπτεται και την ερωτεύεται ο ποιητής Ρόμπερτ Μπράουνινγκ. Παντρεύονται και φεύγουν για την Ιταλία, όπου νιώθει να αναλαμβάνει τις δυνάμεις της. Το 1849 αποκτούν το μοναδικό τους γιο, Πεν. Στα πενήντα της, η Ε.Μ. ολοκληρώνει το έμμετρο μυθιστόρημα "Aurora Leigh". Η υγεία της όμως επιδεινώνεται και πάλι. Πεθαίνει το 1861, σε ηλικία 55 ετών, και θάβεται στο παλιό προτεσταντικό νεκροταφείο της Φλωρεντίας. Η "Casa Guidi", η κατοικία των Μπράουνινγκ στη Φλωρεντία είναι σήμερα ιδιοκτησία του Eaton College.

Celan Paul

O Πάουλ Τσέλαν υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της γερμανικής γλώσσας και, σύμφωνα με τον George Steiner, μάλλον ο μεγαλύτερος Ευρωπαίος ποιητής της μεταπολεμικής περιόδου. Γεννήθηκε το 1920 από Εβραίους γονείς στο Τσέρνοβιτς, μια μικρή πόλη στη γερμανόφωνη Μπουκοβίνα της Ρουμανίας, η οποία κατά τη διάρκεια του πολέμου καταστράφηκε από τους Γερμανούς, οι δε γονείς του εξοντώθηκαν. Ο Τσέλαν στάλθηκε σε στρατόπεδο "υποχρεωτικής εργασίας" μέχρι την κατάληψη της Ρουμανίας από τους Ρώσους, το 1944, έζησε στο Βουκουρέστι όπου συναναστράφηκε, για λίγο, με τους ρουμάνους σουρεαλιστές, αντιμετωπίζοντας, όμως, προβλήματα με το σταλινικό καθεστώς αναγκάστηκε να διαφύγει στη Βιέννη και μετά στο Παρίσι. Πέρασε τα περισσότερα δημιουργικά χρόνια του στη Γαλλία, όπου έζησε ως ποιητής και ταυτόχρονα λέκτορας της γλωσσολογίας. Δημιουργός πολύγλωσσος, άσκησε με θέρμη μοναδική και το επάγγελμα του μεταφραστή. Μετέφρασε μεταξύ άλλων Σαίξπηρ, Ρεμπώ και Έμιλυ Ντίκινσον. Το πρώτο δικό του ποιητικό βιβλίο με τον τίτλο "Μήκων και μνήμη" (ή "Αφιόνι και μνήμη", σύμφωνα με την απόδοση του Α. Τριφύλλη, του 1983) εκδόθηκε στη Γερμανία, το 1952. Η συλλογή "Από κατώφλι σε κατώφλι", αφιερωμένη στη γυναίκα του, τη Γαλλίδα χαράκτρια Gisele Lestrange, είναι το δεύτερο βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 1955. Ο Τσέλαν αυτοκτόνησε το 1970 σε ηλικία 50 ετών, πέφτοντας στον Σηκουάνα.

