Εισαγωγή στην πεζογραφία του Παπαδιαμάντη

Επιλογή κριτικών κειμένων

0 out of 5

27.21

Κωδικός Προϊόντος: 9789605241940
Προβολη καλαθιου

Συγγραφέας: Συλλογικό Έργο

Εκδότης: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης ΠΕΚ

Ημερ. Έκδοσης: 01/02/2005

Σειρές: Θεωρία και Κριτική της Λογοτεχνίας

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

O Παπαδιαμάντης είναι ο πιο μεγάλος πεζογράφος της νέας ελληνικής λογοτεχνίας, έγραφε το 1943 ο Σεφέρης· για να τον συγκαταλέξει λίγα χρόνια αργότερα (1952) ανάμεσα στους μεγάλους Έλληνες ποιητές. Αυτός ο διπλός χαρακτηρισμός είναι ενδεικτικός της παπαδιαμαντικής γραφής. Έργο ποιητικό που τυχαίνει να είναι γραμμένο σε πρόζα, ή πεζογραφικό ποιητικής υφής, το έργο του Σκιαθίτη συγγραφέα αποτέλεσε πρόκληση και γόνιμο πεδίο άσκησης για την κριτική. Γι’ αυτό και μια ουσιώδης επιλογή κειμένων για το έργο αυτό ήταν απαραίτητη.
Η παρούσα ανθολογία περιλαμβάνει 45 κείμενα (σε ακέραια ή αποσπασματική μορφή) από την τεράστια βιβλιογραφία για τον Παπαδιαμάντη. Προτάσσεται μια εισαγωγή στην πρόσληψη του έργου του καθώς και ένας σύντομος χρονολογικός δείκτης της ζωής του.
Η ανθολόγηση έγινε με βάση την αντιπροσωπευτικότητα των κειμένων (κριτικές που καλύπτουν όλο το διάνυσμα από το 1899 έως τις μέρες μας, ανήκουν σε όσο το δυνατόν περισσότερα είδη φιλολογικής και κριτικής προσέγγισης, περιλαμβάνουν όσο το δυνατόν περισσότερους τύπους και τίτλους έργων του Παπαδιαμάντη κ.τ.λ.)· την συμπερίληψη θετικών και αρνητικών κρίσεων· την αξία και τη διαλογικότητα (όχι συμπαράθεση αντιμαχόμενων κειμένων, αλλά κειμένων που ευρύτερα διαλέγονται μεταξύ τους, συγκροτούν μια ενδεικτική ιστορία της πρόσληψης και αναδεικνύουν τα ερωτήματα που εγείρει σε διάφορες εποχές το παπαδιαμαντικό κείμενο). Επιτάσσεται ένας σύντομος χρονολογικός κατάλογος των διηγημάτων του Παπαδιαμάντη και μια κατά το δυνατόν αναλυτική βιβλιογραφία των μελετών του παπαδιαμαντικού έργου κατά τα τελευταία εικοσιπέντε χρόνια.

Συγγραφεας: Ξενόπουλος Γρηγόριος, Νιρβάνας Παύλος, Παλαμάς Κωστής, Χατζόπουλος Κωνσταντίνος, Άγρας Τέλλος, Βαλέτας Γεώργιος, Τερζάκης Άγγελος, Παπαϊωάννου Μ. Μιχάλης, Λορεντζάτος Ζήσιμος, Μπαστιάς Κωστής, Ελύτης Οδυσσέας, Κοτζιάς Αλέξανδρος, Ιωάννου Γιώργος, Τριανταφυλλόπουλος Δ. Νίκος, Τωμαδάκης Β. Νικόλαος, Μηλιώνης Χριστόφορος, Παπαδημητρακόπουλος Χ. Ηλίας, Μουλλάς Παναγιώτης, Γιανναράς Χρήστος, Saunier Guy, Προγκίδης Λάκης
Επιμέλεια: Φαρίνου - Μαλαματάρη Γεωργία
Ευθύνη Σειράς: Βαγενάς Νάσος
Σειρές: Θεωρία και Κριτική της Λογοτεχνίας
ISBN: 978-960-524-194-0

Πρώτη Έκδοση : 01/02/2005

Αριθμός Σελίδων : 510

Διαστάσεις : 24 x 17 cm

Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο

Τόπος Έκδοσης : Ηράκλειο Κρήτης

Ξενόπουλος Γρηγόριος

Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1867 από Ζακυνθινό πατέρα και από μητέρα Φαναριώτισσα. Η οικογένειά του εγκαταλείπει την Πόλη, όταν ο Γρηγόριος ήταν έντεκα μηνών και εγκαθίσταται στη Ζάκυνθο. Έτσι, τον κόσμο τον πρωτογνώρισε στο μαγευτικό αυτό νησί της Επτανήσου. Η γραφικότητα του τόπου, η πανώρια φύση με τις μοναδικές της ομορφιές, ο λαός της Ζακύνθου με τα ήθη και τα έθιμά του, η ιστορία και γενικά η επτανησιακή κουλτούρα, διαπλάθουν και επηρεάζουν βαθιά την ψυχή του. Ζυμώνεται με τους Ζακυνθινούς και όλα τα ερμηνεύει με την ιδιοσυγκρασία που κουβαλάει από το νησί του. Μετά το γυμνάσιο ο Ξενόπουλος παρακολουθεί μαθήματα φυσικομαθηματικών στο πανεπιστήμιο της Αθήνας. Όμως, η λογοτεχνία και η δημοσιογραφία τον αποσπούν οριστικά. Συνεργάζεται με όλες σχεδόν τις εφημερίδες και τα περιοδικά της εποχής του. Το 1890 ο Γεώργιος Δροσίνης του προτείνει και αναλαμβάνει αρχισυντάκτης στην Εστία. Το 1896 ο ιδιοκτήτης του παιδικού περιοδικού «Διάπλασις των παίδων» Νικόλαος Παπαδόπουλος τον παίρνει αρχισυντάκτη και αργότερα του αναθέτει τη διεύθυνση του περιοδικού. Στη "Διάπλαση των Παίδων" η αγάπη του για το ελληνόπουλο τον οδήγησε να γράψει χιλιάδες "αθηναϊκές επιστολές", στις οποίες μιλούσε για διάφορα θέματα. Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος έγινε ο δάσκαλος και μερίμνησε συστηματικά για το παιδί - αναγνώστη, για το παιδί που χρειάζεται αγωγή και παιδεία. Διακατέχεται από μια έμφυτη παιδαγωγική κλίση που την συνθέτουν η συμπάθεια και το ενδιαφέρον του για το παιδί, η δίψα και η πίστη του για την μόρφωσή του. Η προσφορά του στο τρίπτυχο σπίτι - οικογένεια - παιδί αρχίζει αμέσως μετά που αναλαμβάνει τη διεύθυνση του περιοδικού. Για πέντε περίπου δεκαετίες προσφέρει ένα αξιόλογο παιδαγωγικό και μορφωτικό έργο. Βοηθάει το παιδί - αναγνώστη να ανακαλύψει μόνο του το αντικείμενο της γνώσης και να αγκαλιάσει τη φύση, τις αξίες και τους συνανθρώπους του. Παίρνει στα χέρια του μια τεράστιας σημασίας εξουσία, τη διαπλαστική. Η προσφορά του αυτή δεν κατευθύνεται από κάποιο συγκεκριμένο και οργανωμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, αλλά κυρίως από το ένστικτό του και από την αγάπη του για το παιδί. Συνειδητά, όμως, «Ο Φαίδωνας» εργάστηκε για τη δημιουργία μιας παιδικής λογοτεχνικής γλώσσας - μιας γλώσσας ζωντανής - που θα άγγιζε τις τρυφερές ψυχές των παιδιών και που θα μάθαιναν έτσι χωρίς βιβλία και χωρίς δασκάλους. Πετυχαίνει, έτσι, ένα θερμό δόσιμο με τον αναγνώστη και μια απελευθερωτική και θετική στάση που μορφώνει και συγχρόνως δεν σκλαβώνει. "Η αδελφούλα μου" είναι το πρώτο παιδικό μυθιστόρημα που γράφει στη δημοτική γλώσσα. Αν και είναι επηρεασμένος από τις ευρωπαϊκές πολιτιστικές ανακατατάξεις, δεν περιορίζεται μέσα στα πλαίσια του ηθογραφικού μυθιστορήματος, αλλά προχωράει και ασχολείται με την περιγραφή των ψυχικών ικανοτήτων των ηρώων του. Γίνεται ένας ψυχογράφος που τηρεί όμως αυστηρά την αντικειμενικότητά του. Μόνο όταν περιγράφει Ζακυνθινά τοπία και αρχίζουν να αναδύονται μέσα από αυτά οι μνήμες των παιδικών του χρόνων, εκφράζει υποκειμενικά συναισθήματα. Ο ρεαλισμός του 1900 ήταν εκείνο που ζητούσαν οι πολλοί και εκείνο που μπορούσε να ενώσει την απόσταση ανάμεσα στους πολλούς και στη νέα, στην αδιαμόρφωτη ακόμα ελληνική πεζογραφία. Με τα μυστικά της ρεαλιστικής σχολής η αφήγησή του έστρωνε πιο άνετα. Ο Ξενόπουλος βέβαια είχε έμφυτη αφηγηματική ευκολία, καλαισθησία, γλώσσα γλαφυρή, απλή, ρέουσα, έτσι που άρεσε σε όλους. Δεν υπήρξε ποτέ ανιαρός και κουραστικός. Στάθηκε ένας γλωσσοπλάστης - ένας ακούραστος δημιουργός του Λόγου είτε έγραφε για εφημερίδα ή για περιοδικό ή θέατρο ή μυθιστόρημα ή διήγημα ή παιδικό ανάγνωσμα, δοκίμιο ή ποίηση. Τα έργα του έχουν πλούτο, φυσικούς διαλόγους, οξύτητα παρατήρησης και άψογη τεχνική. Το περιβάλλον των μυθιστορημάτων του Ξενόπουλου είναι πότε η Αθήνα και πότε η Ζάκυνθος. Ο συγγραφέας θέλει να μας περιγράψει την ελληνική κοινωνία της εποχής του. Αυτό όμως δεν είναι κανόνας. Σε αρκετά έργα του περιγράφονται και ζωντανεύουν παλαιότερες κοινωνίες κυρίως της Ζακύνθου. Σε χρόνια ακμής, δύναμης, μεγαλείου, πλούτου και πολιτισμού, αναζήτησε και βρήκε πλούσιο και άφθονο υλικό που το εκμεταλλεύτηκε κατάλληλα. Ένα θαυμάσιο και ίσως το πιο πρωτότυπο έργο του είναι «Το Φάντασμα», μια πρωτάκουστη αληθινή ιστορία που διαδραματίσθηκε το ΙΗ΄ αιώνα στη Βενετοκρατούμενη Ζάκυνθο. "Ο Κόκκινος Βράχος" (1905) δίνει μια πετυχημένη απεικόνιση της ζακυνθινής ζωής. Πρόκειται για έναν έρωτα καταλύτη που τον βιώνει η ηρωίδα χωρίς τίποτα το κίβδηλο. Τρία από τα καλύτερα έργα του έχουν επίσης υπόθεση ζακυνθινή (Λάουρα 1915, Αναδυόμενη 1923, Τερέζα Βάρμα Δακόσια 1925). Εκείνα όμως που η κριτική αναγνώρισε αναμφίβολα τα καλύτερα μέσα στα τόσα μυθιστορήματα του Ξενόπουλου, είναι οι "Πλούσιοι και Φτωχοί" (1919), και οι "Τίμιοι και Άτιμοι" (1921). Ανήκουν σε μια "κοινωνική τριλογία" όπου ο συγγραφέας προβληματίζεται πάνω σε κοινωνικά θέματα και το πετυχαίνει άριστα. Δίπλα στο μυθιστορηματικό, σημαντικό είναι και το θεατρικό του έργο. Επηρεασμένος από τον Ίψεν, δίνει το 1904 το πιο συγκροτημένο ίσως από τη θεατρική άποψη έργο του, "Το Μυστικό της κοντέσσας Βαλέραινας", με κέντρο μια ευγενική μορφή και το μυστικό της που αφορά μια σκόνη - μια άσπρη σκόνη που θεραπεύει τον καταρράκτη ματιών. Από τα θεατρικά του έργα αρκετά αντέχουν και σήμερα. Διατηρούνται στη ζωή όχι για λόγους νοσταλγίας, αλλά χάρη στα ολοζώντανα πρόσωπα που έπλασε ο συγγραφέας. Τα έργα του όπως ο "Πειρασμός", "Φιόρο του Λεβάντε", "Στέλλα Βιολάντη", "Το μυστικό της κοντέσσας Βαλέραινας", "Φωτεινή Σάντη", "Αναδυόμενη", "Ποπολάρος", κ.α. παίζονται στο Θέατρο, διασκευάζονται για τον κινηματογράφο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Ο Ξενόπουλος πέθανε σε μεγάλη ηλικία το 1951 στην Αθήνα μακριά από το αγαπημένο του νησί.

