“Πιο μουσική απ’ τη μουσική”

Μικρό λυρικό ανθολόγιο

0 out of 5

14.71

Κωδικός Προϊόντος: 9789602119594
Προβολη καλαθιου

Συγγραφέας: Συλλογικό Έργο

Εκδότης: Νεφέλη

Ημερ. Έκδοσης: 01/07/2010

Σειρές: Αρχαίοι Έλληνες και Λατίνοι Συγγραφείς

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Για μένα η αρχαία ελληνική λυρική ποίηση είναι πρωτίστως ποίηση εδώ. […] Όλα αυτά τα πολύτιμα θραύσματα μιας πολυτιμότερης αρχικής ύλης μοιάζουν ψελλίσματα μιας σύγχρονης συντριβής ή, αν προτιμάτε, μιας σύγχρονης αφέλειας, όπου τίποτε δεν μπορεί πια να είναι ακέραιο κι ωστόσο οι εδώ κι εκεί συσσωρεύσεις από συντρίμμια και θρύψαλα μοιάζουν να μορφοποιούν οντότητες μοναδικής πειστικότητας και αλήθειας. […] Σκόρπια μέλη ενός σώματος, που εμφανίζουν αντοχή παρά την απώλεια εκείνου, τι άλλο είναι η ποίηση, τι άλλο είναι τα σκόρπια χαρτιά τα γεμάτα ποιήματα πάνω σ’ ένα σημερινό γραφείο;

Δ. Χ. Χριστοδούλου

Συγγραφεας: Αρχίλοχος, Καλλίνος ο Εφέσιος, Τυρταίος, Σόλων, Θέογνις ο Μεγαρεύς, Μίμνερμος, Αλκμάν, Σαπφώ, Αλκαίος ο Μυτιληναίος, Ανακρέων, Ίβυκος, Σιμωνίδης ο Κείος, Πίνδαρος, Βακχυλίδης, Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης π.Χ. 480-406
Μεταφραστής: Χριστοδούλου Χ. Δήμητρα
Επιμέλεια: Χριστοδούλου Χ. Δήμητρα
Σειρές: Αρχαίοι Έλληνες και Λατίνοι Συγγραφείς
ISBN: 978-960-211-959-4