Corbière Tristan

Dante Alighieri 1265-1321

Dante Alighieri (1265-1321). Γεννήθηκε στη Φλωρεντία και πέθανε στη Ραβέννα, σε ηλικία 56 ετών. Σπούδασε φιλοσοφία, θεολογία και νομικά. Αποφασιστικό ρόλο στη ζωή του και την όλη του ποιητική δημιουργία έπαιξε ο μεγάλος έρωτάς του προς την κατά ένα μόνο χρόνο νεώτερη του Βεατρίκη Πορτινάρι, την οποία και για πρώτη του φορά συνάντησε σε ηλικία μόλις εννιά ετών. Μετά από άλλα εννιά χρόνια, την ξανασυνάντησε και την αγάπησε περιπαθέστατα, αλλά και τελείως αγνά (πλατωνικά). Την έβλεπε σαν "άγγελο σε σχήμα γυναίκας" ή τέλος σαν "πηγή βαθύτατης και υψηλότατης συγκίνησης" γι' αυτόν. Η Βεατρίκη, που είχε στο μεταξύ συζευχθεί με άλλον, πέθανε λίγο αργότερα, σε ηλικία μόνο 25 ετών. Αρχικά ο Δάντης είχε περιγράψει τον πυριφλεγή μεγάλο του έρωτα στο βιβλίο του "Vita nuova" στη συνέχεια όμως έφθασε να τον αποθεώσει κυριολεκτικά, στο ασύγκριτο του αριστούργημα την περίφημη "Divina comedia", τη "Θεία κωμωδία", δηλαδή τo διαιρεμένο ως γνωστόν, σε τρία ξεχωριστά βιβλία: την "Κόλαση", το "Καθαρτήριο" και τον "Παράδεισο". Ο μεγάλος Φλωρεντίνος βάρδος, μαζί με τον σχεδόν σύγχρονό του Πετράρχη, θεωρούνται κι σαν οι δύο αναμορφωτές της ιταλικής γλώσσας. Με τη μέγιστη επίδραση των έργων τους πέτυχαν έκτοτε να καθιερώσουν την καθομιλουμένη ζωντανή γλώσσα, του λαού ως γλώσσα της λογοτεχνίας, η οποία κατ' ολίγο, εξελίχθηκε και σε επίσημη γλώσσα ολόκληρου του Ιταλικού εθνικού συνόλου. Τόσο στο "Συμπόσιό" του, όσο και, προ πάντως, στην "Θεία κωμωδία" του, ο Δάντης χρησιμοποιεί την καλλιεργημένη διάλεκτο της Τοσκάνας και της Φλωρεντίας, που έγινε κατόπιν πρότυπο για όλους τους υπόλοιπους Ιταλούς ποιητές και συγγραφείς. Καθώς δε τόνιζε κι ο ίδιος: "Χυδαία δεν είναι η γλώσσα του λαού, που εγώ μεταχειρίζομαι. Χυδαίοι είναι μόνο οι καταφρονητές της ζωντανής αυτής γλώσσας, την οποία μιλούν οι άνθρωποι του μόχθου και της προκοπής στη χώρα αυτή".

Donne John

Ο Τζων Νταν, εξέχων Άγγλος ποιητής και θεολόγος μυστικιστής, γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1572. Η οικογένειά του ήταν ρωμαιο-καθολική στο θρήσκευμα. Σπούδασε σε εξαιρετικά σχολεία και κολέγια, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και η Οξφόρδη. Το 1601 νυμφεύτηκε την Άννα Μόρ από την οποία απέκτησε πολλά παιδιά και, το 1615, χειροτονήθηκε ιερέας. Στη συνέχεια, αναγορεύθηκε Διδάκτωρ της Θεολογίας από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ και, το 1621, έγινε Κοσμήτωρ του Αγίου Παύλου στο Λονδίνο, θέση στην οποία υπηρέτησε μέχρι τον θάνατό του, το 1631. Είναι φημισμένος για τα ποιήματά του και για τα κηρύγματα που εκφωνούσε στο ποίμνιό του, κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του, και για τα οποία, μάλλον, ο ίδιος επιθυμούσε και προσδοκούσε να μνημονεύεται.

Eliot Stearns Thomas

Γεννήθηκε στον Άγιο Λουδοβίκο του Μισούρι, στις ΗΠΑ, το 1888 από πουριτανή αριστοκρατική οικογένεια διαπρεπών επιστημόνων και ανατράφηκε με τις αρχές του παππού του που ήταν θεολόγος. Σπούδασε στην Ακαδημία Σμιθ της Μασαχουσέτης, βραβεύτηκε με χρυσό μετάλιο στα λατινικά από την Milton Academy. Σπούδασε τέσσερις γλώσσες: ελληνικά, λατινικά, γαλλικά, γερμανικά και συνάμα μεσαιωνική ιστορία, συγκριτική φιλολογία και ιστορία νεώτερης φιλοσοφίας. Παρακολούθησε επίσης μαθήματα φιλοσοφίας στο Χάρβαρντ από τον Μπ. Ράσελ, το 1914 καθώς και σανσκριτική και νεώτερη ινδική φιλοσοφία. Γνώστης της γαλλικής φιλολογίας επιδόθηκε στην ποίηση. Το 1915 ο Έλιοτ εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο παραδίνοντας μαθήματα σε σχολεία και αργότερα διορίστηκε στη Lloyd' s Bank του Λονδίνου όπου εργάστηκε οχτώ χρόνια. Η ποίηση του κατατάσσεται σε πέντε περιόδους. Η πρώτη περίοδος (1909-1919) περιλαμβάνει τα ποιήματα: "Το τραγούδι της αγάπης του Άλφρεντ Προύλφροκ", "Το πορτραίτο μιας κυρίας", "Πρελούδια", κ.ά. Η δεύτερη περίοδος (1920-1925) περιλαμβάνει τα ποιήματα: "Γερόντιον", "Ιπποπόταμος", "Η έρημη χώρα", κ.ά. Στην τρίτη περίοδο ανήκουν "Οι άδειοι άνθρωποι", ενώ στην τέταρτη περίοδο (1927-1934) περιλαμβάνονται τα ποιήματα: "Το ταξίδι των Μάγων", "Ένα τραγούδι για τον Συμεών", "Animula", "Βράχος", κ.ά. Στην πέμπτη περίοδο (1935-1942) ανήκουν τα "Τέσσερα κουαρτέτα". Τα θεατρικά του έργα είναι τα "Φονικό στην εκκλησιά" ("Murder in the Cathedral"), "Sweeny Agonistes", "Κοκτέιλ πάρτυ" κ.ά. Ως δημοσιογράφος και κριτικός έδωσε αξιόλογα δείγματα. Από το 1922 που ήταν εκδότης του περιοδικού "Κριτήριον" σκοπό είχε να δημιουργήσει μια θέση για τις νέες τάσεις της λογοτεχνίας και την κριτική. Στα δοκίμια και τις μελέτες ανήκουν: "Η παράδοση και το ατομικό ταλέντο", 1919, "Η χρήση της ποίησης και η χρήση της κριτικής", 1933, "Σημειώσεις για τον ορισμό της κουλτούρας", 1948, "Ποίηση και δράμα", 1951, κ.ά. Το 1948 τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Πέθανε στις 4 Ιανουαρίου 1965.