Νιρβάνας Παύλος

Ο Παύλος Νιρβάνας (1866-1937, λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Πέτρου Αποστολίδη), γεννήθηκε στη Μαριούπολη της Ρωσίας, γιος του εμπόρου Κωνσταντίνου Απ. Κουμιώτη από τη Σκόπελο και της Μαριέτας Ιω. Ράλλη από τη γνωστή οικογένεια της Χίου. Σε παιδική ηλικία εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στον Πειραιά, όπου ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Σπούδασε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1883-1890) και μετά την αποφοίτησή του κατατάχθηκε στο βασιλικό ναυτικό ως ανθυπίατρος. Η πορεία του ήταν ανοδική και ως το 1922, οπότε παραιτήθηκε με το βαθμό του αρχίατρου είχε διατελέσει πρόεδρος της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής του Ναυτικού και τμηματάρχης του Υπουργείου Ναυτικών. Μετά την παραίτησή του αφοσιώθηκε στη δημοσιογραφία και τη συγγραφή. Το 1928 έγινε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Πέθανε στην Αθήνα σε ηλικία εξηνταενός χρόνων. Από τα μαθητικά του χρόνια έδωσε δείγματα της αγάπης του για τη λογοτεχνία και σε νεαρή ηλικία δημοσίευσε άρθρα στις εφημερίδες του Πειραιά "Σφαίρα" και "Πρόνοια". Η πρώτη επίσημη εμφάνιση του Νιρβάνα στα γράμματα τοποθετείται το 1884, οπότε εξέδωσε την ποιητική συλλογή "Δάφναι εις την 25ην Μαρτίου". Παράλληλα άρχισε να δημοσιεύει χρονογραφήματα (στις εφημερίδες "Άστυ", "Ακρόπολη" και από το 1905 στην "Εστία" με το ψευδώνυμο Κύριος Άσοφος) και κείμενα σε λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής ("Τέχνη", "Παναθήναια", "Νέα Εστία", "Το Περιοδικόν μας", "Ασμοδαίος", "Μη χάνεσαι", κ.α.). Σε νεαρή ηλικία πήρε επίσης μέρος στην έκδοση του σατιρικού περιοδικού "Αθήναι" ως μέλος της λογοτεχνικής Συντροφιάς των Δώδεκα. Η δεύτερη και τελευταία ποιητική του συλλογή είχε τίτλο "Παγά λαλέουσα" (1907) ενώ έγραψε επίσης μελέτες, κριτικά δοκίμια, διηγήματα, θεατρικά έργα και δύο μεταφράσεις από τον Πλάτωνα και τον Κνουτ Χάμσουν. Ο Παύλος Νιρβάνας τοποθετείται τόσο χρονικά όσο και βάσει του συνόλου του έργου του στον κύκλο του Κωστή Παλαμά. Η γραφή του είναι επηρεασμένη από τα ευρωπαϊκά καλλιτεχνικά ρεύματα του αισθητισμού και συμβολισμού, καθώς και από τη φιλοσοφική σκέψη του Φρειδερίκου Νίτσε, με την οποία ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή από τις σελίδες της "Τέχνης" του Κώστα Χατζόπουλου, όπου υπήρξε συνιδρυτής. Αξιόλογα είναι τα κριτικά του δοκίμια, ενώ στο χώρο της πεζογραφίας ασχολήθηκε αρχικά με το διήγημα και στη συνέχεια με το μυθιστόρημα. Στο πεζογραφικό του έργο κυριαρχούν ηθογραφικά και ψυχογραφικά στοιχεία, ενώ τα θεατρικά του έργα κινούνται στα πρότυπα της ιψενικής γραφής. Έντονη παρουσιάζεται στο έργο του η επιρροή που δέχτηκε από τη φιλοσοφία του Νίτσε. Η γλωσσική του έκφραση πέρασε σταδιακά από την καθαρεύουσα σε μια μεικτή γλώσσα και τέλος στη δημοτική, με σταθερό χαρακτηριστικό το εξαιρετικά φροντισμένο ύφος. Το 1928 αναγορεύτηκε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, θέση από την οποία συνέβαλε στην ανάδειξη λογοτεχνών όπως οι Ιωάννης Κονδυλάκης, Σπύρος Μελάς και Γρηγόριος Ξενόπουλος. Πέθανε από βρογχοπνευμονία στο σπίτι του στο Μαρούσι. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Παύλου Νιρβάνα βλ. Τέλλος Άγρας, "Νιρβάνας Παύλος", στη "Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια", τ.18, Πυρσός, 1932 (αναδημοσιεύεται στον τόμο Τέλλος Άγρας, "Κριτικά, Τρίτος τόμος", της σειράς "Μορφές και κείμενα της πεζογραφίας μας", επιμ. Κ. Στεργιόπουλος, Ερμής, 1984), Γ. Βαλέτας, "Βιογραφικός-χρονολογικός πίνακας", στα "Άπαντα Παύλου Νιρβάνα", τ. Α΄, Αθήνα, 1967, Μ. Γ. Μερακλής, "Παύλος Νιρβάνας", στο "Η ελληνική ποίηση: Ρομαντικοί-εποχή του Παλαμά-μεταπαλαμικοί: ανθολογία, γραμματολογία", Σοκόλης, 1977, Δημήτρης Γιάκος, "Νιρβάνας Παύλος", στη "Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", τ. 10, Χάρη Πάτση, χ.χ., Αλέξανδρος Αργυρίου, "Νιρβάνας Παύλος", στο "Παγκόσμιο βιογραφικό λεξικό", τ. 7. Εκδοτική Αθηνών, 1987, Μαριάννα Δήτσα , "Παύλος Νιρβάνας", στο "Η παλαιότερη πεζογραφία μας· από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο", τ. Θ΄ (1900-1914), Σοκόλης, 1997, και Βασίλης Δ. Αναγνωστόπουλος, Ευδοκία Παραδείση, "Νιρβάνας Παύλος", στο "Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας", Εκδόσεις Πατάκη, 2007. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Παλαμάς Κωστής