Πρώτη Έκδοση : 01/07/2010

Αριθμός Σελίδων : 205

Διαστάσεις : 24 x 17 cm

Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο

Γλώσσα Πρωτοτύπου : Αρχαία Ελληνικά

Τόπος Έκδοσης : Αθήνα

Αρχίλοχος

Καλλίνος ο Εφέσιος

Τυρταίος

Σόλων

Μεγάλος Αθηναίος νομοθέτης, φιλόσοφος και ποιητής (639 - 559 π.Χ.) καθώς και ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας. Ανήκε σε πλούσια και αριστοκρατική οικογένεια, η οποία καταγόταν από τη γενιά του βασιλιά της Αθήνας Κόδρου. Ο πατέρας του ονομαζόταν Εξηκεστίδης· αυτός φρόντισε για την εκπαίδευση και ανατροφή του γιου του. Όταν ο Σόλων έχασε την περιουσία του, στράφηκε προς το εμπόριο και ταξίδεψε στην Αίγυπτο και τη Μ. Ασία. Επωφελούμενος από τα ταξίδια του αυτά μελέτησε ξένους πολιτισμούς και νόμους, καθώς και τον πολιτικοοικονομικό βίο των άλλων χωρών. Τα εφόδια που απέκτησε τα χρησιμοποίησε αποτελεσματικά για την κοινωνική και οικονομική ανόρθωση της πατρίδας του και έτσι κατόρθωσε να αναδειχτεί στο σπουδαιότερο άνδρα της εποχής του. Την εμπιστοσύνη του λαού την κέρδισε πρώτα με το ποιητικό του έργο. Με τους φλογερούς του στίχους επηρέασε την αθηναϊκή κοινή γνώμη, συμβουλεύοντας, ενθαρρύνοντας και ενθουσιάζοντας τους Αθηναίους. Στα ποιήματά του έκανε τη διαπίστωση ότι η κακοδαιμονία της πόλης και οι φιλονικίες οφείλονται στον αγώνα των τάξεων και υποσχόταν τη θεραπεία του κακού. Γι' αυτό οι Αθηναίοι τον εξέλεξαν το 594 π.Χ. άρχοντα με έκτακτη δικτατορική εξουσία, για να αποκαταστήσει την ειρήνη με τη μεταβολή των θεσμών. Τα νομοθετικά μέτρα του Σόλωνα ήταν πολύ τολμηρά, αλλά και δραστικά. Στα σπουδαιότερα από αυτά συγκαταλέγονται η καθιέρωση της διαίρεσης των πολιτών σε τάξεις ανάλογα με το εισόδημά τους, η σεισάχθεια δηλ. η εξάλειψη των χρεών και η ίδρυση της εκκλησίας του δήμου. Η νομοθεσία του απέκτησε φήμη και επέδρασε στην εξέλιξη του δικαίου. Δίκαια ο Σόλωνας θεωρείται πατέρας του αστικού δικαίου. Ο Σόλωνας για να αποφύγει μεταβολές της νομοθεσίας του, αποδήμησε για δέκα χρόνια. Γρήγορα όμως προκλήθηκαν ταραχές, τις οποίες υποκινούσαν οι ευγενείς κυρίως, και η πόλη έπεσε σε αναρχία. Ο Σόλωνας κατά τη διάρκεια των δέκα χρόνων της αυτοεξορίας του επισκέφτηκε, μεταξύ άλλων, και το βασιλιά των Σάρδεων Κροίσο, ο οποίος τον ρώτησε αν γνώριζε κανέναν άνθρωπο πιο ευτυχισμένο από αυτόν. Ο Σόλωνας του ανέφερε τρεις περιπτώσεις ευτυχισμένων ανθρώπων και τον συμβούλεψε με το γνωστό: "Μηδένα προ του τέλους μακάριζε" (=μη μακαρίζεις κανέναν, προτού να δεις το τέλος του). Όταν ξαναγύρισε στην Αθήνα, τη βρήκε σε πολύ καλή κατάσταση χάρη στα δικά του νομοθετικά μέτρα και πέθανε ευτυχισμένος σε βαθιά γεράματα. Ο Σόλωνας υπήρξε και ελεγειακός ποιητής. Έγραψε ελεγεία με τίτλο "Σαλαμίς", στην οποία προτρέπει τους Αθηναίους να ανακτήσουν το αγαπημένο τους νησί. Από την ελεγεία αυτή σώζονται μόνο οκτώ στίχοι. Ο Σόλωνας έγραψε επίσης πολιτικές ελεγείες, από τις οποίες έχουμε μεγαλύτερα αποσπάσματα. Σ' αυτές εκφράζει τα πολιτικά του φρονήματα και αντανακλά τη φιλοπατρία του και την αγάπη του προς τη δικαιοσύνη. Οι ελεγείες του ονομάστηκαν "γνωμικές", επειδή περιέχουν πολλές γνώμες.

Θέογνις ο Μεγαρεύς

O Θέογνις ο Μεγαρεύς (αρχ.ελλ. Θέογνις ο Μεγαρεύς, (~ 548 - 544 π.Χ.) ήταν Έλληνας ελεγειακός ποιητής των αρχαίων χρόνων από τα Μέγαρα της Αττικής. Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, με το όνομά του να σημαίνει "απόγονος θεών", τάχθηκε υπέρ της ολιγαρχικής μερίδας των Μεγαρέων σε μια περίοδο ιδιαίτερα έντονης πολιτικής ρευστότητας για την πόλη. Το έργο του αντανακλά τις πολιτικές του θέσεις σε συνδυασμό με απόψεις ηθικού χαρακτήρα για διάφορα θέματα, γεγονός που τον κατατάσσει στους γνωμικούς ποιητές. Απολάμβανε υψηλής δημοφιλίας στην αρχαιότητα, χάρη στην κομψότητα και το δυναμισμό που χαρακτήριζε την ποιητική του παραγωγή. Σχετικά με την προσωπική του ζωή οι γνώσεις μας είναι περιορισμένες. Ωστόσο, ξεχωρίζουν η σχέση του με μια ανώνυμη γυναίκα, την οποία σκόπευε να νυμφευθεί, και εκείνη με τον συμπολίτη του Κύρνο, ο οποίος αποτελεί πολλές φορές το πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται με τους στίχους του. Σήμερα ο Θέογνις, πλάι στους υπολοίπους Έλληνες ποιητές της αρχαϊκής περιόδου, θεωρείται πρωτοπόρος της ανθρώπινης ποιητικής έκφρασης και είναι ο πρώτος δημιουργός τον οποίο απασχόλησε ρητά η υστεροφημία του. [πηγή: Βικιπαίδεια, 24/2/2012]