George Stefan

Γερμανός ποιητής (1868-1933).

Laforgue Jules

Ο Ζυλ Λαφόργκ γεννήθηκε το 1860 στο Μοντεβίδεο, όπου είχε μεταναστεύσει η οικογένεια του. Σύντομα επιστρέφει στην πόλη Ταρμπ, στον νότο της Γαλλίας, απ' όπου καταγόταν ο πατέρας του. Οι γονείς, όμως, με τα υπόλοιπα παιδιά τους, ξαναγυρίζουν στην Ουρουγουάη, αφήνοντας εσώκλειστους στο σχολείο της Ταρμπ τον Ζυλ και τον μεγαλύτερο αδερφό του, τον Εμίλ. Σε ηλικία δεκαέξι ετών συνεχίζει τις σπουδές του στο Παρίσι, χωρίς όμως να κατορθώσει να πάρει το γαλλικό απολυτήριο. Από δεκαεννιά ετών αρχίζει να δημοσιεύει χρονικά της παρισινής ζωής, κείμενα κριτικής της τέχνης, ποιήματα και σκίτσα σε διάφορες επιθεωρήσεις. Η μακροσκελής νουβέλα του, "Στέφανος Βασίλιεφ", που γράφει εκείνη την περίοδο, μένει ανέκδοτη. Λόγω της δεινής οικονομικής του κατάστασης, αναγκάζεται να δεχτει τη θέση που του πρότειναν κάποιοι φίλοι του: γίνεται αναγνώστης γαλλικών κειμένων για τη γερμανίδα αυτοκράτειρα Αυγούστα. Αναχωρεί για το Βερολίνο, όπου ζει άνετη ζωή "αυλικού" και γνωρίζει από κοντά τον γερμανικό πολιτισμό, μέσω των διαβασμάτων του και των καλλιτεχνικών γεγονότων που έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει, κυρίως στον τομέα της μουσικής. Ταυτόχρονα κάνει διάφορα συγγραφικά σχέδια. Το 1885 εκδίδει την ποιητική συλλογή "Les Complaintes" ("Τα θλιμμένα τραγούδια"). Την περίοδο 1885-86 γράφει τις "Θρυλικές ιστορίες με ηθικό δίδαγμα", οι οποίες δημοσιεύονται σταδιακά στην επιθεώρηση "La Vogue". Το 1886 γνωρίζει στο Βερολίνο την Αγγλίδα Leah Lee. Παντρεύονται στα τέλη της ίδιας χρονιάς στο Λονδίνο. Το 1887, εγκαταλείποντας τη θέση του στη Γερμανική Αυλή, μετακομίζει στο Παρίσι και προσπαθεί να εκδώσει σ' έναν τόμο όλες τις "Θρυλικές ιστορίες". Πεθαίνει από φυματίωση τον Αύγουστο. Τελικά, η συγκεντρωτική έκδοση των "Ιστοριών" πραγματοποιείται τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς και περιλαμβάνει τις ιστορίες: "Άμλετ ή οι συνέπειες της υιικής στοργής", "Το θαύμα των ρόδων", "Λόενγκριν", ο υιός του Πάρσιφαλ", "Σαλώμη", "Περσέας και Ανδρομέδα", ή "Ο ευτυχέστερος των τριών", "Πάνας και Σύριγγα", ή "Η εφεύρεση της φλογέρας με τα επτά καλάμια". Η ιστορία "Τα δύο περιστέρια" δεν περιλήφθηκε στον προαναφερθέντα τόμο. Προστέθηκε, ως παράρτημα, στην έκδοση Laforgue legendaires, Paris, Garnier-Flammarion, 2000 (επιμέλεια - παρουσίαση: Daniel Grojnowski-Henri Scepi).