Ο Κωστής Παλαμάς ήταν απόγονος μιας παλαιάς οικογένειας που εμφανίσθηκε στις αρχές του 18ου αιώνα. Γενάρχης της υπήρξε ο Παναγιώτης Παλαμάρης. Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1859. Σε ηλικία 7 χρονών έμεινε ορφανός και από τους δύο γονείς. Σε ηλικία μόλις 16 χρονών αρχίζει σπουδές νομικής, ακολουθώντας το επάγγελμα του πατέρα του. Το 1876 έρχεται στην Αθήνα όπου και γράφεται στη Νομική Σχολή της Αθήνας. Γρήγορα όμως θα εγκαταλείψει τη Νομική, και έτσι αποφασίζει να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία. Παρά το ότι θα ασχοληθεί με τη ΝΕΑ ελληνική λογοτεχνία, το πρώτο του έργο, που θα δημοσιευτεί το 1876 με τίτλο "Ερώτων 'Eπη" θα γραφτεί σε υπερκαθαρεύουσα. Το 1886 θα κυκλοφορήσει η πρώτη του συλλογή στη δημοτική και το 1889 δημοσιεύεται ένα από τα καλύτερα έργα του, ο "Ύμνος της Αθηνάς", ο οποίος θα βραβευτεί στο Φιλαδέλφειο ποιητικό διαγωνισμό. Αυτό είναι και το πρώτο του βραβείο. Εισηγητής του διαγωνισμού αυτού ήταν ο Νικόλαος Πολίτης. Το 1892 δημοσιεύει τη συλλογή "Τα μάτια της ψυχής μου", η οποία βραβεύτηκε και αυτή, το 1890. Το 1897 γίνεται γραμματέας του Πανεπιστημίου Αθηνών, δουλειά για την οποία αμοιβόταν αρκετά καλά, και έτσι απέκτησε την οικονομική άνεση για να συνεχίσει το έργο του. 'Ενα χρόνο αργότερα, το 1898, δημοσιεύει δύο ποιητικές συλλογές, το "'Αστυ" και τον "Τάφο". Ακολουθεί μια περίοδος έμπνευσης και ο Παλαμάς γράφει το 1900 τους "Χαιρετισμούς της Ηλιογέννητης", το 1904 την "Ασάλευτη Ζωή", το 1907 τον "Δωδεκάλογο του Γύφτου", το 1910 την "Φλογέρα του Βασιλιά" και το 1919 "Τα Δεκατετράστιχα", τα οποία δημοσιεύονται και στην Αλεξάνδρεια. Το 1925 παίρνει το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών και με την ίδρυση της Ακαδημίας των Αθηνών γίνεται και ένα από τα βασικά στελέχη της. Το 1928 δημοσιεύει τους "Δειλούς και σκληρούς στίχους" (Σικάγο) και το 1930 ή, κατά άλλους, το 1931 γίνεται πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών. Πεθαίνει στην Αθήνα, στις 27 Φεβρουαρίου 1943, και η πάνδημη κηδεία του μετατρέπεται σε εκδήλωση αντίστασης του ελληνικού λαού εναντίον του Γερμανού κατακτητή.

Χατζόπουλος Κωνσταντίνος

Ο Κωνσταντίνος Χατζόπουλος γεννήθηκε στις 11 Μαΐου 1868 στο Βραχώρι Αγρινίου. Είναι το πρώτο από τα επτά παιδιά του κτηματία Ιωάννη Χατζόπουλου και της Θεοφανίας Στάικου, που προερχόταν από μεγάλη οικογένεια κοτσαμπάσηδων, πολλά μέλη της οποίας ήταν Φιλικοί και αγωνιστές του 1821. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές (Δημοτικό Σχολείο στο Αγρίνιο, Γυμνάσιο στο Μεσολόγγι), το 1882 -σε ηλικία δεκατεσσάρων μόλις ετών- εγγράφεται στη Νομική Σχολή της Αθήνας· το 1888, αποφοιτά με το βαθμό "Καλώς". Μετά τη στρατιωτική του θητεία (1889-1891), εργάζεται για δύο χρόνια ως δικηγόρος στο Αγρίνιο. Από το 1893 και έως το 1900 εγκαθίσταται στην Αθήνα. Στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897 επιστρατεύεται και υπηρετεί στην Άρτα. Επιστρέφει έπειτα στην Αθήνα, και τον επόμενο χρόνο (1898-1899) εκδίδει το περιοδικό "Η Τέχνη", το οποίο επιδίωκε να ενισχύσει τη δημοτική γλώσσα και να συστήσει στους αναγνώστες του την ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Παρότι βραχύβιο, το περιοδικό του Χατζόπουλου -συνεργάτες του οποίου ήταν ο Ι. Γρυπάρης, ο Κ. Θεοτόκης, ο Α. Καρκαβίτσας, ο Μ. Μαλακάσης, ο Μποέμ, ο Π. Νιρβάνας, ο Κ. Παλαμάς, ο Λ. Πορφύρας κ.ά. -υπήρξε σταθμός στην πνευματική εξέλιξη του τόπου. Το 1990 κληρονομεί από τον παππού του κτηματική περιουσία και ταξιδεύει στη Γερμανία. Στη Δρέσδη γνωρίζει και παντρεύεται τη Φινλανδή Sunny Haggmann. Από τον Αύγουστο του 1901 έως τον Ιούνιο του 1905 μένουν οικογενειακώς στην Αθήνα. Τον Ιούνιο του 1905, με τη γυναίκα του και την τριών ετών κόρη τους εγκαθίστανται στο Μόναχο. Τον Ιούλιο του 1906 θα μετακομίσουν στο Βερολίνο, αλλά το Φεβρουάριο του 1908 θα επιστρέψουν στο Μόναχο. Κατά τη διάρκεια της διαμονής του στη Γερμανία, ο Χατζόπουλος θα ασπαστεί τα σοσιαλιστικά ιδεώδη (1907), θα παρακολουθήσει την πνευματική και καλλιτεχνική ζωή της χώρας, θα μεταφράσει πολλά θεατρικά έργα (μεταξύ των οποίων έργα του Ίψεν και του Στρίντμπεργκ), ενώ παράλληλα θα δημοσιεύσει ποιήματα, πεζογραφήματα και κριτικά μελετήματα στον "Νουμά" και σε άλλα έντυπα και περιοδικά. Μεταφράζει επίσης το "Κομμουνιστικό Μανιφέστο" των Μαρξ-Ένγκελς στα ελληνικά, το οποίο θα δημοσιευθεί σε συνέχειες στην εφημερίδα "Ο εργάτης" του Βόλου, το 1908. Με την κήρυξη του Πολέμου το 1914, ο Χατζόπουλος μετακομίζει με την οικογένειά του στην Αθήνα. Θα πάψει να είναι μέλος του "Σοσιαλιστικού Κέντρου Αθηνών" -αν και δεν θα αποκηρύξει τις σοσιαλιστικές ιδέες-, απογοητευμένος από τις διαμάχες των μελών του. Το 1916, ιδρύει μαζί με άλλους διανοούμενους την "Εταιρεία Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών". Τον Ιούλιο του 1920, ο Χατζόπουλος ταξιδεύει μια τελευταία φορά στο Μόναχο οικογενειακώς, προκειμένου να μεταφέρουν από εκεί τα πράγματα τους για να επιπλώσουν το καινούργιο σπίτι τους στην οδό Μαυρομιχάλη. Ωστόσο, πηγαίνοντας προς Μπρίντιζι με το ιταλικό ατμόπλοιο "Montenegro", θα πεθάνει από τροφική δηλητηρίαση. Θα κηδευτεί και τα ταφεί στο Μπρίντιζι. Πολλά χρόνια αργότερα, η κόρη του θα μεταφέρει τα οστά του και της γυναίκας του στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών. Δημοσίευσε ποιητικές συλλογές, διηγήματα, τα πεζά "Αγάπη στο χωριό" (1910), "Ο πύργος του ακροπόταμου" (1915), "Φθινόπωρο" (1917) και τη σατιρική ηθογραφία "Ο Υπεράνθρωπος" (1915).