Μίμνερμος

Ο Μίμνερμος ήταν ελεγειακός ποιητής από την Κολοφώνα της Μικράς Ασίας, ο οποίος άκμασε την περίοδο 630-600 π.Χ. Ο Μίμνερμος θεωρείται πατέρας της ερωτικής ελεγείας. Είναι ο ποιητής του έρωτα και της μελαγχολίας και τα ποιήματά του μιλούν για την ηδονή, την απόλαυση και το φόβο των γηρατειών. Ανάμεσα στα σωζόμενα έργα του, ένα ποίημα αναφέρεται στη διαμάχη μεταξύ των ιωνικών πόλεων της Μικράς Ασίας και των βασιλιάδων της Λυδίας και την αντίθεση των τότε κατοίκων με τους προγόνους τους, που κάποτε είχαν νικήσει το Λυδό βασιλιά Γύγη. Ωστόσο, τα πιο σημαντικά έργα του ήταν μια σειρά από ελεγείες που αναφέρονται στη Ναννώ, αυλητρίδα και, κατά κάποιους, αγαπημένη του ποιητή.

Αλκμάν

Σαπφώ

Κάπου ανάμεσα στο 617 και το 612 π.Χ., γεννιέται η Σαπφώ στην Ερεσό της Λέσβου. Την πρωτοσυναντάμε νεαρή ποιήτρια στους αριστοκρατικούς κύκλους του νησιού, και λίγο αργότερα εξόριστη για πολιτικούς λόγους, αρχικά στην Πύρρα της Λέσβου και κατόπιν στη Σικελία. Γύρω στο 585 π.Χ. επιστρέφει στο νησί της και ιδρύει τον δικό της κύκλο των Μουσών, ένα είδος Ωδείου, κέντρο ανώτερων σπουδών όπου οι ανύπαντρες κόρες της υψηλής βαθμίδας ανέπτυσσαν ικανότητες στη μουσική, την ποίηση, το χορό. Μέσα απ' τα ποιήματα των εννέα βιβλίων της μαθαίνουμε πως είχε τρεις αδελφούς, μια κόρη, γνωρίζουμε μία-μία τις μαθήτριές της με τα ονόματά τους, διακρίνουμε τη σχέση της Λέσβου με τη Λυδία της αντικρινής Ασίας. Ανάμεσα στο 570 και το 560 π.Χ. η Σαπφώ πεθαίνει -από έρωτα σύμφωνα με το θρύλο- σε προχωρημένη για την εποχή της ηλικία.

Αλκαίος ο Μυτιληναίος

Ανακρέων

Λυρικός ποιητής του 6ου αιώνα π.Χ., από την Τέω της Μικράς Ασίας. Είχε συμπεριληφθεί στον Κανόνα των εννέα Ελλήνων λυρικών. Σε νεαρή ηλικία αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πατρίδα του μπροστά στον περσικό κίνδυνο και να εγκατασταθεί στα Άβδηρα της Θράκης μαζί με πολλούς συμπατριώτες του. Ζώντας αργότερα στην αυλή διαφόρων ηγεμόνων (του Πολυκράτη στη Σάμο, του Ίππαρχου στην Αθήνα), τραγούδησε με λεπτότητα και αισθαντικότητα τον έρωτα, το κρασί και τη χαρά της ζωής. "Τα πολυπαινεμένα συμποτικά τραγούδια του Ανακρέοντα", σημειώνει ο Paul Kroh, "αποστρέφονται κάθε υπέρβαση του μέτρου και εκτιμούν τη συντροφιά των καλλιεργημένων ανθρώπων παρ' όλα αυτά ήδη η αρχαιότητα είδε στο πρόσωπο του Ανακρέοντα τον "μεθυσμένο ποιητή ", που έφτασε έτσι να πάρει τη φήμη του αστόχαστου γλεντζέ ή και του κλασικού εκπροσώπου του ερωτισμού. Η γνήσια εικόνα του ποιητή αμαυρώθηκε επίσης, ήδη από νωρίς, από κάποιες εν μέρει αδύνατες, εν πάση περιπτώσει μονόπλευρες μιμήσεις, τα λεγόμενα Ανακρεόντεια· αυτή όμως η ψεύτικη εικόνα άσκησε ισχυρή επίδραση στην παγκόσμια λογοτεχνία". Ανακρεόντεια, ακριβώς, είναι τα δύο επιγράμματα πού του αποδίδονται στο ενδέκατο βιβλίο της "Παλατινής Ανθολογίας".