Larkin Philip

Rilke Maria Rainer

Ο Αυστρογερμανός ποιητής Ράινερ Μαρία Ρίλκε (1875-1926) γεννήθηκε στην Πράγα από πατέρα πρώην στρατιωτικό και μητέρα μια κοσμική γυναίκα, από πλούσια οικογένεια βιομηχάνων, κόρη αυτοκρατορικού συμβούλου. Ως παιδί και έφηβος δεν υπήρξε ιδιαίτερα ευτυχισμένος. Η παιδεία του ήταν ανοργάνωτη και αποσπασματική. Αρχικά ακολουθεί στρατιωτική εκπαίδευση, όμως αδυνατεί να προσαρμοστεί και τελικά λόγω εύθραυστης κράσης την εγκαταλείπει. Εισάγεται στην Εμπορική Σχολή του Λίντς, άλλα μετά από έναν χρόνο επιστρέφει στην Πράγα και συγκεντρώνεται στις σπουδές του το 1895 εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου και διδάσκεται λογοτεχνία, ιστορία της τέχνης, φιλοσοφία και για ένα εξάμηνο νομικά. Συνεχίζει τις σπουδές του σε Μόναχο και Βερολίνο. Ταξιδεύει ακατάπαυστα σε όλη την Ευρώπη. Καρπός των επισκέψεων του στη Ρωσία, που θα αποτελέσουν ορόσημο στη ζωή του, είναι το "Ωρολόγιον" (1905). Το 1901 παντρεύεται τη γλύπτρια Κλάρα Βέστχοφ και την ίδια χρονιά γεννιέται η κόρη τους. Εγκαθίσταται στο Παρίσι, το γεωγραφικό και καλλιτεχνικό του επίκεντρο για δώδεκα περίπου χρόνια, όπου συνδέεται στενά με τον Ροντέν και εξελίσσει ένα νέο ύφος ακραίας γλωσσικής και λυρικής εκλέπτυνσης, το όποιο αντανακλάται στα "Νέα Ποιήματα" (1907- 1908) και τις "Αναμνήσεις τον Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε" (1910). Περιέρχεται σε δημιουργική κρίση και βαθύτατη κατάθλιψη έως το 1922, όποτε εν μέσω δημιουργικού παροξυσμού ολοκληρώνει τις "Ελεγείες του Ντουίνο" (1923), που συνέλαβε σε μια στιγμή διαύγειας το 1912 στην Ιταλία, ενώ συνθέτει σε διάστημα λίγων μόλις ημερών τα "Σονέτα στον Ορφέα" (1923), εμπνευσμένα από τον θάνατο ενός νεαρού κοριτσιού· τα δύο αυτά έργα θα θεωρηθούν τα ποιητικά του αριστουργήματα και θα του χαρίσουν διεθνή φήμη. Ο Ρίλκε έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στο Μυζό, κοντά στη λίμνη της Γενεύης, στην κοιλάδα του Ροδανού, και πέθανε στις 29 Δεκεμβρίου του 1926 στο σανατόριο του Βαλμόν στην Ελβετία από λευχαιμία. Σύμφωνα με τον θρύλο ο Ρίλκε ασθένησε όταν αγκυλώθηκε από το αγκάθι ενός ρόδου καθώς φρόντιζε τον κήπο του.