Άγρας Τέλλος

Τέλλος Άγρας (1899 - 1944). Ο Τέλλος Άγρας (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ευάγγελου Ιωάννου) γεννήθηκε στην Καλαμπάκα, γιος του σχολάρχη Γεωργίου Ιωάννου και της Ειρήνης Βλάχου. Είχε ένα μικρότερο αδερφό το Χρήστο. Το 1899 η οικογένειά του ήρθε στην Αθήνα και το 1906 μετακόμισε στο Λαύριο, όπου ο ποιητής τέλειωσε το Δημοτικό και το Ελληνικό Σχολείο. Το 1907 έγινε συνδρομητής στη Διάπλαση των Παίδων, όπου πρωτοεμφανίστηκε σε ηλικία έντεκα μόλις ετών, στη στήλη της αλληλογραφίας. Τον ίδιο χρόνο πραγματοποίησε και τα δυο μοναδικά ταξίδια της ζωής του, ένα στην Κάρυστο και ένα στη Χαλκίδα. Από το 1911 άρχισε να γράφει τακτικά στη στήλη συνεργασίας συνδρομητών της Διάπλασης με το ψευδώνυμο Τέλλος Άγρας. Η πρώτη του ποιητική δημοσίευση ήταν ο Βράχος. Το 1912 γράφτηκε στο Γυμνάσιο στην Αθήνα, μένοντας στο σπίτι της αδερφής της μητέρας του Αριστέας Βλάχου ως το 1925 που η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα. Μετά το θάνατο της θείας του ο Άγρας κράτησε το μικρό σπίτι της ως ερημητήριο. Η συνεργασία του με τη Διάπλαση των Παίδων συνεχίστηκε συστηματικά και ο συνολικός όγκος των νεανικών δημοσιευμάτων του υπήρξε πολύ μεγάλος. Το 1914 ο Ξενόπουλος σχεδίαζε να κάνει τον Άγρα τακτικό συνεργάτη του περιοδικού, τα σχέδιά του αναβλήθηκαν όμως με το ξέσπασμα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου (πραγματοποιήθηκαν τελικά το 1916). Το 1916 τέλειωσε το Γυμνάσιο και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (αποφοίτησε το 1923). Η πρώτη επίσημη παρουσία του στις στήλες της Διάπλασης σημειώθηκε το Μάη του ίδιου χρόνου με το πεζογράφημα Αποχαιρετισμός. Ακολούθησαν συνεργασίες του με τα περιοδικά Λύρα, Βωμός, Νέοι κ.α. Το 1918 βραβεύτηκε στο Σεβαστοπούλειο διαγωνισμό και στο διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού του Λονδίνου Εσπερία. Το 1921 έδωσε διάλεξη για τον Καβάφη στην αίθουσα του Ελληνικού Ωδείου και εξέδωσε τη μετάφραση των Στροφών του Jean Moreas, ενώ το 1926 πραγματοποίησε και δεύτερη έκδοση μεταφράσεων από το έργο του Moreas με μια μελέτη για την ποίηση του γαλλόφωνου έλληνα ποιητή και μια για τη λογοτεχνική μετάφραση. Από το 1924 εργάστηκε στο Υπουργείο Γεωργίας και το 1927 διορίστηκε στην Εθνική Βιβλιοθήκη, όπου παρέμεινε ως το θάνατό του. Έγραφε στη Νέα Εστία από τον πρώτο χρόνο κυκλοφορίας της και έγινε γρήγορα αρχισυντάκτης της (παραιτήθηκε από την αρχισυνταξία το 1932 και το 1936 ανέλαβε τη στήλη της αλληλογραφίας), ενώ δημοσίευσε επίσης κείμενά του στα Γράμματα, τη Νέα Ζωή, την Αλεξανδρινή Τέχνη (και τα τρία περιοδικά της Αλεξάνδρειας), το Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου και σε πολλά άλλα έντυπα. Το 1928 έγινε συνεργάτης της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας του Πυρσού. Το 1934 κυκλοφόρησε η πρώτη συλλογή ποιημάτων του, με τίτλο Τα βουκολικά και τα εγκώμια. Ακολούθησε (1939) η δεύτερη συλλογή του με τίτλο Καθημερινές (1923-1930), που τιμήθηκε το 1940 με το Κρατικό Βραβείο ενώ τα Τριαντάφυλλα μιανής ημέρας (1929-1944) εκδόθηκαν μόλις το 1966. Το 1938 πέθανε ο πατέρας του και ο Άγρας μετακόμισε με τη μητέρα του στην οδό Αγαθουπόλεως, όπου παρέμεινε ως το τέλος της ζωής του. Οι κακουχίες της γερμανικής κατοχής αποδυνάμωσαν περισσότερο την ήδη ευαίσθητη κατάσταση της υγείας του. Τη μέρα της Απελευθέρωσης χτυπήθηκε από μια αδέσποτη σφαίρα στον αστράγαλο. Μεταφέρθηκε στον Ευαγγελισμό όπου πέθανε το Νοέμβρη του 1944. Ο Τέλλος Άγρας τοποθετείται στους έλληνες ποιητές του μεσοπολέμου, τους λεγόμενους νεορομαντικούς ή παρακμιακούς (Καρυωτάκης, Κλέων Παράσχος, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Κώστας Ουράνης κ.α.). Το ποιητικό του έργο είναι αποτέλεσμα δημιουργικής αφομοίωσης του πνεύματος του γαλλικού συμβολισμού και αισθητισμού ( Moreas, Laforgue, Verlain, Mallarme, Baudelaire κ.α.) αλλά και της ελληνικής ποιητικής παράδοσης από το δημοτικό τραγούδι ως τον Ιωάννη Πολέμη, τον Κωστή Παλαμά, το Μιλτιάδη Μαλακάση και τον Κωνσταντίνο Καβάφη. Κινήθηκε στα πλαίσια της εσωτερικότητας, της μελαγχολίας, της νοσηρότητας και της απαισιοδοξίας των συγχρόνων του, υιοθέτησε την ειδυλλιακή ενατένιση του παρελθόντος, ωστόσο παράλληλα χάρη στη βαθιά πνευματική του καλλιέργεια αρνήθηκε να παραδοθεί στην απελπισία και αγωνίστηκε να κρατηθεί από την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Πρέπει τέλος να σημειωθεί η αξία του κριτικού του έργου που χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη οξυδέρκεια, ευαισθησία, βαθιά γνώση της φιλοσοφίας και επαρκή ενημέρωση για τις σύγχρονές του ευρωπαϊκές θεωρίες της λογοτεχνίας και τον τοποθετεί στην πρωτοπορία της νεοελληνικής κριτικής σκέψης. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Τέλλου Άγρα βλ. Ζήρας Αλέξης, «Άγρας Τέλλος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 1. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1983 και Στασινοπούλου Μαρία, «Χρονολόγιο Τέλλου Άγρα», Διαβάζω 104, 17/10/1984, σ.14-21. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Βαλέτας Γεώργιος

Τερζάκης Άγγελος

Άγγελος Τερζάκης (1907-1978). Ο Άγγελος Τερζάκης γεννήθηκε στο Ναύπλιο, γιος του τότε δημάρχου της πόλης Δημητρίου Τερζάκη και της Αγγελικής το γένος Πανοπούλου. Το 1915 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα, όπου ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου, της οποίας αναγορεύτηκε διδάκτωρ το 1927. Από το 1929 και για δυο χρόνια άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου. Το 1925 πρωτοεμφανίστηκε στο χώρο της λογοτεχνίας με τη δημοσίευση της συλλογής διηγημάτων του Ο ξεχασμένος. Το 1929 εξέδωσε την Φθινοπωρινή Συμφωνία. Ακολούθησε η έκδοση του μυθιστορήματός του Δεσμώτες, που μαζί με τον Πρίγκηπα του Θράσου Καστανάκη θεωρήθηκαν από την κριτική ως τα πρώτα πεζογραφήματα της γενιάς του ’30 και Η παρακμή των Σκληρών, που επαινέθηκε από τον Κωστή Παλαμά, ενώ με μεγάλη επιτυχία εκδόθηκε το 1937 Η μενεξεδένια πολιτεία. Το 1936 παντρεύτηκε τη Λουΐζα Βογάσαρη, με την οποία απέκτησε ένα γιο το Δημήτρη. Τον ίδιο χρόνο παραστάθηκε στο Εθνικό Θέατρο η βυζαντινή τραγωδία του Αυτοκράτωρ Μιχαήλ. Το 1937 ανέλαβε τη Γραμματεία του Εθνικού Θεάτρου, όπου κατέλαβε διαδοχικά διάφορες διοικητικές θέσεις, φθάνοντας ως εκείνη του υπηρεσιακού γενικού διευθυντή (με αίτησή του παρέμεινε ως το 1960 στη θέση του διευθυντή δραματολογίου, την οποία κατέλαβε το 1940). Από το 1940 και ως τη λήξη του πολέμου υπηρέτησε στο Αλβανικό Μέτωπο.Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Θεάτρου (1939), το Α’ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (1958 για τη Μυστική Ζωή), το Βραβείο Δοκιμίου των Δώδεκα (1964 για τον τόμο δοκιμίων Προσανατολισμός στον αιώνα), το Αριστείο Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών (1969, για το Μυστήριο του Ιάγου). Ταξίδεψε στη Ρουμανία (1958), τη Σοβιετική Ένωση (1959), τις Η.Π.Α. (1966, όπου έδωσε διαλέξεις στα Πανεπιστήμια Princeton και Tufts), την Ουγγαρία (1966), το Ρήνο (1974). Διετέλεσε μορφωτικός σύμβουλος του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών (1966) και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών (εκλέχτηκε το 1974). Το λογοτεχνικό έργο του Άγγελου Τερζάκη κινείται στα πλαίσια του τραγικού που γεννάται από το αναπόφευκτο της καταστροφής στην οποία οδηγούνται οι ήρωές του. Επηρεασμένος από συγγραφείς όπως ο Κνουτ Χάμσουν, ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι αλλά και ο Δημοσθένης Βουτυράς, δημιούργησε πρόσωπα αδύναμα να αντιδράσουν στην μιζέρια της ζωής του, πρόσωπα που ασφυκτιούν στο οικογενειακό και το ευρύτερο κοινωνικό τους περιβάλλον και εκπροσωπούν το αίσθημα απογοήτευσης και παραίτησης του συγγραφέα. Την ελπίδα τοποθέτησε στο χώρο των ιδανικών που ξεπερνούν πολιτικές και άλλες κατηγοριοποιήσεις, καθώς και στο χώρο της μεταφυσικής αναζήτησης. Από τα έργα του σημειώνουμε ενδεικτικά την Πριγκηπέσσα Ιζαμπώ, τη Μυστική ζωή, τη Μενεξεδένια Πολιτεία, ενώ πρέπει επίσης να αναφερθεί το σημαντικό δοκιμιακό έργο του που άσκησε επίδραση τόσο στη λογοτεχνική όσο και στη θεατρική παραγωγή του. Θεατρικά του έργα παραστάθηκαν από το Εθνικό Θέατρο, τους θιάσους Αιμίλιου Βεάκη (1942), Κατσέλη - Γληνού - Παρασκευά (1949), Κατερίνας (1959), Δημήτρη Χορν (1962), το Πειραματικό Θέατρο της Μαριέτας Ριάλδη (1970), το Αμφιθέατρο του Σπύρου Ευαγγελάτου (1995), καθώς και από άλλους θιάσους της Ελλάδας και του εξωτερικού. Έργα του μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες και ο ίδιος μετέφρασε έργα των Τζόζεφ Κόνραντ, Μπεν Τζόνσον, Ανρί Μπεργκσόν και Ευριπίδη. Διετέλεσε διευθυντής των βραχύβιων λογοτεχνικών περιοδικών Πνοή και Λόγος (1929) και του περιοδικού Εποχές (1963), και από το 1947 συνεργάστηκε σε τακτική βάση με την εφημερίδα Το Βήμα. Πέθανε στην Αθήνα. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Άγγελου Τερζάκη βλ. Ζήρας Αλεξ., «Τερζάκης Άγγελος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 9β. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988, Μπερλής Άρης, «Άγγελος Τερζάκης», Η μεσοπολεμική πεζογραφία· Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939) Η΄, σ.188-213. Αθήνα, Σοκόλης, 1993 Τερζάκης Άγγελος, «Βιογραφικόν Σημείωμα», Νέα Εστία 108, Χριστούγεννα 1980, αρ.1283, σ.2-4, Φαρμάκης Φρ., «Τερζάκης Άγγελος», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 12. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. και «Χρονογραφία του Άγγελου Τερζάκη», Προσφορά στον Άγγελο Τερζάκη· Για τα εβδομηντάχρονά του, Τετράδια Ευθύνης 4, 12/1977, σ.101-103 (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Παπαϊωάννου Μ. Μιχάλης