Ίβυκος

Σιμωνίδης ο Κείος

Ο Σιμωνίδης ο Κείος (556 π.Χ.-469 π.Χ.) ήταν Έλληνας λυρικός ποιητής. Γεννήθηκε στη νήσο Κέα όπου διδάχθηκε ποίηση και μουσική και συνέθεσε παιάνες προς τον Απόλλωνα. Μετακινήθηκε στην Αθήνα υπό την αιγίδα του Ίππαρχου. Μετά την δολοφονία του προστάτη του 514 π.Χ. μετοίκησε στην Θεσσαλία. Μετά την μάχη του Μαραθώνα επέστρεψε στην Αθήνα και αμέσως μετά πήγε στην Σικελία στην αυλή του Ιέρωνα όπου έμεινε μέχρι το θάνατο του. Συνέθεσε ελεγείες, χορικά ποιήματα, επινίκιους ύμνους, διθυράμβους, παρθένια, θρήνους και επιγράμματα, εκ των οποίων άριστα θεωρούνται αυτά για τους πεσόντες των Θερμοπυλών και του Μαραθώνα. Είχε μεγάλη φήμη σχετικά με τις γνώσεις του. Προσωπικός φίλος του Θεμιστοκλή και του Παυσανία. Η ποίησή του κατά τη διάρκεια του πολέμου με τους Πέρσες έδωσε μεγάλη ώθηση στην ελληνική εθνική συνείδηση. [πηγή: Βικιπαίδεια, 22/2/2012]

Πίνδαρος

Ο Πίνδαρος, ο μεγαλύτερος από τους λυρικούς ποιητές της Ελλάδος και η φωνή των Δελφών για περισσότερο από σαράντα χρόνια, γεννήθηκε στο Κυνός Κεφαλές, ένα χωριό κοντά στις Θήβες, γύρω στο 518 π.Χ. Ήταν γιος του Δαΐφαντου, ο οποίος ανήκε στην αρχαία και αριστοκρατική οικογένεια των Αιγιδών. Έμαθε μουσική από τα μικρά του χρόνια από τον πατέρα του, ο οποίος ήταν φημισμένος μουσικός αυλού και από τους έξοχους Αθηναίους μουσικούς Αγαθοκλή και Απολλόδωρο. Έζησε το περισσότερο μέρος της ζωής του στην Θήβα και στους Δελφούς, όπου το μαντείο τού είχε αναθέσει να εκφωνεί ύμνους προς τους Θεούς. Οι Θηβαίοι τον ονόμαζαν "ο αετός των Θηβών" και τον σύγκριναν με το πολύβουο ρέμα του ποταμού. Ο Πίνδαρος, κατά την διάρκεια της ζωής του, είχε τιμηθεί από όλες τις ελληνικές πόλεις για τα ποιήματα του και είχε προσκαλεστεί συχνά από βασιλείς και τύραννους στις αυλές τους, ιδιαίτερα από τον Αμύντα της Μακεδονίας, Αρκεσίλαο της Κυρήνης, Θήρωνα του Ακράγαντος και Ιέρωνα των Συρακουσών, όπου έζησε από το 476 μέχρι το 472 π.Χ. Το 438 π.Χ., σε ηλικία ογδόντα ετών, πέθανε στο θέατρο του Άργους, την στιγμή που εκφωνούσε ένα από τα ποιήματα του. Οι Αθηναίοι τον είχαν τιμήσει κάνοντάς τον πρόξενο και μετά τον θάνατον του, του έστησαν μπρούτζινο άγαλμα. Οι δε Θηβαίοι του είχαν επιβάλλει πρόστιμο, επειδή εγκωμίασε εχθρική πόλη, την Αθήνα, αλλά αργότερα έκτισαν ναό κοντά στο σπίτι του, για να τον τιμήσουν. Ο Πίνδαρος έγραψε ένα τεράστιο αριθμό ποιημάτων τα οποία είχαν ταξινομηθεί από τους Αλεξανδρινούς συγγραφείς σε δέκα επτά βιβλία. Η ποίηση του περιελάμβανε διθυράμβους, παιάνες, σχόλια, εγκώμια, προσόδια, παρθένια και επινίκια. Τα τελευταία είναι τα μόνα σωζόμενα έργα του, ενώ από τα υπόλοιπα έχουν απομείνει μόνο μερικά κομμάτια. Τα Επινίκια ήταν ύμνοι που εξυμνούσαν τους νικητές των αγώνων και απαγγέλλονταν από τον χορό, συνήθως στο τόπο της νίκης ή κατά την διάρκεια τελετής προς τιμήν του νικητού, μετά την επιστροφή του στο σπίτι. Περιείχαν 14 Ολυμπιακές, 12 Πύθια, 11 Νεμέα και 8 Ίσθμια ωδές. Τα ποιήματα του Πίνδαρου χαρακτηρίζονται από μεγαλειότητα σκέψεως, έκφραση, μέτρο και αρμονική σκέψη και περιέχουν έντονα θρησκευτικά συναισθήματα.