Saba Umberto

Ο Ουμπέρτο Σάμπα (το πραγματικό του όνομα είναι Ουμπέρτο Πόλι) γεννήθηκε στη Τεργέστη στις 9 Μαρτίου 1883 από τον καθολικό Ούγκο Εντοάρντο Πόλι και την Φελίτσιτα Ραχήλ Κοέν, η οικογένεια της οποίας είχε παράδοση στο εμπόριο του εβραϊκού γκέτο της Τεργέστης. Μολονότι γεννήθηκε μέσα στα σύνορα της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, στην οποία ανήκε η Τεργέστη εκείνη την εποχή, ο Ουμπέρτο Σάμπα πολιτογραφήθηκε Ιταλός χάρη στην ιθαγένεια του πατέρα του. Ο Ούκο Εντάρτο Πόλι, χαρακτήρας εύθυμος και ελαφρών ηθών, εγκαταλείπει την σύζυγό του στην αρχή της εγκυμοσύνης της (ο Σάμπα θα τον συναντήσει μόνο μια φόρα κατά την διάρκεια της ζωής του, άντρας πια και θα γράψει: "ο πατέρας μου ήταν για μένα ο δολοφόνος") και ο μικρός Ουμπέρτο αμέσως μετά την γέννησή του παραδίδεται στις φροντίδες μιας Σλάβας παραμάνας, της Πέππα Σάμπατζ. Μαζί της συνδέεται με μεγάλη αγάπη την θεωρεί "μητέρα της χαράς" κι όταν η φυσική του μητέρα τον αποχωρίζει βιαία από εκείνη, θα αρχίσει να αισθάνεται μονίμως πλέον απαρηγόρητος. Πολλά χρόνια αργότερα, το 1929, θα τραγουδήσει αυτή τη διαρκώς απειλούμενη αθωότητα της παιδικής του ηλικίας στα ποιήματα της συλλογής "Ο μικρός Μπερτό". Νεαρός ο Σάμπα παρακολουθεί μέχρι την Τετάρτη τάξη το Γυμνάσιο "Dante Alignieri" οπότε αναγκάζεται από την ιδιαίτερη εχθρότητα που του επιδεικνύει κάποιος καθηγητής (όπως θα πει αργότερα ο ίδιος), να εγκαταλείψει τις σπουδές του. Με την μεσολάβηση της μητέρας του προσλαμβάνεται ως μαθητευόμενος σ' ένα εμπορικό οίκο της Τεργέστης. Ο αυτοβιογραφικός ήρωας αυτής της περιόδου, ο Ερνέστος, μας ξαφνιάζει όχι τόσο με τα πράγματα που ανακαλύπτει (πρόκειται για μια μύηση στην ζωή των ενηλίκων που περιλαμβάνει και τη ομοφυλοφιλική εμπειρία), όσο για το γυμνό του λεξιλόγιο, το θάρρος του στην επιλογή των λέξεων που, χωρίς περιστροφές και λεκτικά τερτίπια, πηγαίνουν κατευθείαν στην ουσία των πραγμάτων. Το ομώνυμο μοναδικό του (ημιτελές) μυθιστόρημα λόγω του "τολμηρού" του περιεχομένου δημοσιεύθηκε πολλά χρόνια μετά το θάνατό του μόλις το 1975 από τις εκδόσεις "Einaudi". Το 1903 βρίσκουμε τον Σάμπα στην Πίζα, και από το 1905 έως το 1908 στην Φλωρεντία. Χρόνια οπωσδήποτε πολύ σημαντικά για τη διαμόρφωση της λογοτεχνικής του προσωπικότητας, αλλά για την οποία διαθέτουμε ελλιπή στοιχεία. Ο ίδιος εξάλλου, πάντα πρόθυμος να διαλευκάνει διάφορες στιγμές της ζωής και της ποίησης του, σχεδόν αποσιωπά αυτήν την περίοδο. Το 1908 υπηρετεί ως εθελοντής την στρατιωτική του θητεία στο Σαλέρνο, και όταν επιστρέφει στην Τεργέστη παντρεύεται την Καρολίνα Βέφλερ (ή Λίνα Κάρμεν των ποιημάτων του), για την οποία ο Μοντάλε θα γράψει πως αποτελεί "μια από τις πιο ζωντανές υπάρξεις της μοντέρνας ιταλικής ποίησης", "η καταπληκτική, πνευματώδης, γήινη Λίνα, πάντα πιστή στον εαυτό της, ευσπλαχνική και γαλήνια". Από το γάμο τους γεννιέται η πολυαγαπημένη τους κόρη, η Λινούτσια "με τα μεγάλα - του ουρανού το χρώμα - μάτια". Το 1911 δημοσιεύει την πρώτη του ποιητική συλλογή, "Ποιήματα". Το 1912 ακολουθεί από τις εκδόσεις του περιοδικού "Voce" της Φλωρεντίας (με την σύνταξη του οποίου ο Σάμπα βρισκόταν σε επαφή ήδη από το 1910) η συλλογή "Con i miei Occhi (Il mio secondo libro di versi), ("Με τα μάτια μου - Το