Λορεντζάτος Ζήσιμος

Ζήσιμος Λορεντζάτος (1915-2004). Ο Ζήσιμος Λορεντζάτος γεννήθηκε στην Αθήνα, γιος του φιλολόγου και καθηγητή Παναγή Λορεντζάτου. Αποφοίτησε από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ασχολήθηκε με την κριτική μελέτη, τη μετάφραση και την ποίηση. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1936 με τη μελέτη Έντγακρ Πόε· Οι εξαιρέσεις· Η φιλοσοφία της συνθέσεως· Η ποιητική αρχή και καθιερώθηκε με το βιβλίο του Δοκίμιο Ι, για το ποιητικό έργο του Διονυσίου Σολωμού. Δημοσίευσε επίσης μελέτες για το έργο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, του Γιώργου Σεφέρη, του Κ.Π.Καβάφη, του Άγγελου Σικελιανού, του Δημήτρη Χατζή και άλλων. Στο χώρο της μετάφρασεις ασχολήθηκε με συγγραφείς όπως οι Έζρα Πάουντ, Αντρέ Ζιντ και Ουίλλιαμ Μπλαίηκ. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Ζήσιμου Λορεντζάτου βλ. Λίζυ Τσιριμώκου, "Λορεντζάτος, Ζήσιμος", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 5, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Μπαστιάς Κωστής

Μπαστιάς Κωστής (1901-1972). Από πολύ νέος ασχολήθηκε με την πεζογραφία, τη δημοσιογραφία και το θέατρο. Για πολλές δεκαετίες υπήρξε στο κέντρο των πολιτιστικών και πολιτικών γεγονότων ασκώντας την επιρροή του ως εκδότης, αρχισυντάκτης ή χρονογράφος μεγάλων αθηναϊκών εφημερίδων και ως γενικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου (1937-1941), της Λυρικής Σκηνής (1940-41 και 1959-1963) και του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας. Η δημοσιογραφική του σταδιοδρομία αρχίζει στην Ακρόπολη του Βλάση Γαβριηλίδη. Το 1925 αναλαμβάνει αρχισυντάκτης και διευθυντής των εφημερίδων Δημοκρατία και Εσπέρα του Αλέξανδρου Παπαναστασίου. Συνεργάζεται επίσης με τον Ελεύθερο Τύπο του Χρ. Καβαφάκη, την Πρωία των αδελφών Πεσμαζόγλου, την Εστία των αδελφών Κύρου, την Καθημερινή του Γ. Α. Βλάχου και κυρίως τη Βραδυνή του Δ. Αραβαντινού από το 1936 ως το 1972. Το 1927 εκδίδει το μαχητικό περιοδικό της δημοτικής Ελληνικά Γράμματα, όπου στεγάζει την ομάδα του Αλέξανδρου Δελμούζου μετά τη διάσπαση του Εκπαιδευτικού Ομίλου, το 1935 την ημερήσια ανεξάρτητη εφημερίδα Ηχώ της Ελλάδος με αρχισυντάκτη τον ανθολόγο της ελληνικής ποίησης Ηρακλή Αποστολίδη και το 1964 το εβδομαδιαίο ειδησεογραφικό περιοδικό Άλφα. Το 1923, όταν είναι μόλις 22 ετών, η Κυβέλη ανεβάζει το θεατρικό έργο του Πέτρα σκανδάλου με θέμα τον Α. Δελμούζο και το πρότυπο παρθεναγωγείο Βόλου. Το 1924 και 1925 η Μαρίκα Κοτοπούλη αν��βάζει άλλα δύο θεατρικά έργα του. Με την ίδρυση του Εθνικού Θεάτρου το 1930, ο Γεώργιος Παπανδρέου τον διορίζει γενικό γραμματέα με διευθυντή τον Ιωάννη Γρυπάρη και σκηνοθέτη τον Φώτο Πολίτη. Αποχωρεί από το θέατρο το Δεκέμβριο του 1934, μετά το θάνατο του Πολίτη αλλά επανέρχεται τον Οκτώβριο του 1935, μία εβδομάδα πριν την ανατροπή της κυβερνήσεως Π. Τσαλδάρη, ως εισηγητής δραματολογίου. Το 1937, ο Ιωάννης Μεταξάς του αναθέτει τη γενική διεύθυνση Γραμμάτων και Τεχνών του Υπουργείου Παιδείας και τη γενική διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου. Κατά την παραμονή του στο Εθνικό καθιερώνει τα φεστιβάλ αρχείου δράματος, προωθεί τις απόψεις του για την παρουσίαση των αρχαίων τραγικών στα αρχαία θέατρα με παραστάσεις στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού και το 1938, για πρώτη φορά από την αρχαιότητα, χρησιμοποιεί το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου ανεβάζοντας την Ηλέκτρα του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Δημ. Ροντήρη. Δημιουργεί το Βασιλικό Θεσσαλονίκης (1940) και ιδρύει τη Λυρική Σκηνή (1940). Δημιουργεί επίσης το περιοδεύον θέατρο Άρμα του Θέσπιδος (1939), τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών (1937) και εγκαινιάζει τον θεσμό των κρατικών λογοτεχνικών βραβείων (1939) και της Πανελλήνιας Καλλιτεχνικής Έκθεσης στο Ζάππειο (1938). Το μεγάλο του όνειρο, η καθιέρωση του Εθνικού Θεάτρου ως ένα από τα σημαντικότερα θέατρα της Ευρώπης, πραγματοποιείται το 1939 με τις ιστορικές τουρνέ: Αλεξάνδρεια, Κάιρο, Οξφόρδη, Καίμπριτζ, Λονδίνο, Φρανκφούρτη και Βερολίνο. Οι αγγλικές εφημερίδες συγκρίνουν το Εθνικό με την Comedie Francaise, το Θέατρο Τέχνης του Στανισλάφσκι στη Μόσχα και το θέατρο Habima. Συγκεκριμένα, οι Times του Λονδίνου γράφουν: «Σε καμμιά χώρα η θεατρική σκηνή δεν χρωστά περισσότερα στην ενεργητικότητα, τον ενθουσιασμό και την γνώση ενός ανθρώπου, όσο η ελληνική σκηνή οφείλει στον Κωστή Μπαστιά». Από τη λογοτεχνική του εργασία θα πρέπει να αναφέρουμε: Στεριές και θάλασσες (1932), Τ’ Αλιευτικά (1935), Οι άνθρωποι και τα ζώα (1939), Λιμάνια (1939), Μηνάς ο Ρέμπελος, βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (1939), Η Μπουμπουλίνα (1944), Αράχνη 44 (1946), Ο Παπουλάκος (1951), Νέον Κυριακοδρόμιον (1956) και το δοκίμιο Ο Παπαδιαμάντης (1962). Με την είσοδο των γερμανών στην Αθήνα τον Απρίλιο του 1941, παραιτείται από το Εθνικό Θέατρο. Συλλαμβάνεται και φυλακίζεται διότι ασκεί «φιλοαγγλική προπαγάνδα». Μετά την Κατοχή αναχωρεί για τη Νέα Υόρκη, όπου θα μείνει για οκτώ χρόνια (1946 - 1954) ως ανταποκριτής της Βραδυνής στον Ο.Η.Ε. Με την επιστροφή του, θα αναλάβει πάλι τη γενική διεύθυνση της Λυρικής Σκηνής (1959) και θα μετακαλέσει τη Μαρία Κάλλας για να ανεβάσει στην Επίδαυρο τις ιστορικές πλέον παραστάσεις της Νόρμας (1960) και της Μήδειας (1961). Το 1961 θα αναλάβει επίσης, ταυτοχρόνως με τη Λυρική, και τη γενική διεύθυνση του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας και θα φροντίσει για την αγορά του οικοπέδου της Αγίας Παρασκευής και την ανέγερση του ραδιομεγάρου. Βιβλιογραφία: Γιάννης Κ. Μπαστιάς, Ο Κωστής Μπαστιάς στα χρόνια του Μεσοπολέμου, τόμοι 2, Αθήνα, 1997. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Ελύτης Οδυσσέας