Βακχυλίδης

Ο Βακχυλίδης (Ιουλίδα Κέας 518 π.Χ. - 452 π.Χ.) ήταν αρχαίος έλληνας συγγραφέας και λυρικός ποιητής.

Αισχύλος

Αισχύλος (525 - 455 π.Χ.). Υπήρξε πολύ μεγάλος τραγικός ποιητής της αρχαίας Ελλάδας, ίσως και μεγαλύτερος απ όλους γενικά τους άλλους ομοτέχνους του. Ήταν επίσης αρχιτέκτονας, σκηνοθέτης και μουσικός. Από τα έργα του 67 χάθηκαν και μόνο 7 διασώθηκαν ("Προμηθέας Δεσμώτης", "Ικέτιδες", "Πέρσες" και "Επτά επί Θήβαις", καθώς και η τριλογία του υπό τον τίτλο "Όρέστεια" που περιλαμβάνει τα μερικότερα έργα: "Αγαμέμνων", "Χοηφόροι" και "Ευμενίδες"). Ο Αισχύλος διακρίθηκε σαν μαχητής στο Μαραθώνα και στη Σαλαμίνα. Πήρε εξάλλου, 13 πρώτα βραβεία από έργα του, εκτός από τα δεύτερα και τρίτα, που κατά καιρούς του απονεμήθηκαν σε αντίστοιχους διαγωνισμούς. Με το Αισχύλο η αρχαιοελληνική τραγωδία εξελίχθηκε, από τον αρχικό διθύραμβο, σε πολυπρόσωπη παράσταση και έφθασε στο μεσουράνημά της. Το ύφος του διακρίνεται για τη μεγαλοπρέπειά του, το όλο δε έργο του για το βάθος, την πρωτοτυπία στη μορφή και την ισχυρότατη φαντασία του μεγάλου ποιητή. Κατά γενική, σχεδόν, αναγνώριση ο Αισχύλος υπήρξε μέγας και, από κάθε άποψη, ασύγκριτος δημιουργός. Πέθανε από ατύχημα στη Γέλα της Σικελίας, σε ηλικία 70 ετών, και τάφηκε εκεί. Κατά σχετική ανεπιβεβαίωτη παράδοση, μια χελώνα, πέφτοντας στο κεφάλι του από ψηλά, τον σκότωσε. Στον τάφο του οι Σικελοί Έλληνες ανάγειραν μετά μνημείο, στο οποίο χάραξαν επίγραμμα, που το είχε φτιάξει ο ίδιος ο Αισχύλος, διαισθανόμενος ίσως πως το τέλος του πλησίαζε.

Σοφοκλής

Ευριπίδης π.Χ. 480-406

Ο Ευρυπίδης (480-406 π.Χ.) καταγόταν από τον Αθηναϊκό δήμο της Φλύας. Παρακολούθησε τις διδασκαλίες του Αναξαγόρα, του Πρόδικου και του Πρωταγόρα, και συνδέθηκε φιλικά με τον Σωκράτη. Για πρώτη φορά πήρε μέρος σε δραματικό αγώνα το 455 π.Χ., και από τότε δίδασκε τακτικά μέχρι τον θάνατό του. Άνθρωπος μάλλον εσωστρεφής και αυστηρός, δεν ευτύχησε στην προσωπική ζωή του. Κατά τα τελευταία χρόνια του εγκαταστάθηκε στη Μακεδονία, προσκαλεσμένος από τον βασιλιά Αρχέλαο, και εκεί πέθανε. Στο έργο του αντικατοπτρίζεται το κλίμα της εποχής, με την έντονη επίδραση της σοφιστικής, την αμφισβήτηση και την αναζήτηση των θείων και των ανθρώπινων. Ο Ευριπίδης, ο από σκηνής φιλόσοφος, απεικόνισε την τραγικότητα των εσωτερικών συγκρούσεων και απέδωσε μοναδικά την ποικιλία των ψυχικών παθών και τις διακυμάνσεις της συνείδησης. Οι νεωτερισμοί του, στη μορφή των έργων του και στις ιδέες που εξέφρασε, τον έκαναν συχνά στόχο επιθέσεων. Σώζονται δεκαεννέα δράματά του πλήρη και πολλά άλλα αποσπασματικά.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΙΣ

Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.


Μόνο συνδεδεμένοι πελάτες που έχουν αγοράσει αυτό το προϊόν μπορούν να αφήσουν μία αξιολόγηση.