δεύτερο βιβλίο με στίχους") γνωστή πλέον με το τίτλο "Trieste e una donn, ("Η Τεργέστη και μια γυναίκα"). Αυτά τα δύο βιβλία φέρουν για πρώτη φορά στο εξώφυλλο το όνομα του Ουμπέρτο Σάμπα (έπειτα από τα νεανικά Σοπέν και Ουμπέρτο ντα Μοντερεάλε) ως πράξη σεβασμού προς την αγαπημένη του τροφό Πέππα Σάμπατζ αλλά και προς την εβραϊκή καταγωγή της μητέρας του: Σάμπα στα Εβραϊκά θα πει "ψωμί". Τη διετία 1913-1915 παραμένει στην Μπολόνια, ασχολούμενος με το εμπόριο ηλεκτρικών ειδών. Το 1915 καλείται στα όπλα αλλά δεν λαμβάνει μέρος στο μέτωπο του Α' Παγκόσμιου πολέμου, εξασκώντας απλός χρέη γραφέα. Μετά τον Πόλεμο επιστρέφει στην Τεργέστη και αφού έκανε τον διευθυντή σ' ένα κινηματογράφο, του οποίου ιδιοκτήτης ήταν ο κουνιάδος του, ο αδερφός της Λίνα, χάρη στην οικονομική βοήθεια κάποιας θείας του αγοράζει από το Τιουζέπε Μαϊλαντέρ ένα μικρό βιβλιοπωλείο ειδικευμένο σε παλιά και σπάνια βιβλία, στον αριθμό 30 της οδού Σαν Νικολό. Την επόμενη εικοσαετία θα αφήσει την Τεργέστη- μια από τις πιο γοητευτικές ευρωπαϊκές πόλεις του 20ου αιώνα (ήδη φορτισμένη από την χαρισματική παρουσία του Τζέημς Τζόυς) - μόνο για σύντομα επαγγελματικά ταξίδια σχετικά με το εμπόριο παλιών βιβλίων. Με δικά του έξοδα (όπως εξάλλου και για τα δύο πρώτα βιβλία του) και με εκδοτική φίρμα το όνομα του βιβλιοπωλείου του, "Libreria antica e moderna" ("Βιβλιοθήκη παλιά και καινούργια") το 1920 τυπώνει την τρίτη του ποιητική συλλογή (Cose leggere e vaganti") ("Πράγματα ελαφρά και ακαθόριστα"), το 1921 τη συλλογή "L' Amorosa Spina" ("Το αγαπημένο αγκάθι") και την πρώτη οργανική συλλογή του μέχρι τότε έργου του "Il Canzioniere 1900-1921". Ένας τίτλος, "Συλλογή Τραγουδιών" που θα γνωρίσει μεταβολές, και κάτω από τον οποίο θα συγκεντρώσει σταδιακά (με αφαιρέσεις, διορθώσεις, προσθήκες) στις επόμενες εκδόσεις του (Einaudi 1945 & 1948, Gazarti 1951, πάλι (Einaudi 1957) μέχρι την οριστική έκδοση "Il Canzioniere 1900-1954" (Einaudi 1961, βάσει της οποίας έγινε η επιλογή και μετάφραση των ποιημάτων που παρουσιάζονται εδώ), όλο το σώμα της ποίησης του. Το 1923 σημαδεύει την "ανακάλυψη" του Σάμπα εκ μέρους της κριτικής χάρη κυρίως στο έργο του Τζιάκομο Ντεμπενεντέρι, ο οποίος αφιερώνει πολλαπλά σημειώματα στο περιοδικό "Primo Tempo" (πρώτη εποχή). Στα χρόνια που ακολουθούν ο Σάμπα βλέπει το αυξανόμενο ενδιαφέρον των κριτικών για την ποίηση του, ενδιαφέρον που βρίσκει πιο ολοκληρωμένη έκφραση το 1928, όταν το περιοδικό "Solaria" του αφιερώνει ένα ολόκληρο τεύχος με άρθρα των Μοντάλε, Σόλμι, Ντεμπενεντέτι και άλλων. Στα ποιήματα αυτής της περιόδου ("Αυτοβιογραφία" 1924, "Ετοιμοθάνατη Καρδιά" 1926, "Πρελούδιο και Φούγκες" 1928, "Ο μικρός Μπέρτο" 1929) ο Σάμπα φαίνεται απασχολημένος σε μια ιδεολογική τακτοποίηση της ποίησης του με μοιραίο αποτέλεσμα: η αναζήτηση και η υπερήφανη - εγωιστική - διακήρυξη μιας "ποιητικής" θα τον απομακρύνουν από την πιο γνήσια αφορμή της ποίησής του, δηλαδή την αμεσότητα του αυτοβιογραφικού στοιχείου. Το 1929, έπειτα από μια "νευρική κρίση" της οποίας η ένταση ξεπερνούσε κατά πολύ τις προηγούμενες, ήδη αρκετά σοβαρές, αντιμετωπίζει την ψυχαναλυτική θεραπεία με τον Ιταλό γιατρό Εντουάρντο Βέις, ο όποιος είχε μαθητεύσει κοντά στον Φρόιντ στην Βιέννη, και υπήρξε ο πρώτος