Το πραγματικό του όνομα είναι Οδυσσέας Αλεπουδέλης και γεννήθηκε το 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης, αλλά η καταγωγή του ήταν από την Λέσβο. Το 1914 η οικογένεια Αλεπουδέλη εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Εκεί έκανε τις εγκύκλιες σπουδές του ο νεαρός Οδυσσέας και στη συνέχεια άρχισε πανεπιστημιακές σπουδές στη Νομική Σχολή που τις εγκατέλειψε το 1936 για να υπηρετήσει τη θητεία του στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών της Κέρκυρας. Στα γράμματα ο Ελύτης εμφανίστηκε το 1935, δημοσιεύοντας ποιήματά του στο περιοδικό "Τα Νέα Γράμματα" που συγκέντρωνε τους περισσότερους λογοτέχνες της ονομαζόμενης "Γενιάς του Τριάντα". Η γνωριμία του τον ίδιο χρόνο με τον Ανδρέα Εμπειρίκο ενίσχυσε τις επαναστατικές υπερρεαλιστικές του απόψεις. Κατά την ιταλική επίθεση το 1940 κατά της Ελλάδας κατατάχτηκε στο στρατό και πολέμησε στο μέτωπο της Αλβανίας. Στην κατεχόμενη Αθήνα έγραψε τον "Ήλιο τον πρώτο" και τα πρώτα σημαντικά πεζά του. Από το 1948 ως το 1951 πραγματοποίησε διάφορα ταξίδια στη δυτική Ευρώπη, με ορμητήριο το Παρίσι, όπου, μέσα στο εχθρικό γι' αυτόν κλίμα της υπαρξιακής στράτευσης, στερεώθηκαν οι δικές του πεποιθήσεις, αυτές που διακυρύσσονται στο "Άξιον Εστί". Το 1969 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου, ανάμεσα στο σύνθημα "η φαντασία στην εξουσία" που εξήγγειλε η επανάσταση του Μάη, και τη δυσφορία για την Απριλιανή δικτατορία στην Ελλάδα, έγραψε τα ποιήματα "Το φωτόδεντρο", "Το μονόγραμμα", "Ο ήλιος ο ηλιάτορας", "Τα ρω του έρωτα". Στην Αθήνα επέστρεψε το 1971. Την περίοδο αυτή και ως την βράβευσή του το 1979 από τη Σουηδική Ακαδημία με το Βραβείο Νόμπελ, έγραψε πεζά κείμενα για το Θεόφιλο ("Ο ζωγράφος Θεόφιλος", 1973), τον Παπαδιαμάντη ("Η μαγεία του Παπαδιαμάντη", 1974), τον Εμπειρίκο ("Αναφορά στον Ανδρέα Εμπειρίκο", 1979) και το "σκηνικό ποίημα" "Η Μαρία Νεφέλη" (1978). Πριν και ύστερα από το διεθνές βραβείο, ανακηρύχτηκε διδάκτορας από διάφορα πανεπιστήμια, όπως της Θεσσαλονίκης (1975), του Παρισίου (Σορβόνη, 1980) και του Λονδίνου (1981). Άλλα έργα του: "Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας" (1945), "Καλοσύνη στις λυκοποριές" (1947), "Αλβανιάδα" (1962), "Ετεροθαλή" (1974), το "Σηματολόγιον" (1977), "Τρία ποιήματα με σημαία ευκαιρίας" (1982), το "Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου" (1984), μια σύνθεση-μετάφραση των σωζόμενων αποσπασμάτων της Σαπφώς με τίτλο "Σαπφώ, ανασύνθεση και απόδοση" (1984), "Αποκάλυψη του Ιωάννη" (1985), και "Ο μικρός ναυτίλος" (1985). Ποιήματα του μελοποιήθηκαν από τους Μ.Χατζιδάκη, Μ.Θεοδωράκη, Γ.Μαρκόπουλο, κ.ά.Τα έργα του έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά, γερμανικά, ισπανικά, και σε άλλες γλώσσες. Πέθανε το 1996 σε ηλικία 85 ετών.

Κοτζιάς Αλέξανδρος

Αλέξανδρος Κοτζιάς (1926-1992). Ο Αλέξανδρος Κοτζιάς γεννήθηκε στην Αθήνα, δεύτερος γιος του Παναγιώτη Κοτζιά από τη Δημητσάνα και της Ξένης το γένος Αλεξανδροπούλου από τη Χαλκίδα. Η οικογένειά του ήταν εύπορη, καταστράφηκε όμως οικονομικά κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, καθώς είχε προηγηθεί και ο θάνατος του πατέρα ήδη από το 1936. Ο Αλέξανδρος σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών από το 1943 ως το 1947 δεν αποφοίτησε όμως, καθώς το αντικείμενο δεν τον ενδιέφερε. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου προσβλήθηκε από φυματίωση και το πατρικό του σπίτι λεηλατήθηκε και πυρπολήθηκε. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας (1948-1952) επισκέφτηκε πολλά μέρη της Ελλάδας και από το 1950 ως το 1956 στράφηκε μαζί με το μεγαλύτερο αδερφό του Κώστα στις οικοδομικές επιχειρήσεις. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1943 με τη δημοσίευση ενός διηγήματος στο περιοδικό "Μαθητικά Γράμματα" και πιο επίσημα δέκα χρόνια αργότερα με δημοσιεύσεις μεταφράσεων και μυθιστορημάτων, ενώ παράλληλα ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη δημοσιογραφία και τη λογοτεχνική κριτική (1956-1982). Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου συμμετείχε σε αντιστασιακές οργανώσεις και συνεργάστηκε στις εκδόσεις "18 Κείμενα", "Νέα Κείμενα Ι", "Νέα Κείμενα ΙΙ" και στο περιοδικό "Συνέχεια". Συνεργάστηκε με τις εφημερίδες "Μεσημβρινή" και "Το Βήμα" και από το 1975 ως το 1982 ανέλαβε την επιμέλεια της έκδοσης της "Φιλολογικής Καθημερινής". Εργάστηκε επίσης ως διευθυντής του γραφείου Τύπου της ελληνικής πρεσβείας του Λονδίνου και ως διευθυντής και ειδικός σύμβουλος της Γενικής Γραμματείας Τύπου και Πληροφοριών. Παντρεύτηκε την Ελένη Αποστόλου με την οποία απέκτησε δυο παιδιά. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων, αντιπρόεδρος (1982-1984) και σύμβουλός της (1986). Τιμήθηκε με το Α΄ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (1987 για το έργο του "Φανταστική περιπέτεια"). Στο έργο του Αλέξανδρου Κοτζιά κυριαρχεί ο πολιτικός και κοινωνικός προβληματισμός γύρω από τη νεώτερη ελληνική ιστορία, από τη γερμανική κατοχή και τον Εμφύλιο, ως την πτώση της απριλιανής δικτατορίας και τις μέρες μας. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Αλέξανδρου Κοτζιά βλ. Μανώλης Γιαλουράκης, "Κοτζιάς Αλέξανδρος", στη "Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", τ. 9, Αθήνα: Χάρη Πάτση, χ.χ., Αλέξης Ζήρας, "Κοτζιάς Αλέξανδρος", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 5, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1986, Π.Α. Ζάννας, "Αλέξανδρος Κοτζιάς", στο "Η μεταπολεμική πεζογραφία· από τον πόλεμο του '40 ως τη δικτατορία του '67", τ. Δ', Αθήνα: Σοκόλης, 1988, σ. 142-223, και Αλέξης Ζήρας, "Κοτζιάς Αλέξανδρος", στο "Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη, 2007, σ. 1135-1136. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.)