διδάξας των θεωριών του στην Ιταλία με το περιοδικό "Rivista Italiana di Psicoanalisi", (Ιταλική Ψυχαναλυτική Επιθεώρηση). Ο Σάμπα όταν υποβάλλεται σε ανάλυση έχει ήδη μια θεωρητική κατάρτιση της προβληματικής της, και αν δεν υπήρξε ο πρώτος στην Τεργέστη που υπέκυπτε στην γοητεία της (αρκεί να υπενθυμίσουμε εδώ πως το μεγάλο "ψυχαναλυτικό μυθιστόρημα "Η συνείδηση του Ζήνωνα" του συμπατριώτη του Ίταλο Σβέβο είχε κυκλοφορήσει το 1923), ήδη ψυχαναλυτικός πριν την ψυχανάλυση" (όπως επισήμανε ο Τζιανφράνκο Κοντίνι), ήταν οπωσδήποτε από τους πρώτους που πίστεψαν στην αυθεντικότητα των αποτελεσμάτων της. Από την ψυχοθεραπεία, που διακόπτεται πολύ νωρίς εξαιτίας της εγκατάστασης του Βέις στη Ρώμη (όπου θα έχει ως αναλυόμενο έναν άλλο ψυχωσικό, τον Σάντρο Πέννα), ο Σάμπα είναι λοιπόν σε θέση να λάβει μια ήσυχη συνείδηση των εσωτερικών του συγκρούσεων και μπορεί πλέον να κοιτάξει από κάποια απόσταση τα προσωπικά του βιώματα. Μια απόσταση που προσδίδει εκείνη την ήπια, "σοφή" αποδοχή του κόσμου, την ήρεμη θεώρηση των ανθρώπων και των πραγμάτων που μαζί με την νέα πυκνότητα της εικόνας και την ακαριαία σύλληψη των αναλογιών χαρακτηρίζουν τα ποιήματα της τρίτης υπέροχης περιόδου του (π.χ οι συλλογές "Λέξεις" 1934, "Τελευταία πράγματα" 1944, "Μεσογειακά" 1946, "Σχεδόν σαν αφήγημα" 1951). Το 1939, φοβούμενος μην πέσει θύμα των ρατσιστικών νόμων που έχει προκηρύξει το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι, εγκαταλείπει την Τεργέστη κι έπειτα από μια σύντομη παραμονή στο Παρίσι εγκαθίσταται στη Ρώμη. Εδώ, ο Ουνγκαρέτι του υπόσχεται πως θα μεσολαβήσει στις αρχές ώστε να αποχρωματιστεί. Οι ενέργειες του όμως δεν φέρνουν κανένα αποτέλεσμα. Και έτσι ο Σάμπα με τη Λίνα και τη Λινούτσια είναι υποχρεωμένοι να καταφύγουν στη Φλωρεντία, όπου θα του προσφέρει μεγάλη παρηγοριά και ανακούφιση η συντροφιά του Μοντάλε (ο οποίος τον επισκέπτεται σχεδόν καθημερινά μιας και ο ίδιος αποφεύγει τις εξόδους) καθώς και η φιλία που αναπτύσσει με το ζωγράφο Κάρλο Λέβι (το συγγραφέα του "Ο Χριστός σταμάτησε στο Έμπολι"). Μετά τον πόλεμο ο Σάμπα γνωρίζει επιτέλους εκείνη τη "μυστηριώδη καθυστερημένη τιμή" όπως την ονομάζει ο Τζων Μπέρυμαν "που έρχεται να στεφανώσει τις δοκιμασίες μας κι είναι η τελευταία μνηστή": δέχεται διάφορες τιμητικές διακρίσεις και αναγορεύεται από την Ακαδημία "Dei Lincei" σε "επίσημο ποιητή". Με την ιδιότητα αυτή θα ταξιδέψει σε διάφορες πόλεις της Ιταλίας· ιδιαιτέρα ευτυχισμένη όμως αποδεικνύεται η παρατεταμένη του διαμονή στην Ρώμη (βλ. το ποίημα "Ευγνωμοσύνη") και στο Μιλάνο. Το 1946 δημοσιεύει τους αφορισμούς "Scorciatoie e Raccontini" ("Μονοπάτια και Διηγηματάκια"), το 1948 τη "Storia e cronistoria del Canzoniere" ("Ιστορία και χρονικοϊστορία της Συλλογής Τραγουδιών" όπου μ' ένα άλλο ψευδώνυμο υποβάλλει το έργο του σε κριτική αποτίμηση και δίνει διάφορες διασαφηνίσεις, μιλώντας για τον εαυτό του πάντα σε τρίτο πρόσωπο) και το 1956 το πεζογράφημα "Riccondi-Riccorti" ("Ενθυμήματα - Αφηγήματα"). Το 1955 κουρασμένος και ψυχικά ταραγμένος από την βαριά αρρώστια της γυναίκας του (που θα πεθάνει τον επόμενο χρόνο) ο Σάμπα καταφεύγει σε μια κλινική στην Γκορίτσια, έξω από την Τεργέστη, κι εδώ θα τον βρει ο θάνατος το πρωί της 25ης Αυγούστου 1957.