Ιωάννου Γιώργος

Ο Γιώργος Ιωάννου (1927-1985) γεννήθηκε το Νοέμβριο του 1927 στη Θεσσαλονίκη από γονείς πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη και ήταν ο πρωτότοκος από τα τέσσερα παιδιά της μικροαστικής οικογένειάς του. Τα παιδικά και τα εφηβικά του χρόνια τα έζησε στη Θεσσαλονίκη, με εξαίρεση το διάστημα της Κατοχής, όταν για να προστατευτούν από τους βομβαρδισμούς, αυτός και τα αδέλφια του κατέφυγαν στη Χαλκιδική και στη συνέχεια στην Αθήνα. Η περίοδος της Κατοχής έχει σημαδέψει έντονα τη ψυχή του και επανέρχεται συχνά στο συγγραφικό του έργο. Το 1947 εισάγεται στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ. απ' όπου αποφοίτησε το 1950. Στη συνέχεια εργάστηκε για λίγο καιρό ως φιλόλογος και τύπωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή τα Ηλιοτρόπια. Το 1954 διορίστηκε βοηθός στην έδρα της Αρχαίας Ιστορίας της Φιλοσοφικής Σχολής Θεσσαλονίκης. Παραιτήθηκε όμως γρήγορα (1955) και προσελήφθη στο Κολλέγιο Αθηνών, όπου δίδαξε ένα χρόνο. Την περίοδο 1956-1959 δίδαξε σε ιδιωτικά γυμνάσια της Αθήνας και της επαρχίας, ενώ παράλληλα ήταν και τακτικός συνεργάτης του περιοδικού Διαγώνιος στο οποίο το 1959 δημοσίευσε 18 ποιήματα. Το 1960 διορίστηκε στη δημόσια εκπαίδευση και τοποθετήθηκε στο Καστρί Κυνουρίας. Το 1961 άρχισε να γράφει τα πρώτα του πεζά έργα και αποσπάστηκε στη Βεγγάζη της Λιβύης όπου ίδρυσε το Ελληνικό Γυμνάσιο. Από τη Λιβύη επέστρεψε στην Κυνουρία το 1963. Το 1964 κυκλοφόρησε το "Για ένα φιλότιμο" το πρώτο του βιβλίο με πεζογραφήματα. Μετά το 1974 έγινε βασικό μέλος της επιτροπής που ετοίμασε το Ανθολόγιο για τα παιδιά του δημοτικού και ο εισηγητής των περισσότερων κειμένων που ανθολογήθηκαν από το 1975 στα Νεοελληνικά αναγνώσματα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Το 1979 μετατέθηκε ως γυμνασιάρχης στο Καρλόβασι της Σάμου, αλλά παρέμεινε αποσπασμένος στο υπουργείο Παιδείας. Το 1980 ο Ιωάννου κέρδισε το πρώτο κρατικό βραβείο πεζογραφίας για το βιβλίο του "Το δικό μας αίμα". Το 1985 μετά από εγχειρητικό σηψαιμικό σοκ πέθανε στο Σισμανόγλειο νοσοκομείο. Το ποιητικό του έργου εκτός από τα "Ηλιοτρόπια" περιλαμβάνει: "Τα χίλια δέντρα" Διαγώνιος Θεσσαλονίκη 1963, "Τα χίλια δέντρα και άλλα ποιήματα 1954-1963" Ερμής, 1973. Το πεζογραφικό του έργο περιλαμβάνει τα εξής έργα: "Η σαρκοφάγος" Ερμής, Αθήνα 1971· "Η μόνη κληρονομιά", Ερμής, Αθήνα 1974· "Το δικό μας αίμα" Ερμής 1978· "Ομόνοια" Οδυσσέας, Αθήνα 1980· "Επιτάφιος θρήνος" Κέδρος, Αθήνα, 1980· "Κοιτάσματα", Ορέστης, Αθήνα, 1980· "Πολλαπλά κατάγματα" Βιβλιοπωλείο της Εστίας, Αθήνα 1980 κ.ά. Θεατρικά: "Το αυγό της κότας" και "Η Μεγάλη Άρκτος" (1981). Μεταφραστικά: Ευριπίδη "Ιφιγένεια η εν Ταύροις", Κέδρος Αθήνα 1969· Τάκιτου: "Γερμανία" (1980)· "Παλατινή Ανθολογία". Στράτωνος: "Μούσα παιδική", Κέδρος, Αθήνα 1980. Φιλολογικά: "Δημοτικά τραγούδια της Κυνουρίας", Διαγώνιος Θεσσαλονίκη, 1965· "Τα δημοτικά μας τραγούδια", Ταχυδρόμος, Αθήνα 1966· "Μαγικά παραμύθια του Ελληνικού λαού", Ταχυδρόμος, Αθήνα, 1966· "Παραλογές", Ερμής Αθήνα 1970· "Καραγκιόζης" (3 τόμοι) Ερμής, Αθήνα 1973· "Παραμύθια του λαού μας" Ερμής, Αθήνα 1973· "Αλεξάνδρεια 1916, Ημερολόγιο Φίλιππου Δραγούμη", Δωδώνη, Αθήνα 1984. Περιοδικά: "Φυλλάδιο", τεύχη 1-6, 1978-1982, τεύχη 7-8. Παιδικά: "Ο Πίκος και η Πίκα", Αθήνα 1986.

Τριανταφυλλόπουλος Δ. Νίκος

Γεννήθηκε το 1933 στο Διδυμότειχο, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του ως φιλόλογος. Μεγάλωσε και μένει στη Χαλκίδα. Σπούδασε φιλολογία στο Παν/μιο Αθηνών, με αρχαιοελληνιστές το Στυλιανό Κορρέ, Αντώνιο Χατζή, Κων/νο Βουρβέρη και Ιωάννη Σταματάκο. Εργάστηκε από το 1959 ως το 1990 στη μέση εκπαίδευση (τα τρία πρώτα χρόνια στην Κύπρο). Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές "Το λαγούμι", Δόμος, 1979, και "Για το θαλασσινό αηδόνι", Δόμος, 1984 (έκδοση εκτός εμπορίου), τα πεζά "Τρία θαλασσινά ειδύλλια", Δόμος, 1985, ""Επισείουσα Ανέμου"", Δημόσια Βιβλιοθήκη Χαλκίδας, 1989, "Λιμενάρχης Ευρίπου", Κέδρος, 1993, Νεφέλη, 2002, "Ανύπαρχτο λιμάνι", Διάμετρος, 1998, και το "μικτό είδος" "Το βαθύ πηγάδι ή εκρήξεις συναφών φωτοβολίδων", Στιγμή, 1989. Ασχολείται με την έκδοση και τη μελέτη του έργου του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και του Αλέξανδρου Μωραϊτίδη.

Τωμαδάκης Β. Νικόλαος

Μηλιώνης Χριστόφορος

Ο Χριστόφορος Μηλιώνης (1932-2017) γεννήθηκε στο Περιστέρι Πωγωνίου του νομού Ιωαννίνων. Φοίτησε στη Ζωσιμαία Σχολή και σπούδασε φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Υπηρέτησε στη μέση εκπαίδευση, στην Ελλάδα και την Κύπρο, ως καθηγητής, γυμνασιάρχης και σχολικός σύμβουλος. Υπήρξε μέλος της ομάδας εργασίας που συνέταξε τα "Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας" Γυμνασίου/Λυκείου, και μέλος των συντακτικών ομάδων των περιοδικών των Ιωαννίνων "Ενδοχώρα" και "Δοκιμασία". Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1954, με διήγημά του, στο περιοδικό "Ηπειρωτική Εστία". Ακολούθησαν τα βιβλία διηγημάτων (από τους σημαντικότερους του είδους στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα): "Παραφωνία" (1961)· "Το πουκάμισο του Κένταυρου" (1971)· "Τα διηγήματα της δοκιμασίας" (1978)· "Το πουκάμισο του Κένταυρου και τ’ άλλα διηγήματα" (1982, συγκεντρωτική έκδοση)· "Καλαμάς κι Αχέροντας" (1985)· "Χειριστής ανελκυστήρος" (1993)· "Το μικρό είναι όμορφο" (1997)· "Τα φαντάσματα του Γιορκ" (1999)· "Μια χαμένη γεύση" (1999)· "Η φωτογένεια" (2002), "Ακροκεραύνια" (1976)· "Το μοτέλ. Κομμωτής κομητών" (2005) και τα μυθιστορήματα: "Δυτική συνοικία" (1980)· "Ο Σιλβέστρος" (1987). Έγραψε επίσης φιλολογικές μελέτες, δοκίμια και μετέφρασε κείμενα από τα αρχαία ελληνικά. Αρκετά άρθρα του δημοσιεύτηκαν στη "Φιλολογική Καθημερινή" και αργότερα στα "Νέα". Για το έργο του τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος (1986), με το Βραβείο Διηγήματος του περιοδικού "Διαβάζω" (2000) και με το Βραβείο Διηγήματος του Ιδρύματος Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών (2005). Ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων, ήταν σύζυγος της καθηγήτριας της Γαλλικής Φιλολογίας Τατιάνας Τσαλίκη-Μηλιώνη. Έφυγε από τη ζωή στην Αθήνα στις 5 Ιανουαρίου 2017, σε ηλικία 84 ετών. Ο κριτικός Αλέξης Ζήρας έγραψε για το έργο του Χριστόφορου Μηλιώνη: "Κεντρική σημασία σε όλα τα πεζά του έχει η μνήμη, ο απεριόριστος και αεικίνητος χρόνος της αναθύμησης, της αναπόλησης. Όλα συμβαίνουν εκεί, καθώς σχεδόν όλες οι ιστορίες του εκκινούν από προσωπικά βιώματα και αναπτύσσονται έπειτα διασταλτικά μέσω της συγγραφικής φαντασίας, με τη χρησιμοποίηση προσώπων που αφηγούνται για λογαριασμό του. [...] Κεντρικό ρόλο στις μικρές και μεγάλες ιστορίες του Μηλιώνη παίζει το περιβάλλον, συνήθως ο εξω-αστικός χώρος, η ενδοχώρα των Ιωαννίνων και το φυσικό τοπίο της, εκεί όπου ο ίδιος άρχισε να σχηματίζεται ως συνείδηση και εκεί όπου απέκτησε τα νεανικά και παιδικά του βιώματα, συσχετισμένα σχεδόν πάντοτε με το βαρύ αποτύπωμα της ιστορίας της Κατοχής και του Εμφυλίου, και των δραματικών επιπτώσεών της δράσης της στη ζωή των ανθρώπων. [...] Ο μετρημένος, βασανισμένος, ασκητικός μικρόκοσμος της Ηπείρου έγινε μέσω της λογοτεχνικής του αναπαράστασης ο κόσμος της δημιουργικής φαντασίας που τον έκαναν στη συνέχεια αγαπητικά δικό τους οι αναγνώστες του. Αυτός ο λογοτεχνικός χώρος έγινε, βιβλίο το βιβλίο, το πεδίο της νοσταλγικής του καταφυγής, της κάθαρσης από τη φθορά του αστικού βίου, της λύτρωσης από τον ισοπεδωτικό και απρόσωπο ρυθμό της ζωής στην πόλη. Ακόμα κι όταν δεν κατονομάζεται γεωγραφικά, υπονοείται καθαρά από την υποβλητική περιγραφή του αδρού, ορεινού τοπίου και των αρχέγονων σχέσεων των ανθρώπων. Από την ελεγειακή ψυχική διάθεση όσων έζησαν εκεί σε συνθήκες άκρως λιτοδίαιτες αλλά πλούσιες ως προς την εσωτερική ζωή". (Πηγή: Εταιρεία Συγγραφέων)