Stevenson Louis Robert

Ο Ρόμπερτ Λούις Στήβενσον (Robert Louis Stevenson) γεννήθηκε στο Εδιμβούργο στις 13 Νοεμβρίου του 1850. Καταγόταν από εύπορη οικογένεια αυστηρών αρχών και σπούδασε μηχανικός στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Αργότερα τελείωσε και τη Νομική Σχολή, αλλά σύντομα τον κέρδισε η λογοτεχνία- απαρνήθηκε τον καλβινισμό της αστικής του οικογένειας και ακολούθησε τη ζωή των μποέμ. Έγραψε μυθιστορήματα, ποιήματα, δοκίμια, επιστολές ταξιδιωτικά και παιδικά βιβλία. Σ' όλη του τη ζωή ταξίδευε -συχνά για λόγους υγείας- για να καταλήξει τελικά στους Τροπικούς, στη Σάμοα, όπου συνέχισε το συγγραφικό του έργο. Οι ιθαγενείς τον λάτρευαν και τον αποκαλούσαν Tusitala (ο παραμυθάς). "Το νησί των θησαυρών" (1883) ξεκίνησε σαν απλός χάρτης που θα μπορούσε να διασκεδάσει τα παιδιά. Άλλα γνωστά έργα του είναι: "Η παράξενη ιστορία του Δόκτορα Τζέκιλ και του κυρίου Χάιντ" (1886), "Η απαγωγή" (1886) και "Ο αφέντης του Μπάλαντρε" (1889). Πέθανε ξαφνικά στις 3 Δεκεμβρίου του 1894, στο ζενίθ της δημιουργικής του πορείας.

Tsvetaeva Marina Ivanovna

Η ρωσίδα ποιήτρια Μαρίνα Τσβετάγιεβα (1892-1941) γεννήθηκε στη Μόσχα. Εξέδωσε την πρώτη της ποιητική συλλογή το 1910 και λίγο αργότερα εγκατέλειψε τις εγκύκλιες σπουδές της και παντρεύτηκε τον Σεργκέι Έφρον. Το 1922, δηλώνοντας την αντίθεσή της στην Οκτωβριανή Επανάσταση, εγκατέλειψε την πατρίδα της και έως το 1939 έζησε στο εξωτερικό. Όταν επέστρεψε στη Σοβιετική Ένωση, η κόρη της φυλακίστηκε, ο άντρας της εκτελέστηκε και η ίδια τελικά αυτοκτόνησε.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΙΣ

Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.


Μόνο συνδεδεμένοι πελάτες που έχουν αγοράσει αυτό το προϊόν μπορούν να αφήσουν μία αξιολόγηση.