Παπαδημητρακόπουλος Χ. Ηλίας

Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος (1930). Ο Ηλίας Παπαδημητρακόπουλος γεννήθηκε στον Πύργο Ηλείας, γιος γνωστού δικηγόρου της πόλης. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο οικογενειακό κτήμα στα όρια του Πύργου και τέλειωσε το πρακτικό τμήμα του εκεί Γυμνασίου. Ο θάνατος του πατέρα του κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής (1943) προκάλεσε και την οικονομική καταστροφή της οικογένειας. Σπούδασε στη Στρατιωτική Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (1949-1955), με ειδίκευση στην παθολογία και μετεκπαίδευση στην υγιεινολογία. Παραιτήθηκε το 1958, υποχρεώθηκε ωστόσο να επιστρέψει και από το 1959 ως το 1968 έζησε στην Καβάλα. Εκεί συνεργάστηκε με το περιοδικό "Αργώ" και υπήρξε συνιδρυτής του περιοδικού "Σκαπτή Ύλη" και ιδρυτής της κινηματογραφικής λέσχης της πόλης. Στο στράτευμα παρέμεινε ως το 1983, οπότε αποστρατεύτηκε μετά από δική του αίτηση με το βαθμό του ανώτερου γενικού αρχίατρου, έχοντας στο μεταξύ συμβάλει στην προώθηση των στρατιωτικών προγραμμάτων προληπτικής ιατρικής και διατελέσει για έξι χρόνια διευθυντής σύνταξης του περιοδικού "Ιατρική Επιθεώρησις Ενόπλων Δυνάμεων". Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1962 με τη δημοσίευση του διηγήματος "Οι Φρακασάνες" στο περιοδικό "Αργώ". Συνεργάστηκε επίσης με περιοδικά όπως τα "Ταχυδρόμος" (Καβάλας), "Διάλογος" (Θεσσαλονίκης), "Διάλογος" (Λεχαινών), "Αντί", "Χάρτης", "Χρονικό", "Το Τέταρτο". Ο Ηλίας Παπαδημητρακόπουλος ανήκει στη μεταπολεμική γενιά των ελλήνων πεζογράφων. Χαρακτηριστική του έργου του είναι η κυριαρχία του νοσταλγικού αισθήματος για την εποχή της νεότητάς του και η πικρή διαπίστωση του αδύνατου της επιστροφής της και της σκληρότητας της σύγχρονης πραγματικότητας, μέσω ωστόσο μιας γραφής λιτής, έντονα υπαινικτικής, έμμεσα κριτικής και διακριτικά ειρωνικής. Για περισσότερα βιογραφικά και κριτικά στοιχεία για τον Ηλία Χ. Παπαδημητρακόπουλο βλ. Σπύρος Τσακνιάς, "Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος", στο "Η μεταπολεμική πεζογραφία· από τον πόλεμο του ’40 ως τη δικτατορία του ‘67", τ. Στ΄, Αθήνα, Σοκόλης, 1988, σ.154-168, και Αλέξης Ζήρας, "Παπαδημητρακόπουλος, Ηλίας Χ." στο "Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας", Αθήνα, Εκδόσεις Πατάκη, 2007, σ. 1697-1698. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Μουλλάς Παναγιώτης

Ο Παναγιώτης Μουλλάς (1935-2010) γεννήθηκε στο Κιλκίς. Σπούδασε φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Υπήρξε επιστημονικός συνεργάτης του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών στην Αθήνα (1961-1966) και έζησε για πολλά χρόνια στο Παρίσι (1966-1977), όπου δίδαξε νεοελληνικά στο Παν/μιο της Nanterre και στο Νεοελληνικό Ινστιτούτο της Σορβόννης. Το 1977 εξελέγη καθηγητής της νεοελληνικής φιλολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ., και έκτοτε έζησε και δίδαξε στη Θεσσαλονίκη. "Έφυγε" από τη ζωή το Σάββατο 11 Σεπτεμβρίου 2010, σε ηλικία 75 ετών, καταλοίποντας πίσω του πλούσιο φιλολογικό έργο. Έργα του, μεταξύ άλλων, είναι: - Λουκιανού, "Εταιρικοί και νεκρικοί διάλογοι" (προλεγόμενα, μετάφραση, σημειώσεις), Γαλαξίας 1967. - Γκ. Φλωμπέρ, "Η αισθηματική αγωγή" (χρονολόγιο, προλεγόμενα, βιβλιογραφία, μετάφραση, σημειώσεις), Γαλαξίας 1971· Οδυσσέας 1981. - "Α. Παπαδιαμάντης αυτοβιογραφούμενος" (εισαγωγή, κείμενα, κρίσεις), Ερμής 1974· 1981. - Γ. Μ. Βιζυηνός, "Νεοελληνικά διηγήματα" (εισαγωγή, κείμενα, κρίσεις), Ερμής 1980· Εστία, 1994. - "Για τη μεταπολεμική μας πεζογραφία: κριτικές καταθέσεις", Στιγμή 1989. - "Ρήξεις και συνέχειες: μελέτες για τον 19ο αιώνα", Σοκόλη-Κουλεδάκη 1994. - "Η δέκατη μούσα: μελέτες για την κριτική", Σοκόλη-Κουλεδάκη 2001. - Γερ. Βώκος, "Ο κύριος πρόεδρος" (εισαγωγή, επιμέλεια), Σοκόλη-Κουλεδάκη 2004. - "Ο χώρος του εφήμερου: στοιχεία για την παραλογοτεχνία του 19ου αιώνα", Σοκόλη-Κουλεδάκη 2007, κ.ά.

Γιανναράς Χρήστος

Ο Χρήστος Γιανναράς γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στα Πανεπιστήμια της Αθήνας, της Βόνης και της Σορβόννης (Παρίσι). Είναι καθηγητής Φιλοσοφίας και Πολιτιστικής Διπλωματίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Πολιτικών και Κοινωνικών Επιστημών της Αθήνας, στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών. Έχει διδάξει ως επισκέπτης καθηγητής στο Παρίσι, στη Γενεύη, στη Λωζάννη, στο Ρέθυμνο Κρήτης. Παράλληλα, με τακτική επιφυλλιδογραφία, παρεμβαίνει στην κοινωνική και πολιτική επικαιρότητα.

Saunier Guy

Ο Γκυ Σωνιέ γεννήθηκε στη Μασσαλία το 1934. Σπούδασε κλασική φιλολογία στη Σορβόννη. Διετέλεσε ερευνητής του γαλλικού Εθνικού Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών και αλλοδαπός καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Από το 1984 είναι καθηγητής της νεοελληνικής φιλολογίας και διευθυντής του Νεοελληνικού Ινστιτούτου της Σορβόννης (Paris IV). Ασχολείται με τα δημοτικά τραγούδια, για τα οποία έχει δημοσιεύσει μέχρι τώρα τρία βιβλία και πολλά άρθρα. Στον τομέα της γραπτής λογοτεχνίας ασχολείται με τον Παπαδιαμάντη, με τη Μέλπω Αξιώτη και τον Νίκο Καββαδία. Τον Εμπειρίκο τον έχει διδάξει στη Σορβόννη επί δυόμισι έτη. Με το ψευδώνυμο Μισέλ Σωνιέ έχει μεταφράσει στα γαλλικά την "Αργώ" του Εμπειρίκου, τον "Τελευταίο πειρασμό" και την "Αναφορά στον Γκρέκο" του Νίκου Καζαντζάκη, τη "Φόνισσα" του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, τη "Βάρδια" του Ν. Καββαδία, τους "Κεκαρμένους" του Νίκου Κάσδαγλη, τα "Στοιχεία για τη δεκαετία του εξήντα" του Θανάση Βαλτινού, διάφορα κείμενα του Γ. Τσαρούχη, κ.ά. Από τις εκδόσεις "Άγρα" κυκλοφορούν στα ελληνικά τα βιβλία του: "Ανδρέας Εμπειρίκος: μυθολογία και ποιητική", 2001, Εωσφόρος και άβυσσος: ο προσωπικός μύθος του Παπαδιαμάντη", 2002, "'Ετούτο το κορμί το τόσο αμαρτωλό...' Έρευνα στον μυθικό κόσμο του Νίκου Καββαδία", 2004, και "Οι μεταμορφώσεις της Κάδμως: έρευνα στο έργο της Μέλπως Αξιώτη", 2005.

Προγκίδης Λάκης

Ο Λάκης Προγκίδης γεννήθηκε στο Βόλο το 1947. Σπούδασε στο Πολυτεχνείο της Θεσσαλονίκης. Εργάσθηκε για μερικά χρόνια ως πολιτικός μηχανικός. Από το 1980 ζει στο Παρίσι. Μετά από έναν νέο κύκλο πανεπιστημιακών σπουδών, στο χώρο της λογοτεχνίας αυτή τη φορά, υποστηρίζει το 1994 τη διδακτορική του διατριβή, με θέμα τον Παπαδιαμάντη και το μυθιστόρημα. Έχουν εκδοθεί στα γαλλικά τέσσερα βιβλία του "Un ecrivain malgre la critique", "La conquete du roman. De Papadiamantis a Boccace", "De l'autre cote du brouillard", "Rabelais. Que le roman commence !" και ένα στα ιταλικά, "L'anima numerica. A propositο de L'Uomo senza qualita di Robert Musil.". Άρθρα του για το μυθιστόρημα έχουν δημοσιευτεί σε πολλά περιοδικά, γαλλικά και άλλα. Το 1993 ίδρυσε, και έκτοτε διευθύνει, το τριμηνιαίο λογοτεχνικό περιοδικό "L'Atelier du Roman". Έχει συμμετάσχει στη συγγραφή πολλών συλλογικών δοκιμίων. Άρθρα και μελέτες του για το μυθιστόρημα έχουν δημοσιευτεί σε γαλλικά, ελληνικά, και άλλα περιοδικά.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΙΣ

Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.


Μόνο συνδεδεμένοι πελάτες που έχουν αγοράσει αυτό το προϊόν μπορούν να αφήσουν μία αξιολόγηση.